Υπάρχουν δύο πεδία στα οποία πολλά διακυβεύονται. Το ένα είναι αυτό των νέων στρατηγικών πολιτικών επιλογών στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ και της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, και το άλλο αυτό της διαχείρισης των πόρων, τόσο της Μεταβατικής (λόγω πανδημίας) Περιόδου για την ΚΑΠ 2021-2022 όσο και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), που αναμένεται να κατευθυνθούν στον αγροδιατροφικό τομέα. Ας τα πιάσουμε, όμως, με τη σειρά.
Οι νέες πολιτικές
Σε ότι αφορά στις νέες πολιτικές είναι γνωστό ότι η νέα ΚΑΠ είναι «καθοδόν» και αναμένεται η ολοκλήρωση του τριλόγου μεταξύ των οργάνων της Ε.Ε. όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο.
Η Ελλάδα πρέπει να κάνει κρίσιμες επιλογές στο πλαίσιο σύνταξης του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την ΚΑΠ σε μια σειρά ζητήματα όπως:
ο ορισμός του πραγματικού αγρότη, τα ιστορικά δικαιώματα και η εσωτερική σύγκλιση, το capping (μείωση των ενισχύσεων), η αναδιανεμητική ενίσχυση, η περιβαλλοντική αρχιτεκτονική και οι επιλογές για τα οικοσχήματα, οι νέοι γεωργοί και το ποσοστό ενίσχυσής τους, η περιφερειοποίηση των αγρονομικών περιοχών κοκ.
Επιλογές που επηρεάζονται από τα ευρήματα της SWOT1 ανάλυσης του τεχνικού συμβούλου και από τις στρατηγικές πολιτικές προτεραιότητες για τη γεωργία και την αγροδιατροφή, οι οποίες αναδεικνύονται τόσο από τις προτεινόμενες ευρωπαϊκές πολιτικές όσο και από την εμπειρία της πανδημίας.
Η πρόσφατη συζήτηση της SWOT ανάλυσης στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, έκανε φανερή την έλλειψη οράματος και στρατηγικής της κυβέρνησης.
Η συζήτηση δεν ενσωμάτωσε την εμπειρία της πανδημίας, δεν όρισε ένα πλέγμα προτεραιοτήτων, οι οποίες θα καθοδηγήσουν τις επιλογές, και δεν προετοίμασε για τις αναγκαίες αλλαγές στο παραγωγικό και αναπτυξιακό υπόδειγμα του αγροδιατροφικού τομέα. Μάλιστα, η προηγούμενη ηγεσία του ΥΠΑΑΤ και οι παρεμβαίνοντες βουλευτές στη συζήτηση στη Βουλή, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν τοποθετήθηκαν συγκεκριμένα επί των διαπιστώσεων της SWOT ανάλυσης, αλλά γενικότερα επί της κατάστασης του αγροτικού τομέα.
Ο κίνδυνος να ακολουθήσει η χώρα την πεπατημένη οδό είναι υπαρκτός. Πολύ περισσότερο που απουσιάζει τόσο η πρόταση όσο και η στοιχειώδης δημόσια διαβούλευση με όλους τους αρμόδιους πολιτικούς, επαγγελματικούς, κοινωνικούς φορείς. Κυρίως τον ίδιο τον αγροτικό κόσμο, ο οποίος εμφανίζει για χρόνια ένα μεγάλο έλλειμμα θεσμικής εκπροσώπησης, ενώ είναι αυτός που θα κληθεί να εφαρμόσει την αγροτική πολιτική και το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ.
Το έλλειμμα στρατηγικής αποτυπώνεται και στην καθυστέρηση και ελλιπή επεξεργασία των αναμενόμενων αποφάσεων της χώρας για τη διετή Μεταβατική Περίοδο 2021-2022 για την ΚΑΠ. Μέχρι τις 19 Φεβρουαρίου 2021 λ.χ. πρέπει να ληφθούν αποφάσεις για το ύψος της εσωτερικής σύγκλισης των δικαιωμάτων της Μεταβατικής Περιόδου. Κρίσιμο ζήτημα πολιτικής που θα προετοιμάσει και τις επιλογές της Προγραμματικής Περιόδου 2023-2027.
Καθυστέρηση εμφανίζεται επίσης και στο δημόσιο διάλογο για τις νέες πολιτικές προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και την ενσωμάτωσή τους τόσο στη νέα ΚΑΠ όσο στις προτάσεις της χώρας για το ΤΑΑ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις προτάσεις χρηματοδότησης του αγροτικού τομέα από τους πόρους του ΤΑΑ, που υπέβαλε η κυβέρνηση στην Επιτροπή, ένας εξοικειωμένος με το αντικείμενο αναγνώστης, διαπιστώνει ότι απουσιάζει το σχέδιο και ότι, όπως και αλλού έχω επισημάνει,2 οι προτάσεις αυτές είναι σε μεγάλο βαθμό «ανώριμες», αποσπασματικές και στερούνται στρατηγικής συνεκτικότητας.
Η νέα πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ χρειάζεται χρόνο και γνώση για να διαχειριστεί άμεσα αυτά τα ζητήματα. Και ενώ ο χρόνος είναι μεν αμείλικτος για τη διαβούλευση και ολοκλήρωση του στρατηγικού σχεδίου, είναι ακόμα πιο αμείλικτος για το σχεδιασμό και τη διαχείριση των διαθέσιμων πόρων ήδη από αυτήν τη χρονιά. Κι εξηγούμαι:
Οι χρηματοδοτικοί πόροι
Οι αποφάσεις για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο εξασφάλισαν τους αναγκαίους πόρους της ΚΑΠ με μικρότερες απώλειες από τις αναμενόμενες [19.358 δισ. ευρώ μαζί με τα 365,4 εκατ. ευρώ επιπλέον του ΤΑΑ για την ενίσχυση του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ)]. Στους πόρους αυτούς θα προστεθούν και οι πόροι του ΤΑΑ που αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, έργα για τον αγροδιατροφικό τομέα και θα αντληθούν όταν εγκριθούν οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Η χρηματοδότηση του αγροτοδιατροφικού τομέα τα επόμενα χρόνια, λοιπόν, έχει τρεις διαφορετικές πηγές, τρία διαφορετικά χρονοδιαγράμματα και τρία διαφορετικά κανονιστικά πλαίσια. Είναι οι πόροι:
της ΚΑΠ, της οποίας οι πόροι θα αντλούνται από τους εγκεκριμένους πόρους της νέας Προγραμματικής Περιόδου και θα κατανέμονται χωριστά στη Μεταβατική Περίοδο 2021-2022 και στην Προγραμματική Περίοδο 2023-2027, θα διέπονται μάλιστα από διαφορετικούς κανονισμούς, τον τρέχοντα για τη Μεταβατική Περίοδο (όπως αυτός προσαρμόστηκε με τις «συμβιβαστικές μεταβατικές διατάξεις» της Ε.Ε. στα τέλη του 2020) και τον νέο κανονισμό μετά το 2023
οι προσδιορισμένοι για το ΠΑΑ επιπλέον πόροι 365,42 εκατ. ευρώ από το ΤΑΑ, με αναφορά στη διετία 2021-2022, που θα ενσωματωθούν στους πόρους του ΠΑΑ και θα διέπονται από το ίδιο κανονιστικό πλαίσιο και
οι πόροι που θα προκύψουν από το ΤΑΑ με βάση τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης με αναφορά στον αγροτικό τομέα και χρονοδιάγραμμα συμβασιοποιήσεων μέχρι το 2023 και πληρωμών μέχρι το 2026, των οποίων το κανονιστικό πλαίσιο δεν είναι ακόμα γνωστό και, σύμφωνα με τα ανακοινωθέντα, την ευθύνη της διαχείρισης θα την έχει το Υπουργείο Οικονομικών και όχι το ΥΠΑΑΤ.
Θα έλεγε κανείς ότι το επείγον για τη νέα ηγεσία του ΥΠΑΑΤ είναι να πάρει σύντομα αποφάσεις για την κατανομή των πόρων, ειδικότερα αυτών της Μεταβατικής Περιόδου που ανέρχονται σε 1.6 δισ. ευρώ (1.237 δισ. ευρώ του ΠΑΑ που διέπεται από τις «συμβιβαστικές μεταβατικές διατάξεις» και 365,42 εκατ. από το ΤΑΑ) σε μέτρα και δράσεις, λαμβάνοντας υπόψη τους κανονιστικούς περιορισμούς που προαναφέρθηκαν, ώστε να προγραμματιστούν οι απαραίτητες προσκλήσεις.
Αλλά το ερώτημα παραμένει: με ποιο σχεδιασμό, ποια στρατηγική και ποιο δημόσιο διάλογο θα γίνει αυτή η «πολυπαραγοντική» κατανομή; Και αν αυτό είναι εύκολο να γίνει με την ενσωμάτωση των πόρων των 365,42 εκατ. του ΤΑΑ στο ΠΑΑ, πώς αλήθεια θα γίνει στη συνέχεια με τους αναμενόμενους επιπλέον πόρους του ΤΑΑ για μια σειρά μέτρα που αφορούν στον αγροτικό τομέα, στην περίπτωση που αυτά εγκριθούν και τα οποία μάλιστα έχουν ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα συμβασιοποίησης (το 70% των έργων μέχρι το 2022 και το 30% μέχρι το 2023);
Πολύ περισσότερο μάλιστα που στο υποβληθέν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχέδιο για το ΤΑΑ παρατηρεί κανείς ότι συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, μια σειρά μέτρα που μέχρι σήμερα «ανήκουν» στο ΠΑΑ. Μέτρα όπως: η ψηφιοποίηση της γεωργικής παραγωγής, η μεταποίηση-τυποποίηση-πιστοποίηση των αγροτικών προϊόντων, η προώθηση και εμπορία των προϊόντων, ο εκσυγχρονισμός των εκμεταλλεύσεων («Σχέδια βελτίωσης» που εστιάζουν στα ποιοτικά προϊόντα), ο αγροτουρισμός και το Leader, η βιολογική γεωργία, το πρόγραμμα νέων αγροτών, μέχρι και η ενίσχυση των περιοχών με φυσικά ή άλλα μειονεκτήματα (εξισωτική αποζημίωση).
Είναι προφανές ότι τα πράγματα περιπλέκονται και κανονιστικά και διαχειριστικά. Διαφορετικές πηγές χρηματοδότησης, διαφορετικοί κανονισμοί, διαφορετικά χρονοδιαγράμματα, διαφορετικές διαχειριστικές αρμοδιότητες και υπουργεία.
Η νέα πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ καλώς πήρε πρόσφατα την πρωτοβουλία να συνομιλήσει με τους εκπροσώπους των κομμάτων της αντιπολίτευσης και να ανταλλάξει απόψεις για τα προβλήματα του αγροτικού κόσμου. Αυτό δεν αρκεί όμως.
Απαιτείται επειγόντως η στρατηγική «συναρμολόγηση» των πολιτικών και η συνακόλουθη κατανομή των πόρων. Απαιτείται επίσης μια διοικητική ανασυγκρότηση για την εφαρμογή των νέων πολιτικών και την ορθή απορρόφηση των πόρων τόσο στο ΥΠΑΑΤ όσο και στις Περιφέρειες. Απαιτείται ένας καλά οργανωμένος εθνικός δημόσιος διάλογος για τις κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις που επίκεινται.
Αλλιώς θα μιλάμε ξανά σύντομα για άλλη μια χαμένη ιστορική ευκαιρία. Και η ευθύνη τότε θα είναι μεν πρωτίστως των κυβερνώντων, αλλά δεν θα περιορίζεται μόνο σε αυτούς. Θα αφορά και την αντιπολίτευση και όλους τους φορείς του αγροδιατροφικού τομέα.