; Η Λεπέν έχει λόγο να αυξήσει την πίεση στους αντιπάλους της εν όψει µιας δικαστικής απόφασης που θα µπορούσε να καταστρέψει τις προεδρικές της φιλοδοξίες. Παρόλα αυτά, αντί να ρισκάρει, η κυβέρνηση Μπαρνιέ έπραξε το λογικό: έκανε παραχωρήσεις, αποσύροντας την πρόταση που αφορά την αύξηση του φόρου στην ηλεκτρική ενέργεια. Ένα «παίγνιο δειλίας» µε την ακροδεξιά δεν έχει νόηµα, µε το κόστος δανεισµού της Γαλλίας να είναι για πρώτη φορά ίσο µε αυτό της Ελλάδας και την επικείµενη επιστροφή του Τραµπ, που χαίρεται να βλέπει τα προβλήµατα της Γαλλίας να προστίθενται σε αυτά της Γερµανίας.
Η Γαλλία, δεύτερη µεγαλύτερη οικονοµία της ευρωζώνης, δεν είναι η Ελλάδα του 2011. Η κυβέρνησή της έχει την υποστήριξη των Βρυξελλών, και οι θεσµοί της θα µπορούσαν θεωρητικά να διαχειριστούν το χάος που θα έφερνε µια πτώση της κυβέρνησης. Ωστόσο, ο συνδυασµός µιας πολιτικής του «θεάµατος» και ενός δηµοσιονοµικού ακροβατισµού δεν εµπνέει εµπιστοσύνη σε µια ήπειρο που οδεύει σε δηµογραφική και παραγωγική παρακµή. Το πολυετές πρόγραµµα δηµοσιονοµικής λιτότητας του Μπαρνιέ δεν έχει ιστορικό προηγούµενο και έρχεται σε µια εποχή στασιµότητας της ανάπτυξης. Το ύψους 350 δισ. ευρώ χρέος της Γαλλίας λήγει το επόµενο έτος, µε τις πληρωµές τόκων 40 δισ. ευρώ να αντιστοιχούν στο µέγεθος του αµυντικού προϋπολογισµού.
Υπάρχουν, ωστόσο, αχτίδες ελπίδας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δείχνει σαφώς πιο πρόθυµη να καλύψει το κενό ηγεσίας της Ευρώπης, µε τον επικεφαλής της Τράπεζας της Γαλλίας Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό να αναφέρει τη δυνατότητα «σηµαντικού περιθωρίου» χαλάρωσης των επιτοκίων. Πάντως, η κατάσταση παραµένει εύθραυστη και ο Μπαρνιέ δεν έχει άλλη επιλογή από το να συνεχίσει να παίζει το «κακό χαρτί» που του µοιράστηκε. Έχει εµπειρία σε τέτοιου είδους κρίσεις, έχοντας αναλάβει να καθοδηγήσει µια ενωµένη Ευρώπη κατά τη διάρκεια της κρίσης του Brexit…
*Αρθρογράφου Bloomberg