
Κατά τις δεκαετίες αυτές τα καλά νέα κυριαρχούσαν, η µια χώρα µετά την άλλη βάδιζε προς τη δηµοκρατία. Σχεδόν κάθε ανεπτυγµένη χώρα έκανε σηµαντικές φορολογικές µεταρρυθµίσεις. Πολλές ανεπτυγµένες χώρες ιδιωτικοποίησαν κρατικές επιχειρήσεις και απελευθέρωσαν τις τιµές και την παραγωγή. Ανακοινώθηκαν συµφωνίες ελεύθερου εµπορίου. Η µετανάστευση άνοιξε. Ο πληθωρισµός µειώθηκε. Η δηµοκρατία ήταν σε δυναµική πορεία στη Λατινική Αµερική, την Ανατολική Ευρώπη.
Τώρα διαβάζω αυτά τα ειδησεογραφικά µέσα µε µια κουρασµένη ανησυχία. Ξέρω ότι θα βρω µόνο αµέτρητες ιστορίες για την άνοδο του εθνικισµού, του αυταρχισµού, του µιλιταρισµού, του κρατισµού, της ξενοφοβίας, κ.λπ. Η µία αντιπαραγωγική οικονοµική πολιτική µετά την άλλη. Ο κόσµος προοδεύει από άποψη τεχνολογίας, µε έξυπνες εφευρέσεις όπως το iPhone. Αλλά στα πολιτικά και οικονοµικά ζητήµατα φαίνεται ότι τα νέα είναι ανελέητα άσχηµα». […].
Μεταξύ των οικονοµολόγων αυξάνεται η υποστήριξη για παρεµβατικές πολιτικές σε τοµείς όπως η ρύθµιση της αγοράς εργασίας, η αντιµονοπωλιακή νοµοθεσία, τα εµπόδια στο ελεύθερο εµπόριο και τις επενδύσεις, τα δηµοσιονοµικά κίνητρα και οι αντιαναπτυξιακές φορολογικές πολιτικές. Η µεταρρύθµιση της πρόνοιας, η φορολογική µεταρρύθµιση από την πλευρά της προσφοράς, ο δηµοσιονοµικός συντηρητισµός και η παγκοσµιοποίηση γίνονται όλο και λιγότερο δηµοφιλείς. […]
Ήταν λάθος για τους οικονοµολόγους να κινηθούν προς µια πιο κρατιστική κατεύθυνση, αλλά πιστεύω ότι η κίνηση αυτή ήταν µια ειλικρινής (και άστοχη) απάντηση σε µια σειρά από αλλαγές στην παγκόσµια οικονοµία, συµπεριλαµβανοµένου του σοκ στην Κίνα, των απωλειών θέσεων εργασίας στη µεταποίηση λόγω της τεχνολογίας, της αύξησης της εισοδηµατικής ανισότητας, των σχεδόν µηδενικών επιτοκίων και της παγκόσµιας αύξησης του εθνικισµού.
* Οικονοµολόγου, διευθυντή του προγράµµατος νοµισµατικής πολιτικής στο Mercatus Center at George Mason University