![afieroma27-30_cover](https://agro.atcomcdn.com/images/940x610/files/afieroma27-30_cover.jpg)
Συνέντευξη στον Γιάννη Πανάγο
Εκτιµά ότι οι πολιτικές αυτές, όπως και οι πράσινοι φόροι, επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής των αγροτικών προϊόντων, υπονοµεύουν τον ανταγωνισµό και µεταφέρουν βάρη στους καταναλωτές. «∆εν ξέρω» τονίζει, «αν γνωρίζουν (οι Ευρωπαίοι πολίτες) ότι πληρώνουν το κόστος, αλλά θέλουν να ζήσουν παραπάνω χρόνια (καλύτερη ποιότητα ζωής) και να προστατέψουν το περιβάλλον, οπότε θα πρέπει να το πληρώσουν».
Ανάλογες επιφυλάξεις διατηρεί ο κ. Βεβελάκης και για τους δασµούς που εξετάζεται να επιβληθούν στα ρωσικά λιπάσµατα, τονίζοντας ότι οι εισαγωγές από τη Ρωσία αντιστοιχούν στο 30% των λιπασµάτων που χρειάζεται κάθε χρόνο η Ε.Ε., πράγµα που σηµαίνει ότι, αν λείψουν, θα πυροδοτήσουν νέα σοβαρή άνοδο στις τιµές των λιπασµάτων µε ότι αυτό σηµαίνει και για τις τιµές των αγροτικών προϊόντων.
Τέλος, ο έµπειρος γεωπόνος και µάνατζερ βλέπει µε αισιοδοξία τη νέα σεζόν στις εαρινές καλλιέργειες, καθώς τα προβλήµατα ρευστότητας στην αγορά δεν είναι κάτι που ανακύπτει πρώτη φορά, ενώ την πίεση στις τιµές κάποιων προϊόντων, όπως π.χ. το βαµβάκι, µπορεί να διαδεχθεί ένας ανοδικός κύκλος µε ενδιαφέρουσες επιδράσεις στην πρόσοδο των βαµβακοκαλλιεργητών.
Αν δεχθούµε ότι ο Γιούστους φον Λήµπιχ, κατά τα µέσα του 19ου αιώνα ήταν ο πατέρας των λιπασµάτων, που µπορούµε να πούµε ότι βρίσκεται σήµερα αυτός ο κλάδος; Οδηγούµαστε σε µια µεγάλη µετάβαση;
Είναι και δεν είναι σε µετάβαση, θα έλεγα. Για να το πούµε διαφορετικά και θα το αναφέρουµε πολλές φορές στη διάρκεια της κουβέντας, πλέον οι εποχές αλλάζουν τόσο γρήγορα, υπάρχει δηλαδή µια τροµερά µεγάλη µεταβλητότητα, ώστε ποτέ δεν ξέρουµε αν αυτό που συναντάµε ως τάση σήµερα θα υφίσταται και αύριο. Υπάρχει πάντως µια τάση στο πιο περιβαλλοντικό κοµµάτι της παραγωγής και της διαχείρισης. Φαίνεται ότι κάποια προϊόντα προσπαθούµε να τα παράξουµε µε το µικρότερο περιβαλλοντικό κόστος. Θα δούµε στην πορεία αν θα αντέξουν οι καταναλωτές, οι αγρότες, να επωµιστούν το κόστος, για να συνεχίσει αυτή η κατάσταση ή αν θα βγει µια άλλη πολιτική. Τώρα που βλέπουµε την αλλαγή στις ΗΠΑ, αυτή η τάση φαίνεται να καταργείται εκεί. Λένε, δηλαδή, ότι δεν θέλουν ανεµογεννήτριες, προτιµούν να σκάψουν για πετρέλαιο.
Θα συµφωνούσατε ότι τον τελευταίο καιρό, το µοντέλο που προωθούσε η ΕΕ, για περισσότερα προϊόντα µε λιγότερα λιπάσµατα, δείχνει να εξασθενεί;
Θυµάµαι ότι επί υπουργίας Βορίδη, όταν γύρναγε από τις Βρυξέλλες όπου συζητιόταν το «Green Deal» και του αναφέραµε ότι αυτό θα έχει πολύ µεγάλο κόστος και δεν έχει γίνει µια µελέτη των επιπτώσεων, µας απάντησε ότι µέχρι το 2030 που είναι να εφαρµοστεί 100% θα υποστεί πολλές αλλαγές. Οπότε νοµίζω σε αυτή τη φάση βρισκόµαστε και είµαι βέβαιος ότι θα υπάρξουν συµβιβασµοί. ∆εν θεωρώ ότι η ΕΕ θα υποχωρήσει, αλλά θα αναγκαστεί να συµβιβαστεί µε κάποιες καινούριες συνθήκες που θα υπάρξουν.
Θα έλεγα ότι και το κόστος θα είναι µεγάλο για την ΕΕ µε τόσα πράγµατα που έχει προτάξει γύρω από αυτήν την υπόθεση. Έχει σηµασία να περιµένουµε αυτές τις µέρες τον καθορισµό του νέου Πολυετούς ∆ηµοσιονοµικού Πλαισίου της ΕΕ, όπως και την πρώτη προσέγγιση για τη νέα ΚΑΠ, ώστε να καταλάβουµε και ποιες θα είναι οι προθέσεις της για το «Green Deal».
Πιθανόν να είναι και έτσι. Αλλά ακόµα και αυτό, Γιάννη, δεν νοµίζω πως θα είναι το τελικό. Θα περάσουµε από µια διαδικασία αξιολόγησης κάθε χρόνο ή ανά κάποια χρονική στιγµή, όχι µόνο των οικονοµικών, αλλά και του αποτελέσµατος που θα πετύχει αυτή η προσπάθεια. Πρέπει να αξιολογείται συνέχεια και να δούµε ποιος κερδίζει και ποιος χάνει τελικά. ∆εν είµαστε µόνο εµείς στον κόσµο. Η ΕΕ έχει βρεθεί σε ένα τέλµα. Φαντάσου ότι πριν από µερικά χρόνια το ΑΕΠ της ήταν υψηλότερο από αυτό των ΗΠΑ, ενώ αυτή τη στιγµή έχουν αντιστραφεί οι ρόλοι και αυτό των ΗΠΑ είναι 50% ψηλότερο. Έχουµε χάσει σε τεχνολογία, έχουµε επωµιστεί πολλά έξοδα καλυτέρευσης της ζωής των πολιτών, και είναι µια υπερβολή που κάποια στιγµή θεωρώ θα επαναξιολογηθεί.
Τελευταία γίνεται λόγος και για µια νέα εισφορά που ετοιµάζουν οι Βρυξέλλες για τα λιπάσµατα µε αυξηµένο ανθρακικό αποτύπωµα, το CBAM.
Αυτό δεν αφορά µόνο τα λιπάσµατα, αλλά και άλλους τοµείς της βιοµηχανίας. Στην ουσία είναι ένας φόρος άνθρακα, ένας φόρος µόλυνσης του περιβάλλοντος πιο απλοϊκά. Η ΕΕ λέει ουσιαστικά λέει ότι εντός των συνόρων της όλες οι βιοµηχανίες αναλαµβάνουν ένα αυξηµένο κόστος για να µειώσουν το αποτύπωµα άνθρακα. ∆εν είναι δυνατόν να έρχονται εισαγόµενα προϊόντα από άλλες βιοµηχανίες που δεν έχουν προβεί σ’ αυτές τις ενέργειες και να είναι φθηνότερα. Και µόνο για λόγους ανταγωνισµού αν το δούµε, πρέπει να έχουν ένα δασµό. Ουσιαστικά αυτό είναι το CBAM. Σε όποιο προϊόν εισάγεται θα επιβάλλεται δασµός, επειδή ακριβώς η επιχείρηση δεν πληρώνει τίποτα για να µειώσει το αποτύπωµα άνθρακα. Η «φάκα», όµως, είναι ότι το δασµό θα τον πληρώσουµε εµείς. Θα µετακυλήσει στους καταναλωτές και στους αγρότες, οι οποίοι θα πρέπει να τον συµπεριλάβουν στο κοστολόγιο τους. Θα τον πληρώσουν, δηλαδή, οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι φαντάζοµαι βέβαια ότι τον έχουν αποδεχτεί σε µεγάλο βαθµό. ∆εν ξέρω αν γνωρίζουν ότι πληρώνουν το κόστος, αλλά θέλουν να ζήσουν παραπάνω χρόνια και να προστατέψουν το περιβάλλον, οπότε θα πρέπει να τον πληρώσουν.
Το πρώτο ζητούµενο δεν θα πρέπει να είναι η ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής και αντίστοιχα της ελληνικής γεωργίας;
∆εν ξέρω αν αυτό είναι το ζητούµενο αυτή τη στιγµή. Εµείς το λέµε αυτό. Η τάση όπως αναφέραµε είναι, ναι µεν να παράγουµε, αλλά δίχως να κάνουµε ζηµιά στο περιβάλλον. Αυτό συµβαίνει αυτή τη στιγµή στην ΕΕ και πλήττει την ανταγωνιστικότητα, γιατί προστίθενται κόστη. Εποµένως, ως πρώτη προτεραιότητα δεν φαίνεται να είναι η ανταγωνιστικότητα. Τώρα, τα λιπάσµατα µπορούν να προσφέρουν στην ανταγωνιστικότητα ακόµα και σε αυτό το περιβάλλον. Η ευρωπαϊκή βιοµηχανία, όµως, θα ψάξει να βρει τρόπους να ξεφύγει από αυτόν τον αθέµιτο ανταγωνισµό, όπου οι υπόλοιποι παράγουν φθηνότερα και εµείς αναγκαστικά ακριβότερα. Μέσω της τεχνολογίας, για παράδειγµα, µπορεί να βρει προϊόντα µοναδικά, που όταν τα χρησιµοποιεί ο χρήστης, ο αγρότης στην περίπτωση µας, αυξάνει την παραγωγικότητα του και εποµένως γίνεται ανταγωνιστικότερος. Όχι, µέσω του κόστους, αλλά λόγω αύξησης της παραγωγής.
Σας ανησυχεί ο τρόπος µε τον οποίο µπαίνουµε στη νέα καλλιεργητική περίοδο; Υπάρχει η αίσθηση ότι τα µαγαζιά δυσκολεύονται να πάρουν πίσω τα χρήµατα τους.
Αυτό είναι ένα φαινόµενο που είναι παλιό. Τα µαγαζιά είναι ο χρηµατοδότης της γεωργίας από τότε που χαθήκαν φορείς όπως η Αγροτική Τράπεζα, αν κάτι δεν πάει καλά, όπως φέτος δεν πήγαν καλά το βαµβάκι, που είχε πολύ χαµηλή τιµή, και τα σιτάρια που είχαν χαµηλή τιµή και παραγωγή. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσµα να µην έχει ο αγρότης ρευστότητα, και εποµένως να µην µπορεί να επιστρέψει τα χρήµατα που του έχουν πιστώσει.
Είναι πιο δύσκολος αυτός ο χειµώνας από τον προηγούµενο; Ποιον άλλο δύσκολο χειµώνα θυµάστε;
Αναµφίβολα είναι πιο δύσκολος. Θυµάµαι πολλούς δύσκολους χειµώνες, δεν νοµίζω ότι είναι κάτι πρωτόγνωρο. Υπάρχει σίγουρα µια σοβαρή κρίση, αλλά εγώ είµαι πάντα αισιόδοξος, γιατί είµαι της άποψης ότι οι εποχές επαναλαµβάνονται. Είναι ουσιαστικά ένας κύκλος. Κάποτε θα πηγαίνουµε καλά, κάποτε όχι τόσο. Για παράδειγµα, το βαµβάκι είναι ένα χρηµατιστηριακό προϊόν, το οποίο φέτος έπεσε, αλλά θα ξανανέβει. Πρόπερσι ήταν πολύ ακριβό. Είναι καθαρά θέµα της αρνητικής δοµής που έχει η Ελλάδα, όπου ο αγρότης έχει ένα µικρό µέγεθος και δεν µπορεί να πάει να δανειστεί κανονικά από την τράπεζα, όπως συµβαίνει σε άλλες χώρες ή δεν µπορεί να πάρει τα εφόδια του τη στιγµή που πουλάει το προϊόν του. ∆εν µπορεί να το πουλήσει συµβολαιακά πριν το παράξει, όταν είναι καλή η τιµή. Υπάρχουν θέµατα διαρθρωτικά που δεν µπορούν να λυθούν εύκολα, κυρίως λόγω µεγέθους που είναι και το βασικό πρόβληµα.
∆ώστε µας µια εικόνα των τιµολογίων µε τα οποία ξεκινά η νέα χρονιά στους διάφορους τύπους λιπασµάτων.
Εγώ κοίταγα διαχρονικά τις τιµές των λιπασµάτων από το 2019, οι οποίες κατά κανόνα έχουν µια διεθνή εικόνα, δεν είναι στην Ελλάδα ακριβά και αλλού φθηνότερα. Υπάρχει µια διεθνής εικόνα, στην Ευρώπη πάντα. Από το 2019 και µετά περάσαµε την κρίση του κορωνοϊού, τον πόλεµο στην Ουκρανία που δηµιουργήσαν προβλήµατα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Αυτή τη στιγµή, οι τιµές έχουν πέσει αρκετά. ∆εν έχουµε πέσει στο επίπεδο του 2019, αλλά πιστεύω ότι είµαστε σε µια γραµµή, η οποία πιστεύω πως είναι διαχειρίσιµη.
Σε ποιον τύπο λιπασµάτων έχουµε αυτή τη στιγµή µεγαλύτερη πίεση;
Γενικά, το άζωτο, το οποίο είναι από τα πιο κρίσιµα στοιχεία και είναι αυτό που τελικά πρέπει να χρησιµοποιήσει ο παραγωγός. Η τιµή του επηρεάζεται σε µεγάλο βαθµό, από αυτήν του φυσικού αερίου, η οποία τελευταία κινείται ανοδικά. ∆εν φτάνει σε επίπεδα 2020-21, αλλά ανεβαίνει.
Τι άλλο επηρεάζει κατά βάση το κόστος παραγωγής των λιπασµάτων;
Το πρώτο και κυριότερο που το επηρεάζει είναι το φυσικό αέριο, που έχει τις µεγαλύτερες διακυµάνσεις και είναι δυσεύρετο στην Ευρώπη. Γενικά η Γηραιά Ήπειρος δεν έχει πρώτες ύλες. ∆εν έχουµε ούτε φώσφορο, ούτε φυσικό αέριο, ούτε κάλιο. Όλα είναι εισαγόµενα. Εκτός από τα κοιτάσµατα καλίου στη Γερµανία δεν έχουµε άλλα κοιτάσµατα πρώτων υλών.
Έχει ανοίξει τον τελευταίο καιρό και µια συζήτηση στην ΕΕ για δασµούς στα λιπάσµατα που εισάγονται από τη Ρωσία. Ποια είναι η γνώµη σας επ’ αυτού;
Καταρχάς να κάνω µια παρένθεση και να τονίσω ότι τάσσοµαι υπέρ της Ουκρανίας στην άδικη επίθεση που δέχθηκε, και υποστηρίζω πολλά µέτρα που πάρθηκαν κατά της Ρωσίας. Εντούτοις, διαφωνώ όσον αφορά τα µέτρα που πλήττουν τους ίδιους τους Ευρωπαίους. Η ΕΕ βιάζεται µερικές φορές να εφαρµόσει µέτρα χωρίς να έχει θωρακίσει τις «άµυνες» της.
Να διευκρινίσουµε εδώ ότι µέχρι στιγµής τα λιπάσµατα είχαν µείνει εκτός αυτής της αντιπαλότητας.
Λιπάσµατα, τρόφιµα και φάρµακα ήταν εκτός δασµών. Υπάρχουν κάποιες απαγορεύσεις, για παράδειγµα στα NPK λιπάσµατα υπάρχει ένα ποσοστό εισαγωγής από τη Ρωσία που δεν πρέπει να υπερβούµε. Το ποσοστό αυτό έχει καθοριστεί βάσει των εισαγωγών που γίνονταν κατά καιρούς και είναι σωστό µέτρο. Τώρα τι θα γίνει; Να διευκρινίσουµε εδώ ότι τα λιπάσµατα από τη Ρωσία και από άλλες χώρες έχουν ήδη δασµούς 6,5%. Από του χρόνου θα έχουµε και το φόρο άνθρακα CBAM, ο οποίος υπολογίζεται από 40-50 ευρώ ο τόνος και σε µερικές περιπτώσεις µπορεί να φτάσουν και παραπάνω. ∆ηλαδή, αυτοί οι δυο δασµοί µπορεί να αποτελούν το 25% ή και το 1/3 της τιµής των λιπασµάτων σε µερικές περιπτώσεις.
Εφόσον εφαρµοστούν οι δασµοί που ακούγονται είναι ξεκάθαρο ότι τα ρωσικά εργοστάσια δεν θα κατευθύνονται πια στην Ευρώπη, γιατί δεν θα συµφέρει. Θα πάνε προς τη Βραζιλία, την Ασία ή γενικά κάπου αλλού. Αυτό σηµαίνει ότι όλα τα προϊόντα που πούλαγε η Ρωσία στην Ευρώπη θα πρέπει να βρεθούν από κάπου αλλού, αφού η παραγωγή της ηπείρου είναι συγκεκριµένη. ∆εν µπορεί, δηλαδή, να αυξηθεί δραµατικά για να καλύψει το 30% που πουλούσαν οι Ρώσοι. Θα πρέπει να καλύψει το κενό από την Αίγυπτο, το Μαρόκο ή τη Βόρεια Αφρική, και λόγω των δυνατοτήτων της εφοδιαστικής αλυσίδας. Μόνο τα NPK ρωσικά λιπάσµατα ήταν 1 εκατ. τόνοι. Η ουρία άλλοι 1 εκατ. τόνοι. Αυτοί θα πρέπει να καλυφθούν από άλλες πηγές, και επειδή αυτό θα συµβεί απότοµα και το λίπασµα είναι commodity, που η τιµή του εξαρτάται από την προσφορά και τη ζήτηση, είναι ξεκάθαρο ότι οι τιµές θα ανέβουν. Το πόσο θα αυξηθούν δεν το ξέρω ακριβώς, αλλά έχω την εντύπωση ότι σε πρώτη φάση η άνοδος θα είναι αντίστοιχη αυτής, όταν ξεκίνησε ο πόλεµος στην Ουκρανία. Τότε, η ουρία που τώρα έχει 400-450 δολάρια, είχε πάει στα 900. Στιγµιαία οι τιµές µπορεί να ανέβουν πάρα πολύ, γιατί θα υπάρχει τεράστια ζήτηση. Αυτό που λέω είναι ότι η ΕΕ πυροβολεί τα πόδια της εφαρµόζοντας ένα µέτρο χωρίς να έχεις αξιολογήσει τις πιθανές επιπτώσεις του, και δίχως να βρει λύσεις σε όσα προκύψουν.
Όταν, για παράδειγµα, ο Ευρωπαίος αγρότης αγοράζει την ουρία 900 δολάρια, και ο Βραζιλιάνος ή ο Αφρικανός την παίρνει 400, πως θα ανταγωνιστεί στις διεθνείς αγορές µε τα ίδια προϊόντα. Ας πάρουµε το ελαιόλαδο ως παράδειγµα, όπου Μαρόκο, Τυνησία, Αλγερία το διαθέτουν όπως και εµείς, αλλά αυτοί θα έχουν το λίπασµα µε το µισό κόστος παραγωγής. Σε αυτό θα έπρεπε να έχουν βρεθεί λύσεις, όπως µια επιδότηση των αγροτών ή ένα πλαφόν στις τιµές των ευρωπαϊκών εργοστασίων. Πρέπει πάντα να έχουν βρεθεί λύσεις όταν εφαρµόζονται τέτοια µέτρα ή να επιβάλλονται σταδιακά. ∆έχοµαι, ότι έτσι όπως έχουν διαµορφωθεί οι συνθήκες δεν είναι καλό να υπάρχει εξάρτηση έστω και κατά 30% από χώρα µη φιλικά προσκείµενη. Πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να εφαρµοστεί το µέτρο σταδιακά όµως, και όχι απότοµα, γιατί µετά θα περάσει στο κόστος παραγωγής και κατά συνέπεια σε όλη την αλυσίδα, και θα το νιώσουµε όλοι µας στα supermarket.
Σας βρίσκει σύµφωνο ο τρόπος µε τον οποίο αδειοδοτούνται µέχρι τώρα τα λιπάσµατα που κυκλοφορούν στη χώρα µας, όπως και η αξιολόγηση που γίνεται αντίστοιχα στα σταθεροποιηµένα λιπάσµατα;
Εδώ και αρκετά χρόνια, η αδειοδότηση γίνεται βάσει του νέου κανονισµού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι κάτι που έχει καθοριστεί και το έχουν αποδεχθεί οι εταιρείες. Τα θέµατα και τα προβλήµατα έγκεινται στον εθνικό κανονισµό. Με το Σύνδεσµο Παραγωγών και Εµπόρων Λιπασµάτων, προσπαθούµε σε συνεργασία µε το υπουργείο να διαµορφώσουµε νέο νοµοθετικό πλαίσιο, ώστε τα λιπάσµατα να αξιολογούνται µε τον πρέποντα τρόπο, γιατί ο παλιός κανονισµός χρονολογείται στο 2000. Πρέπει να προσαρµοστούµε και στο νέο πλαίσιο της ΕΕ, αλλά και στις τρέχουσες ανάγκες, όπως τα σταθεροποιηµένα λιπάσµατα, οι βιοδιεγέρτες και ότι άλλο καινούριο κυκλοφορεί στην αγορά. Νοµίζω ότι είναι κάτι στα σκαριά, και γνωρίζω ότι ο ίδιος ο υπουργός το έχει αναλάβει προσωπικά, αλλά όπως πάντα στην Ελλάδα όλα καθυστερούν. Ενώ το εµπόριο προχωράει, οι νόµοι µένουν πίσω. Εκεί είναι το παράπονο πάντα, εγώ δεν έχω κάποια θέµατα µε το προσωπικό του υπουργείου που παλεύει µε ελλείψεις.
Είµαστε πολύ κοντά στη νέα περίοδο για τις εαρινές καλλιέργειες και σπορές. Αν ήσασταν αγρότης, µε βάση την εµπειρία των 32 χρόνων ως γεωπόνος και άνθρωπος των λιπασµάτων, ποια προϊόντα θα βλέπατε µε µεγαλύτερο ενδιαφέρον για τη φετινή χρονιά;
Η δουλειά κάθε χρόνο γίνεται πιο δύσκολη, γιατί αυτός που θα αποφασίσει πρέπει να γνωρίζει µεγάλο όγκο πληροφοριών. ∆εν πρέπει να δουλέψει µόνο ως αγρότης, αλλά και σαν έµπορος. Μόνο σαν αγρότης εγώ πιστεύω ότι είναι εύκολο, πλέον, και ισχύει για πολλούς από τους αγρότες µας που είναι έµπειροι και µπορούν να κάνουν καλές παραγωγές. Πρέπει να δουν όµως αν το προϊόν τους θα µπορέσουν να το πουλήσουν σε καλή τιµή. ∆εν είναι εύκολο αυτό, είναι σαν να παίζεις στο χρηµατιστήριο. Πρέπει κάθε στιγµή να είσαι πληροφορηµένος, να δεις τι γίνεται στην παγκόσµια αγορά και να πάρεις µια απόφαση που έχει ρίσκο. Αυτό ισχύει και για µας που πουλάµε τα εφόδια, γιατί και εµείς πρέπει να προσαρµόσουµε τις παραγγελίες και τα προϊόντα µας σε αυτό που νοµίζουµε ότι θα γίνει. Γι’ αυτό δεν µπορεί να δοθεί µια καθαρή απάντηση. Υπάρχουν και άλλοι περιοριστικοί παράγοντες Γιάννη. Το ξέρεις ότι πέρα από την απόφαση, πρέπει να έχεις και νερό για παράδειγµα. Αν βάλεις καλαµπόκι χρειάζεσαι υδάτινους πόρους. ∆ηλαδή, πριν πάρει κάποιος µια απόφαση πρέπει να λάβει υπόψιν και τέτοιου είδους παραµέτρους. Τώρα ακούω πως στην Κρήτη θα σταµατήσει νωρίς το κρατικό κανάλι που παρέχει το νερό, στις αρχές της άνοιξης, οπότε αυτοί που καλλιεργούσαν ντοµάτες και τα θερµοκήπια, ίσως, χρειαστεί να σκεφτούν κάποιες άλλες καλλιέργειες.
Και στον Κάµπο της Κωπαΐδας γράφαµε πρόσφατα στην Agrenda γίνεται άντληση νερού από µεγάλες γεωτρήσεις για να έρθει στο Μαραθώνα και να έχει νερό η Αθήνα. Αυτό δυσκολεύει ακόµα περισσότερο τους αγρότες.
Είναι ακόµα η συµβολαιακή, και ίσως πρέπει να αναζητηθούν τέτοιου είδους λύσεις, που προσφέρουν από την αρχή µια τιµή, την οποία αξιολογείς για να δεις αν είναι συµφέρουσα, και προχωράς µε άλλου είδους προϋποθέσεις και µε άλλες δεσµεύσεις. Είναι κάποια πράγµατα που ο αγρότης πρέπει να τα δει επιχειρηµατικά και όχι µε το θυµικό ή µε το τι γνωρίζει καλύτερα.
Σήµερα το βαµβάκι διεκδικεί ενίσχυση έως και 200 ευρώ το στρέµµα. Αυτό είναι µια ασφαλής βάση πάνω στην οποία ο παραγωγός µπορεί να κινηθεί. Βεβαίως, η τιµή του βαµβακιού πέρσι δεν ήταν η καλύτερη κι αυτό προβληµατίζει.
Όπως είπαµε είναι χρηµατιστηριακό προϊόν, και όπως έπεσε θα ξανανέβει, εκτός και αν υπάρξει κάποια πολύ ιδιαίτερη κατάσταση. Με µεγάλο ενδιαφέρον αναµένουµε να δούµε και τι θα κάνει ο Τραµπ. Που θα βάλει, δηλαδή, δασµούς πέρα από τα βιοµηχανικά προϊόντα, όπως ο χάλυβας και το αλουµίνιο. Θα έχουµε καµιά επίπτωση στο γεωργικό κοµµάτι που µας ενδιαφέρει;
Με τις νέες τεχνολογίες τι γίνεται τελικά; Συµβάλλουν στην ανταγωνιστικότητα των εκµεταλλεύσεων ή φέρνουν ταχύτερα την όλο και µεγαλύτερη συγκέντρωση της παραγωγής σε όλο και λιγότερες εκµεταλλεύσεις;
Αυτό το είπες αρνητικά;
Όταν υπάρχει οικονοµική αδυναµία ναι. Γιατί, αν δεν µπορούν οι παραγωγοί να ενσωµατώσουν την τεχνολογία και να ενισχύσουν έτσι την ανταγωνιστικότητα των εκµεταλλεύσεων τους, βλέπουµε να ωθούνται σταδιακά εκτός «παιχνιδιού».
Εγώ το βλέπω λίγο διαφορετικά. Για παράδειγµα, τα µπακάλικα εξελίχθηκαν σε supermarket. Αυτό δεν το επέβαλε κανείς, απλά τα πράγµατα τείνουν προς µεγαλύτερες εκδοχές. Αυτό, όµως, δεν σηµαίνει ότι θα εξαφανιστεί ο µικρός παραγωγός. Στην Ελλάδα ειδικά είναι δύσκολο να εξαφανιστεί και λόγω της κοινωνικής δοµής της υπαίθρου. Θα µπορούσαν, όµως, όλοι οι µικροί παραγωγοί να δηµιουργήσουν µια ένωση. ∆εν θέλω να πω συνεταιρισµό, γιατί έχουµε καταφέρει η λέξη αυτή να ακούγεται πολύ άσχηµη. Θα µπορούσαν, όµως, να εκµεταλλευτούν την τεχνολογία, και να κάνουν µεγάλου είδους συνεργασίες, µέσω των οποίων θα λειτουργήσουν εµπορικά και θα εκµεταλλευτούν ότι χρειάζεται µεγαλύτερο µέγεθος. ∆υστυχώς, όµως έχουµε το µεσογειακό χαρακτηριστικό του ατοµισµού. Μερικές φορές, τη συνεργασία στην επιβάλλουν οι καταστάσεις, γιατί αλλιώς όντως πρέπει να εγκαταλείψεις το χώρο και να δώσεις τις εκµεταλλεύσεις σου σε κάποιον µεγαλύτερο. Νοµίζω ότι υπάρχουν επενδυτές σε αρκετές καλλιέργειες, είτε αγρότες είτε καινούρια άτοµα που θα έρθουν στο χώρο. Θα φανεί, αυτό, και θεωρώ ότι έχει πολύ ενδιαφέρον.
Μια πιο προσωπική ερώτηση. Μετά από τόσα χρόνια στο χώρο της γεωπονίας και τον κλάδο των λιπασµάτων, τι άλλο θα µπορούσε να είχε επιλέξει στη ζωή του ως επαγγελµατική ενασχόληση ο Γιάννης Βεβελάκης;
Είµαι 59 χρονών, µε 32 χρόνια στο χώρο, αλλά αισθάνοµαι ακόµα πολύ νέος και µε ενέργεια, επειδή, µου αρέσει αυτό που κάνω. Νοµίζω ότι αν επαγγέλλεσαι αυτό που επιθυµείς µπορείς να µην σταµατήσεις ποτέ και να συνεχίσεις για πολλά χρόνια. Εγώ είµαι σε αυτή την κατηγορία, αν και πιστεύω ότι κάποια στιγµή πρέπει να κάνουµε και κάτι διαφορετικό στη ζωή µας. Έβλεπα παλιά συναδέλφους που πέρναγαν τα 65-66 και παραµέναν στο χώρο, και αναρωτιόµουν αν έχουν κάτι άλλο να ασχοληθούν. Ίσως το τρέξιµο να είναι ένα χόµπι για µένα και είναι κάτι που θα µε απασχολήσει µόλις σταµατήσω από τον χώρο αυτόν.
Σύντομο βιογραφικό του Γιάννη Βεβελάκη
Ο Γιάννης Βεβελάκης είναι γεωπόνος απόφοιτος του Γεωπονικού Πανεπιστηµίου Αθήνας µε ειδικότητα Φυτοτεχνία και κατέχει µεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (Msc) από το Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών στο Marketing και την Επικοινωνία. Γεννήθηκε στην Αθήνα τον Μάρτιο του 1966. Έχει διατελέσει πρόεδρος του Συνδέσµου Παραγωγών και Εµπόρων Λιπασµάτων (ΣΠΕΛ) τις διετίες 2012-2016 και 2020-2022. Από το 2024 διατηρεί τη θέση του Αντιπρόεδρου. όπως και την περίοδο 2016-2020. Eίναι ∆ιευθύνων Σύµβουλος και Αντιπρόεδρος στην εταιρεία Eurochem Agro Hellas SA που εδρεύει στο Nέο Ψυχικό. Έχει εργαστεί κατά το παρελθόν σε τµήµατα Πωλήσεων και Μάρκετινγκ Ελληνικών εταιρειών, ενώ υπήρξε επί 8 χρόνια αποκλειστικός σύµβουλος της εταιρείας K+S Kali GmbH για την Ελλάδα και την Κύπρο. Είναι παντρεµένος και έχει 3 παιδιά.
Ολόκληρο το αφιέρωμα της Agrenda είναι διαθέσιμο εδώ