Με ταυτότητα παραγωγής αλλά και πριμ ποιότητας
Του Πέτρου Γκόγκου
Ταυτότητα στην πρώτη ύλη και τιµολόγηση στην ποιότητα προκρίνονται ως οι κύριοι οδηγοί που θα καθορίσουν την εξέλιξη της καλλιέργειας βάµβακος στην Ελλάδα, όπως αναδεικνύουν άλλωστε και οι ζυµώσεις των τελευταίων ηµερών µε αφορµή την ανοιχτή διαβούλευση της Εθνικής Στρατηγικής, αλλά και το Συνέδριο Βάµβακος στις 17 Σεπτεµβρίου.
Σ’ αυτή τη νέα περίοδο που φαίνεται ότι ξεδιπλώνεται για την καλλιέργεια βάµβακος και τη µεταποίηση του στην Ελλάδα, προβάλλουν και οι προκλήσεις από τις κλιµατικές συνθήκες που µεταβάλλονται, µαζί µε το γεφύρωµα του χάσµατος ανάµεσα στους παραγωγούς και τους µεταποιητές.
Το πενταετές πλάνο για το βαµβάκι φιλοδοξεί σε βελτίωση των οικονοµικών δεδοµένων της καλλιέργειας, καθώς και στην προσαρµογή του στις νέες απαιτήσεις που θέτει η ΚΑΠ. Η συζήτηση ανοίγει σε µια περίοδο µετάβασης για την καλλιέργεια η οποία δείχνει να εξέρχεται από µια διετία ασύµφορων τιµών παραγωγού (44 λεπτά το 2019, 40-42 λεπτά το 2020 για το σύσπορο), που έκοψε αρκετά στρέµµατα χάρην άλλων καλλιεργειών µε ρηχό οικονοµικό αποτέλεσµα.
Αν προέκυψε κάτι θετικό από αυτή τη συµπίεση των οικονοµικών αποτελεσµάτων των εκµεταλλεύσεων, θα µπορούσε να είναι η αλλαγή της παραγωγικής φιλοσοφίας αλλά και η προσέγγιση της αγοράς εκ µέρους των παραγωγών µε έναν πιο ώριµο εµπορικά τρόπο. Πέρυσι δόθηκαν υποσχέσεις για διαφοροποίηση της τιµής στο σύσπορο βάσει της ποιότητας, κάτι που δούλεψε κάπως την προηγούµενη χρονιά και αναβάθµισε την καλλιεργητική κουλτούρα των παραγωγών. Ζητούµενο είναι να επαναληφθεί φέτος και να µην χαθεί µέσα στο κλίµα των υψηλών τιµών, όσο αφήνεται να εννοηθεί ότι τα 60 µε 62 λεπτά που ακούγονται για τη νέα παραγωγή αγνοούν το πριµ..
Το άλλο θετικό, η γενίκευση της δυνατότητας των προπωλήσεων, κάτι που η συγκυρία φέτος την αδίκησε, αλλά αναµφίβολα γίνεται ένα χρήσιµο εργαλείο διασποράς ρίσκου στα χέρια των καλά οργανωµένων αγροτών, που επιδιώκουν να φιξάρουν ποσότητες καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου..
Από το χωράφι 62 λεπτά το πρώτο φιξάρισµα σύσπορου
Βασικό ζητούµενο στη φετινή χρονιά να µην χαθεί σε ένα κλίµα ανατιµήσεων και υψηλών τιµών η προσπάθεια τιµολογιακής διαφοροποίησης στην ποιότητα.
Συµφωνία για 62 λεπτά το κιλό στο χωράφι, που έκλεισε πριν από λίγες ηµέρες στον κάµπο της Λαµίας για σύσπορο βαµβάκι δίνει τον τόνο στη φετινή χρονιά, µε τη συγκοµιδή να ξεκινά µε αξιώσεις τόσο για την τιµή παραγωγού όσο και για το διεθνές εµπόριο. Η πρώτη τιµή που ακούστηκε αντιστοιχεί σε περίπου 65 λεπτά παράδοση στην πόρτα του εκκοκκιστηρίου, όσο παράλληλα γίνονται συζητήσεις στον θεσσαλικό κάµπο γύρω από τα 60 λεπτά το κιλό, σε µια προσφορά που δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των παραγωγών, αφού αφήνεται να εννοηθεί πως στην τιµή περιλαµβάνεται και η ποιοτική διαφοροποίηση (ένα πριµ 2 µε 3 λεπτών το κιλό).
Εκφράζονται πάντως µέχρι στιγµής στην αγορά διαφορετικές προσεγγίσεις από εκκοκκιστήριο σε εκκοκκιστήριο που διαφοροποιούνται περαιτέρω ανάλογα και µε την συναλλακτική σχέση που έχουν οι παραγωγοί µε τις επιχειρήσεις.
Βασικό ζητούµενο φέτος είναι το να µη χαθούν µέσα σε αυτό το κλίµα ανατιµήσεων και υψηλών τιµών, οι προσπάθειες που εντάθηκαν πέρυσι για την τιµολόγηση της ποιότητας και υπό αυτήν την έννοια εκτιµάται πως τα εκκοκκιστήρια θα τηρήσουν τις υποσχέσεις τους για καλύτερη τιµή στις καλές ποιότητες.
Άλλωστε, λίγες εβδοµάδες νωρίτερα γίνονταν συζητήσεις για 64 λεπτά στο χωράφι µαζί µε το πριµ ποιότητας και όπως µεταφέρουν στην Agrenda έµπειροι και καλά οργανωµένοι αγρότες, κανένας δεν είναι διατεθειµένος να δώσει από τώρα το χέρι, χωρίς να ακούσει αυτό το κάτι παραπάνω.
Με το χρηµατιστήριο βάµβακος στα 93,50 σεντς ανά λίµπρα, η τιµή στο σύσπορο προσεγγίζει βάσει αναλογίας τα 60 λεπτά το κιλό, ωστόσο η φετινή χρονιά διαθέτει ακόµα ένα στοιχείο που θα µπορούσε να επιτρέψει αυτό το κάτι παραπάνω που επιδιώκουν οι αγρότες.
Η ζήτηση για βαµβακόσπορο στη γειτονική Ιταλία είναι έντονη, µε τους εισαγωγείς να έχουν µάλιστα πληρώσει ακόµα και 400 ευρώ τον τόνο για κάποιες παρτίδες από το περσινό στοκ. Οι διαπραγµατεύσεις για τις νέες τιµές περιστρέφονται γύρω από τα 310 ευρώ ο τόνος παράδοση λιµάνι τους, κάτι που δίνει µια τιµή κοντά στα 24 µε 25 λεπτά για το φετινό βαµβακόσπορο. Υπό αυτήν την έννοια και µε τα θεµελιώδη διεθνώς να εξακολουθούν να γέρνουν υπέρ των υψηλών τιµών, όσο παρατηρούνται και κάποιες µικροαναποδιές στην εγχώρια παραγωγή -όπως η ανάγκη για δεύτερη «γύρα» αποφύλλωσης στη Στερεά Ελλάδα και προσβολές από πράσινο σκουλήκι στη Θεσσαλία-, όλα δείχνουν πως η αγορά έχει ακόµα να δώσει.
Άλλωστε η απόσταση από τα 42 λεπτά που πληρώθηκε πέρυσι το σύσπορο ως τα 60 και τα 62 λεπτά είναι στο µεγαλύτερο µέρος της καλυµµένη από τις ανατιµήσεις που ήδη έχουν βάλει από την τσέπη τους οι παραγωγοί σε εισροές και ενέργεια.
Βασική προϋπόθεση για κάτι τέτοιο, βέβαια, να µην γίνει κάποιο κερδοσκοπικό γύρισµα στο χρηµατιστήριο, µε τα funds να αποτραβιούνται. Μια αγωνία που συζητιέται στους κύκλους παραγόντων της αγοράς, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν ακόµα ενδείξεις.
Σε ό,τι αφορά στις ισορροπίες στη διεθνή τιµή, το χρηµατιστήριο κινείται σε ένα σφιχτό εύρος τιµών, δείχνοντας πως διατηρεί µια καλή βάση στα 92 σεντς η λίµπρα, αντιµετωπίζοντας και µια ισχυρή αντίσταση στα 96 σεντς. Εφόσον διατηρηθεί το εύρος αυτό, «οδεύουµε σε µια χρονιά που θα µπορούσε να είναι χρονιά των παραγωγών», όπως την περιγράφει έγκυρος αναλυτής στην Agrenda.
Η µάχη για τα 100 σεντς
Έπειτα από την τελευταία έκθεση προσφοράς και ζήτησης του αµερικανικού υπουργείου Γεωργίας USDΑ, που έκανε λόγο για καλά φορτωµένα φυτά αυξάνοντας στα 18,5 εκατ. δέµατα την εκτίµηση για τη φετινή παραγωγή των ΗΠΑ, το χρηµατιστήριο βάµβακος δείχνει απρόθυµο να κινηθεί προς τα 96 σεντς ανά λίµπρα. Βέβαια, η παγκόσµια εικόνα µε την αυξηµένη κατά 810.000 δέµατα κατανάλωση, έναντι αύξησης 750.000 δεµάτων της παραγωγής και µε µια µείωση των αποθεµάτων κατά 450.000 δέµατα, µπορεί να δώσει την απαραίτητη ώθηση. Χωρίς κερδοσκοπικές τοποθετήσεις, αυτή τη στιγµή τα 100 σεντς ανά λίµπρα στα µελλοντικά συµβόλαια φαντάζουν δύσκολα και ένας επόµενος κύκλος ανόδου µε φρέσκο χρήµα θα µπορούσε να ενεργοποιηθεί αφού σπάσει η αντίσταση των 96 σεντς.
Πρωιµότερο και µε λιγότερους εχθρούς µε την άνοδο θερµοκρασίας το βαµβάκι
Του Γιώργου Κοντονή
Νέες ποικιλίες στα νότια και µεγαλύτερες αποδόσεις στα βόρεια τα επόµενα έτη φέρνει η αλλαγή στο κλίµα.
θετική επίδραση στο βαµβάκι τόσο στον βιολογικό του κύκλο, καθώς η συγκοµιδή θα γίνεται νωρίτερα, αλλά τόσο και στη διεύρυνση των ζωνών καλλιέργειάς του, θα έχει η εξέλιξη των κλιµατικών συνθηκών στην Ελλάδα και η αύξηση της µέση θερµοκρασίας, σύµφωνα µε µελέτη του Γεωπονικού Πανεπιστηµίου Αθηνών, που παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια του 2ου Πανελλήνιο Συνέδριου βάµβακος που διεξήχθει την περασµένη Παρασκευή στη Λάρισα.
Σύµφωνα µε τα ευρήµατα της µελέτης, αναµένεται τα επόµενα χρόνια να γίνουν περισσότερο παραγωγικές περιοχές που βρίσκονται στη Βόρειο Ελλάδα και τη Θράκη, ενώ παράλληλα θα µειωθεί ο κίνδυνος από προσβολές πράσινου ή ρόδινου σκουληκιού, λόγω πρωίµησης της καλλιέργειας. Μάλιστα µε την αύξηση της µέση θερµοκρασίας αναµένεται να βελτιωθεί η απόδοση και η ποιότητα του παραγόµενου βαµβακιού επειδή η καλλιέργεια δεν θα υφίσταται τις δυσµενής επιδράσεις των χαµηλών θερµοκρασιών στην εποχή της σποράς και φυτρώµατος.
Αναλυτικότερα, στη µελέτη την οποία εκπόνησε ο καθηγητής ΓΠΑ. ∆ηµήτρης Μπιλάλης και υποψήφιοι διδάκτορες του πανεπιστηµίου, εξετάστηκε πώς η κλιµατική αλλαγή και πιο συγκεκριµένα η αυξητική τάση που παρουσιάζει η θερµοκρασία τα τελευταία 50 χρόνια (1960-2010) θα επηρεάσει τον βιολογικό κύκλο της καλλιέργειας του βαµβακιού καθώς και των υπολοίπων πέντε σηµαντικότερων θερινών καλλιεργειών στην Ελλάδα.
Η θερµοκρασία βάσης του βαµβακιού είναι στους 10οC, που σηµαίνει ότι κάτω από αυτή τη θερµοκρασία η ανάπτυξη του φυτού είναι ελάχιστη ή µηδαµινή. Η θερµοκρασία είναι ο σηµαντικότερος παράγοντας για το βαµβάκι, ως θερµόφιλο φυτό, που καθορίζει τον τόπο και τον χρόνο καλλιέργειας. Τα φυτά συµπληρώνουν ένα θερµοκρασιακό εύρος που καλούνται βαθµοηµέρες προκειµένου να ωριµάσουν. Εάν έχουµε θερµή περίοδο το σύνολο καλύπτεται νωρίτερα. Στο σύνολο των µετεωρολογικών σταθµών παρουσιάζεται αυξητική τάση µεταξύ του 1960 – 2010 µε 4,048 βαθµοηµέρες/έτος, που αποτιµάται σε αύξηση 200 βαθµοηµερών την πενηνταετία. Κάτι το οποίο σηµαίνει ότι ο βιολογικός κύκλος του βαµβακιού θα µειωθεί κατά 10%, δηλαδή η συγκοµιδή θα γίνεται 2 ή 3 εβδοµάδες νωρίτερα. Η διάρκεια του βιολογικού κύκλου είναι πιθανό να µειωθεί από 8 έως 34 ηµέρες ανάλογα µε την περιοχή καλλιέργειας. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσµα η ζώνη καλλιέργειας του βαµβακιού να διευρυνθεί και βορειότερα. Η αύξηση των θερµοκρασιών και αντιστοίχως και των βαθµοηµερών έχει επίδραση στον χρόνο φύτευσης και στο εύρος της καλλιεργητικής περιόδου του βαµβακιού, ως εκ τούτου:
Θα φυτεύεται νωρίτερα αφού προβλέπεται ότι η καλλιέργεια θα έχει συντοµότερο βιολογικό κύκλο, ώστε να µην επηρεάζεται από τις βροχές του φθινοπώρου.
Θα βελτιωθεί η απόδοση και η ποιότητα του παραγόµενου βαµβακιού επειδή η καλλιέργεια δεν θα υφίσταται τις δυσµενής επιδράσεις των χαµηλών θερµοκρασιών στην εποχή της σποράς και φυτρώµατος.
∆εν θα συµπίπτει η εποχή καρποφορίας του βαµβακιού µε την εποχή των υψηλών ακραίων θερµοκρασιών του δεύτερου δεκαπενθήµερου του Ιουλίου.
Θα καταστούν περισσότερο παραγωγικές περιοχές που βρίσκονται στη Βόρειο Ελλάδα και Θράκη.
Θα καλλιεργηθούν νέες ποικιλίες βαµβακιού στις νότιες περιοχές, µεγαλύτερου βιολογικού κύκλου για καλύτερες αποδόσεις.
Θα µειωθεί ο κίνδυνος από προσβολές πράσινου ή ρόδινου σκουληκιού, λόγω πρωίµησης της καλλιέργειας.
Τρία µεγάλα ονόµατα στο βαµβάκι από την BASF
Συνδυασµός των ποικιλιών FiberMax®, Stoneville® και λύσεων φυτοπροστασίας.
H BASF προσφέρει ολοκληρωµένες λύσεις στην καλλιέργεια του βαµβακιού, µε ένα πλήρες χαρτοφυλάκιο σπόρων ποικιλιών βαµβακιού, αλλά και µε ένα ισχυρό χαρτοφυλάκιο προϊόντων φυτοπροστασίας.
Οι κορυφαίες ποικιλίες FiberMax® στηρίζουν εδώ και χρόνια την ελληνική ύπαιθρο και οικονοµία, καθώς είναι συνώνυµο µε τις υψηλές και σταθερές αποδόσεις, την αντοχή σε συνθήκες στρες, την εξαιρετική απόδοση και ποιότητα σε ίνα και την αναγνωρισιµότητα σε όλη την αλυσίδα αξίας του βαµβακιού. Ονόµατα όπως η Elsa, η Celia, η Carla, η Flora, η Fiona και η Carmen αποτελούν τις ποικιλίες που άλλαξαν τα δεδοµένα στο βαµβάκι συνδυάζοντας την υψηλή απόδοση σε σύσπορο και την εξαιρετική ποιότητα και απόδοση σε ίνα.
Μέσα από τον εµπλουτισµό του χαρτοφυλακίου της µε τις ποικιλίες Stoneville®, η BASF προσφέρει τη δυνατότητα διαφοροποίησης και δίνει νέα δυναµική στην καλλιέργεια. Οι ποικιλίες Stoneville® διαθέτουν γρήγορη αρχική ανάπτυξη, ευρεία επιλογή βιολογικού κύκλου, άριστη µεταβροχική συµπεριφορά και ευκολία διαχείρισης. H νέα ποικιλία Stoneville® Olivia κέρδισε, από την πρώτη κιόλας χρονιά καλλιέργειάς της, τους Έλληνες βαµβακοπαραγωγούς, µε την πολύ καλή προσαρµοστικότητα και συµπεριφορά της σε ποικιλία εδαφών και καλλιεργητικών πρακτικών. Είναι µια ποικιλία µεσοπρώιµη, µε γρήγορη αρχική ανάπτυξη, πολύ καλή ανεκτικότητα στην αδροµύκωση, άριστα ποιοτικά χαρακτηριστικά και απόδοση ίνας. ∆ιαθέτει χαρακτηριστικά που την κάνουν να ξεχωρίζει, όπως είναι η διατήρηση του πράσινου φυλλώµατος έως και την ωρίµανση του φυτού, µε αποτέλεσµα την υψηλή απόδοση σε σύσπορο βαµβάκι. Επίσης, το χαρακτηριστικό φύλλωµα µε χνούδι που διαθέτει, της προσδίδει πολύ καλή αντοχή στα µυζητικά έντοµα, ενώ το καλό άνοιγµα του καρυδιού της στην περίοδο της συγκοµιδής, έχει σαν αποτέλεσµα την εξαιρετική συλλεκτική συµπεριφορά του βαµβακιού µετά από βροχές.
Ο πειραµατισµός της BASF σε πανελλαδικό επίπεδο, από τον Έβρο µέχρι τη Βοιωτία, αποδεικνύει ότι οι ποικιλίες FiberMax® & Stoneville® έχουν ένα υψηλό δυναµικό απόδοσης σε σύσπορο και ίνα.
Η συνεχής έρευνα και ανάπτυξη νέων ποικιλιών αποτελεί δέσµευση της BASF στην καλλιέργεια βαµβακιού, ώστε οι ποικιλίες FiberMax® και Stoneville® να αποτελούν την πρώτη επιλογή για τον Έλληνα παραγωγό και να δίνουν λύσεις στις ανάγκες του.
Ο συνδυασµός των ποικιλιών FiberMax® και Stoneville® και των λύσεων φυτοπροστασίας της BASF, δίνει τη δυνατότητα στον Έλληνα καλλιεργητή να παράγει ποιοτικά προϊόντα και να αντιµετωπίζει τις προκλήσεις της καλλιεργητικής χρονιάς µε επιτυχία. Για την καλλιέργεια του βαµβακιού, οι λύσεις φυτοπροστασίας ξεκινούν από τα πρώτα στάδια της καλλιέργειας, µε τα κατάλληλα ζιζανιοκτόνα Stomp® Aqua και Focus® 10 EC, ώστε να γίνει η διαχείριση δύσκολων ζιζανίων και να διευκολυνθεί το πρώτο κρίσιµο στάδιο ανάπτυξης του βαµβακιού.
Η αντιµετώπιση των εντόµων είναι εξίσου σηµαντική. Από το 2021, η BASF συµπληρώνει τις λύσεις φυτοπροστασίας µε το εντοµοκτόνο Vesticor® 20SC για την αντιµετώπιση του πράσινου σκουληκιού. Επιπλέον, το Pix® 5 SL αποτελεί τη διαχρονική λύση για τη ρύθµιση ανάπτυξης του βαµβακιού, εξασφαλίζοντας µια ποιοτική απόδοση της καλλιέργειας και διευκολύνοντας τις καλλιεργητικές πρακτικές. Με το συνδυασµό των κατάλληλων αποφυλλωτικών προϊόντων Spotlight® και Sunset®, επιτυγχάνεται η γρήγορη και καθολική αποφύλλωση της καλλιέργειας του βαµβακιού, καθώς και το οµοιόµορφο άνοιγµα των καρυδιών.
Τα εξαιρετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά των ποικιλιών FiberMax® και Stoneville® πληρούν τις απαιτήσεις της βιοµηχανίας και αναβαθµίζουν το ελληνικό βαµβάκι στη διεθνή αγορά. Μέσα από τα προγράµµατα CSF & CSF upper, η BASF φιλοδοξεί να φέρει πιο κοντά όλους τους εµπλεκόµενους στην αλυσίδα αξίας του βαµβακιού, συνεισφέροντας στη δηµιουργία ενός επώνυµου, υψηλής προστιθέµενης αξίας προϊόντος.
∆ιαθέτοντας τις κορυφαίες ποικιλίες βαµβακιού FiberMax® & Stoneville®, το πρωτοπόρο πρόγραµµα παραγωγής βαµβακιού µε Βιώσιµες Γεωργικές Πρακτικές CSF (Certified Sustainable FiberMax), αλλά και ένα ισχυρό χαρτοφυλάκιο φυτοπροστατευτικών προϊόντων, η BASF είναι αξία στο βαµβάκι!
Σοφία Ζιώγα, Seeds Product Manager
Σε δηµόσια διαβούλευση έως 28 Σεπτεµβρίου η εθνική στρατηγική για το βαµβάκι
Σε δηµόσια διαβούλευση 15 ηµερών, ήτοι έως τις 28 Σεπτεµβρίου θέτει η Οµάδα Εργασίας Βάµβακος του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης την εθνική στρατηγική για την καλλιέργεια, µεταποίηση και εµπορία βαµβακιού στη χώρα µας. Σκοπός της εθνικής στρατηγικής για το χρονικό διάστηµα 2019-2029 είναι ο καθορισµός των στόχων και η περιγραφή των µέτρων για την µακροχρόνια και βιώσιµη ανάπτυξη του τοµέα βάµβακος της χώρας µας.
Φορέας παρακολούθησης ορίζεται η Οµάδα Εργασίας Βάµβακος του ΥΠΑΑΤ, η οποία θα πραγµατοποιεί τουλάχιστον τέσσερις συνεδριάσεις ανά έτος. Στις πρώτες δύο (τουλάχιστον) συνεδριάσεις του κάθε έτους, ένα από τα πάγια θέµατα θα είναι ο απολογισµός δράσεων και το αποτέλεσµα αυτών στην βαµβακοκαλλιέργεια. Στις επόµενες δύο (τουλάχιστον) συνεδριάσεις του κάθε έτους, ένα από τα πάγια θέµατα θα είναι ο προγραµµατισµός δράσεων σύµφωνα µε την εθνική στρατηγική για το επόµενο έτος.
Αναθεώρηση Στρατηγικής και τυχόν επανακαθορισµός των στόχων αυτής, θα γίνεται κάθε 5 έτη, εκτός κι αν ξαφνικές και ιδιαίτερες απαιτήσεις επιτάσσουν την ενδιάµεση αναθεώρησή της νωρίτερα.
Οι στόχοι είναι οι εξής:
1) Βελτίωση των οικονοµικών δεδοµένων της βαµβακοκαλλιέργειας
2) Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του κλάδου µεταποίησης του βάµβακος,
3) Βελτίωση της ποιότητας και η δηµιουργία «ταυτότητας» του Ελληνικού βάµβακος,
4) Ανάδειξη των φιλοπεριβαλλοντικών χαρακτηριστικών του τρόπου παραγωγής του βάµβακος
5) ∆ιατήρηση και διασφάλιση της στήριξης της ΚΑΠ για το βαµβάκι
«Στο πλαίσιο της επίτευξης µιας βιώσιµης και συνεχούς ανάπτυξής του βαµβακιού, η Οµάδα Εργασίας, όπου µετέχουν αρµόδιοι υπηρεσιακοί παράγοντες και η ∆ιεπαγγελµατική Βάµβακος, µέσω του καθορισµού ορισµένων στόχων και της περιγραφής µέτρων, διαµόρφωσε την Εθνική Στρατηγική για την καλλιέργεια, µεταποίηση και εµπορία του προϊόντος στην Ελλάδα. Οι στόχοι και τα µέτρα, εφόσον αυτό επιτάσσεται από τις συγκυρίες, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, µπορεί να αναθεωρούνται, προσδίδοντας κατά αυτόν τον τρόπο, στην περιγραφόµενη Εθνική Στρατηγική µη στατικό αλλά δυναµικό χαρακτήρα», αναφέρει η σχετική ανάρτηση στην πλατφόρµα διαβουλεύσεων.