Το φυτό τις τελευταίες δεκαετίες έχει «ριζώσει» για τα καλά στη χώρα µας και ιδίως στην πεδιάδα της Θεσσαλονίκης, όπου και καλλιεργείται σχεδόν το 70% της συνολικής εγχώριας καλλιέργειας ρυζιού. «Πρόκειται για ένα φυτό απαιτητικό σε υψηλές θερµοκρασίες, αλλά και σε ηλιοφάνεια και νερό, ωστόσο δεν είναι καθαρά υδρόβιο φυτό και θα µπορούσε να αρδεύεται σαν άλλες εαρινές καλλιέργειες όπως βαµβάκι και αραβόσιτος, απλώς σε µεγαλύτερες ποσότητες», τονίζει ο Θεόφιλος Παπαντωνίου, γεωπόνος στην Μπέγκας Agro AE.
Ως προς την αλληλουχία των καλλιεργητικών επεµβάσεων, σύµφωνα µε τον κ. Παπαντωνίου, σε γενικές γραµµές χρειάζεται καλή προετοιµασία της σποροκλίνης και ισοπέδωση µε µηδενική η ελαφρά κλίση.
«Η σπορά του ρυζιού στην Ελλάδα, στο µεγαλύτερο ποσοστό, γίνεται σε πληµµυρισµένα χωράφια, ενώ µπορεί να γίνει και σε ξερό έδαφος και η κατάκλυση να γίνει µετά το φύτρωµά του», εξηγεί ο κ. Παπαντωνίου.
Ενδεικτικά αναφέρεται πως η εποχή σποράς εξαρτάται από τη θερμοκρασία του εδάφους και του περιβάλλοντος. Όταν η θερμοκρασία του νερού είναι 12ο C μπορεί να πραγματοποιηθεί η σπορά. Συνήθως το ρύζι -για τις ποικιλίες Japonica- σπέρνεται στη Βόρεια Ελλάδα από 1η έως 15 Μαΐου και για εκείνες του τύπου Indica από 5 έως15 Μαΐου.
«Το ρύζι είναι αρκετά απαιτητικό σε θρεπτικά στοιχεία, αλλά και ένεκα ενδεχοµένων απωλειών λόγω της κατάκλυσης µε νερό, είναι απαραίτητη η λίπανση µε τουλάχιστον 20 µονάδες Αζώτου, άλλες 5 Φωσφόρου και 8 Καλίου. Επίσης, αντιδρά θετικά σε τροφοδότηση µε µικροστοιχεία, όπως ο Ψευδάργυρος, το Μαγνήσιο και το Πυρίτιο. Όσο για τη λίπανση, εφαρµόζεται η µισή προσπαρτικά και η υπόλοιπη σε 1 ως 2 δόσεις».
O έλεγχος για τα ζιζάνια είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να εξασφαλιστεί η υψηλή απόδοση και η ποιότητα των κόκκων. Τα κυριότερα ετήσια ζιζάνια είναι η μουχρίτσα, το κόκκινο ρύζι και η μοσχοκύπερη, ενώ από τα πολυετή το σπουδαιότερο είναι το ραγάζι και η νεραγριάδα.Θα πρέπει γίνονται 2 µε 3 επεµβάσεις είτε προφυτρωτικά, είτε µεταφυτρωτικά.
Με εξαγωγικό προσανατολισµό
Τα είδη που καλλιεργούνται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι τα µακρύσπερµα ρύζια της κατηγορίας Indica, τα οποία αντιπροσωπεύουν περί το 25% των καλλιεργούµενων εκτάσεων και κατευθύνονται κυρίως στην εγχώρια αγορά και την ευρωπαϊκή, ως λευκά ή parboiled (σ. σ. κίτρινο µετά από υγροθερµική επεξεργασία), τα µεγαλόσπερµα τύπου «Καρολίνα», µε ένα ποσοστό 10%, που καταναλώνονται κυρίως στην ελληνική αγορά και τα µεσόπερµα ρύζια τύπου «Japonica», τα οποία αντιστοιχούν γύρω στο 65% των εκτάσεων που καλλιεργούνται και έχουν προορισµό τόσο την εγχώρια αγορά, όσο και την Τουρκία και τη Μέση Ανατολή.