του Maximilian Reinhardt*
Αν και είναι απίθανο η Γερμανία να αντιμετωπίσει ελλείψεις σε σιτάρι και άλλα βασικά σιτηρά, η αύξηση των τιμών των γεωργικών προϊόντων παγκοσμίως θα έχει συνέπειες.
Καθώς τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς αγροτικών προϊόντων, η εισβολή της Ρωσίας στη γειτονική της χώρα αναγκάζει τις παγκόσμιες ροές αυτών των προϊόντων να προσαρμοστούν. Ο εφοδιασμός από τη Ρωσία έχει στερέψει, εν μέρει λόγω κυρώσεων και εν μέρει λόγω του ότι η Ρωσία επέβαλε απαγόρευση στις εξαγωγές σιτηρών στην παγκόσμια αγορά. Ενώ η Ρωσία σταμάτησε τις εξαγωγές σιτηρών όπως το σιτάρι, το κριθάρι και η σίκαλη, οι δυτικές κυρώσεις την εμποδίζουν να εξάγει λιπάσματα καθώς και εμποδίζουν και το διμερές εμπόριο άλλων γεωργικών προϊόντων.
Η Ουκρανία, από την άλλη πλευρά, έχει πληγεί σοβαρά από τον πόλεμο και την καταστροφή των υποδομών της. Οι ελλείψεις σπόρων, λιπασμάτων και καυσίμων επιβάλλουν περαιτέρω περιορισμούς στην παραγωγή. Ως αποτέλεσμα, η Ουκρανία είναι απίθανο να διατηρήσει τα συνήθη επίπεδα εξαγωγών της.
Επιπλέον, η εισβολή της Ρωσίας - κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου - έχει δημιουργήσει ένα μαζικό κύμα προσφύγων, ενώ όλοι οι άνδρες στρατεύσιμης ηλικίας στην Ουκρανία έχουν κινητοποιηθεί για να υπερασπιστούν τη χώρα. Ως αποτέλεσμα, υπάρχει σοβαρή έλλειψη αγροτικού εργατικού δυναμικού. Καθώς η περίοδος φύτευσης πλησιάζει σύντομα στο τέλος της, οι σιταποθήκες είναι απίθανο να ξαναγεμίσουν στα τέλη του καλοκαιριού.
Σωρευτικά, λοιπόν, οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων από την Ουκρανία και τη Ρωσία τόσο φέτος, όσο και του χρόνου πιθανότατα θα είναι πολύ χαμηλότερες από το συνηθισμένο. Αυτό θα μειώσει την προσφορά στις παγκόσμιες αγορές. Ωστόσο, η προμήθεια της Ευρώπης με βασικά τρόφιμα είναι εξασφαλισμένη. Για παράδειγμα, όσον αφορά το σιτάρι και το κριθάρι, η ΕΕ είναι σε μεγάλο βαθμό αυτάρκης.
Ωστόσο, η κατάσταση είναι διαφορετική όσον αφορά τον αραβόσιτο. Οι Ευρωπαίοι κτηνοτρόφοι βασίζονται σε αυτόν για ζωοτροφές, οι οποίες συχνά εισάγονταν από την Ουκρανία και τη Ρωσία. Ένα σημαντικό μερίδιο του κτηνοτροφικού αραβοσίτου, για παράδειγμα, εισαγόταν από την Ουκρανία – περίπου το 20% του απαιτούμενου όγκου. Η απώλεια αυτών των εισαγωγών οδήγησε τις ευρωπαϊκές γεωργικές συναλλαγές σε τιμές ρεκόρ στην αρχή της εισβολής.
Η αύξηση του κόστους των ζωοτροφών θα οδηγήσει σε αύξηση και τις τιμές των ζωικών προϊόντων. Οι καταναλωτές έχουν ήδη αρχίσει να αισθάνονται την πίεση. Υπάρχει, ωστόσο, κάποια αβεβαιότητα σχετικά με το πώς θα εξελιχθούν οι εμπορικές ροές μεταξύ της ΕΕ και της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένων και των γεωργικών προϊόντων. Ωστόσο, είναι προφανές ότι οι ευρωπαϊκές γεωργικές αρχές και επιχειρήσεις θα πρέπει να απαντήσουν στις νέες προκλήσεις σε ένα ταχέως εξελισσόμενο περιβάλλον.
Ορισμένες πολιτικές απαντήσεις ήδη ενεργοποιούνται. Για παράδειγμα, οι ευρωπαϊκές αρχές συζητούν για πρώτη φορά την αξιοποίηση του αποθεματικού για την κρίση. Αυτό θα παράσχει στα κράτη μέλη πρόσθετο προϋπολογισμό 472 εκατ. ευρώ για τη στήριξη των αγροτών. Ο σκοπός αυτού του αποθεματικού είναι να παράσχει στους ευρωπαίους αγρότες πρόσθετη στήριξη σε περιόδους κρίσης, για παράδειγμα κατά τη διάρκεια ξηρασίας ή παρόμοιας έκτακτης ανάγκης.
Το ταμείο αυτό τροφοδοτείται από τα αποθεματικά που δημιουργήθηκαν ως μέρος του γεωργικού προϋπολογισμού του προηγούμενου έτους και ως εκ τούτου δεν δημιουργεί πρόσθετη επιβάρυνση στο καθεστώς προγραμματισμού του ευρωπαϊκού γεωργικού προϋπολογισμού. Οι αρχές προτείνουν να χρησιμοποιηθούν τα πρόσθετα κεφάλαια για να μετριαστούν οι επιπτώσεις των αυξήσεων των τιμών των ζωοτροφών, των λιπασμάτων και των καυσίμων. Επιπλέον, η ΕΕ θέλει να επιτρέψει στα κράτη μέλη να παρέχουν ορισμένες μορφές έκτακτης οικονομικής στήριξης στους αγρότες τους.
Ταυτόχρονα, η νέα κατάσταση παρέχει ένα κίνητρο για ουσιαστικό εκσυγχρονισμό του αγροτικού τομέα. Τεχνολογίες όπως η λίπανση με βάση μη επανδρωμένα αεροσκάφη, οι προηγμένοι σπόροι και τα αυτοματοποιημένα μηχανήματα θα μπορούσαν να κάνουν την ευρωπαϊκή γεωργία πιο αποτελεσματική στο μέλλον. Αυτό θα είναι απαραίτητο σε κάθε περίπτωση για να καλυφθούν οι ανάγκες του αυξανόμενου πληθυσμού του πλανήτη στο πλαίσιο ταυτόχρονα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.
Οι μελλοντικές σοδειές θα μπορούσαν επομένως να είναι μεγαλύτερες και να βοηθήσουν στον μετριασμό των σημείων συμφόρησης του εφοδιασμού σε άλλα μέρη του κόσμου. Ας ελπίσουμε ότι τα πρόσθετα κεφάλαια θα χρησιμοποιηθούν –τουλάχιστον εν μέρει– για επενδύσεις σε τέτοιες τεχνολογίες που είναι προσανατολισμένες στο μέλλον.
Ταυτόχρονα, η Επιτροπή εξετάζει το ενδεχόμενο να στηρίξει τους Ουκρανούς αγρότες με ντίζελ και σπόρους. Ίσως αυτό θα επέτρεπε να γίνουν οι πιο επείγουσες εργασίες στα αγροκτήματα, κάτι που θα δημιουργούσε την ευκαιρία της συγκομιδής μιας σοδειάς το καλοκαίρι – αλλά είναι ασαφές το κατά πόσον τέτοιες προμήθειες θα είναι επαρκείς δεδομένου του περιορισμένου χρόνου που απομένει για την σπορά.
Στα κράτη μέλη της ΕΕ, είναι πιθανό ότι η καλλιεργήσιμη γη που έχει αφεθεί σκόπιμα σε αγρανάπαυση θα απελευθερωθεί για να τεθεί ξανά στην παραγωγή. Το πώς ακριβώς θα γίνει αυτό είναι ασαφές σε αυτό το στάδιο. Ωστόσο, είναι πιθανό σε τέτοιες περιοχές – που προορίζονται ως γη οικολογικής προτεραιότητας – να χορηγηθεί άδεια χρήσης για την καλλιέργεια ζωοτροφών και πρωτεϊνούχων φυτών. Μέσω αυτών των μέτρων, η Επιτροπή ελπίζει να μετριάσει τις αναμενόμενες ελλείψεις σε ζωοτροφές.
Ουσιαστικά, αυτές οι περιοχές αφαιρέθηκαν ρητά από την παραγωγή για την καταπολέμηση της εξαφάνισης ειδών στο ευρωπαϊκό πολιτιστικό τοπίο. Η επαναχρησιμοποίησή τους κινδυνεύει να επιδεινώσει τη μείωση της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη. Αλλά και πάλι: είναι σημαντικό να διατηρηθεί η επισιτιστική ασφάλεια της Ευρώπης – και η προμήθεια τρίτων χωρών, αν αυτό είναι δυνατόν.
Ενώ οι ευρωπαϊκές αγορές τροφίμων είναι σε μεγάλο βαθμό αυτάρκεις και κυρίαρχες, δεν ισχύει το ίδιο για πολλές χώρες στον Παγκόσμιο Νότο. Ορισμένα έθνη της Βόρειας Αφρικής και της Ασίας, ιστορικά μεγάλοι αγοραστές ουκρανικών γεωργικών προϊόντων, κινδυνεύουν τώρα με έντονες ελλείψεις τροφίμων. Ο λαός της Ουκρανίας αντιμετωπίζει τον ίδιο κίνδυνο. Αυτό σημαίνει ότι η παγκόσμια αλληλεγγύη αποτελεί μια ηθική επιταγή.
*O Maximilian Reinhardt είναι σύμβουλος πολιτικής επί θεμάτων οικονομίας και βιωσιμότητας στο Liberales Institute, τη δεξαμενή σκέψης του Ιδρύματος Friedrich Naumann για την Ελευθερία.
Πηγή: Liberal.gr