Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η καθαρότητα από πλευράς υγείας του πολλαπλασιαστικού υλικού, όπως και τα ειδικότερα χαρακτηριστικά της κάθε ποικιλίας, συνοδεύουν για μακρύ χρόνο τις επιλογές του καλλιεργητή και πολλές φορές επιδρούν καθοριστικά στην οικονομική έκβαση της προσπάθειας.
Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι το καθεστώς που διέπει μέχρι σήμερα την επιλογή, αναπαραγωγή και διάθεση του πολλαπλασιαστικού υλικού δεν διακρίνεται για την αυστηρότητά του. Δεκαετίες ολόκληρες, αυτή η υπόθεση αφέθηκε στα χέρια των λεγόμενων φυτωριούχων, από τον επαγγελματισμό των οποίων κρεμόταν γενιές ολόκληρες καλλιεργητών και φυσικά η πρόοδος της ελληνικής γεωργίας.
Σημειωτέον ότι σε παρακμή βρέθηκαν κάποια στιγμή, όπως και σήμερα, και τα κατά τόπους ινστιτούτα του ΕΘΙΑΓΕ (σημερινά παραρτήματα του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ), απ’ όπου και προέρχονταν ένα σημαντικό μέρος της εγχώριας έρευνας ποικιλιών και πολλαπλασιαστικού υλικού. Την ίδια στιγμή, η ανάγκη για εξέλιξη στον τομέα της παραγωγής σε συνδυασμό με τις αγωνίες του κέρδους των εισαγωγέων - προμηθευτών, άνοιξαν διάπλατα και τις πόρτες της εισαγωγής υλικού, πότε με πιστοποιητικά ελέγχου και δικαιώματα και πότε με πρωτογενές υλικό αμφιβόλου ποιότητας, υγειονομικής καθαρότητας και παραγωγικής σπουδαιότητας.
Σήμερα, στην ευρωπαϊκή αγορά τουλάχιστον, τα πράγματα έχουν προχωρήσει. Για τις χώρες που πρωταγωνιστούν στους αντίστοιχους τομείς, όπως π.χ. η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία, δεν νοείται παραγωγή και διάθεση φυτών χωρίς τα απαιτούμενα πιστοποιητικά υγείας και χωρίς τις ανάλογες εγκρίσεις από κορυφαίους για την αξιοπιστία τους οργανισμούς πιστοποίησης. Εδώ και μια τριετία τουλάχιστον, ο Κοινοτικός Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2072 προβλέπει μεταξύ άλλων ότι το σύνολο των φυτών που διακινούνται στην αγορά και διατίθενται στους αγρότες, είτε συνοδεύονται από κίτρινο καρτελάκι (CAC) είτε από μπλε (Επίσημη Πιστοποίηση) θα πρέπει να έχουν ελεγχθεί για μηδενική ανοχή σε ιώσεις. Στην Ελλάδα, μέχρι τώρα, οι συνήθεις καθυστερήσεις στην εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων, έδιναν το δικαίωμα μιας «ανοχής» μέχρι 10% περίπου.
Οι πληροφορίες θέλουν την αρμόδια αρχή (Διεύθυνση Πολλαπλασιαστικού Υλικού Καλλιεργούμενων Φυτικών Ειδών και Φυτογενετικών Πόρων του ΥΠΑΑΤ) να αναλαμβάνει πρωτοβουλία για την πιστή τήρηση του παραπάνω Κοινοτικού Κανονισμού. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήδη -από 14 Δεκεμβρίου 2019- η καθυστέρηση έχει κοστίσει και μάλιστα πολλαπλά.