Πριν καλά – καλά πέσει η αυλαία της φετινής αλωνιστικής περιόδου στο µεγαλύτερο καλλιεργητικό κέντρο ρυζιού της χώρας, στην πεδιάδα της ∆υτικής Θεσσαλονίκης, οι πρώτες, «τροχιοδεικτικές», εµπορικές πράξεις για µικρές είναι αλήθεια ακόµη ποσότητες, ξεκίνησαν στα 50-52 λεπτά το κιλό στις µακρύσπερες ποικιλίες, στα 43 λεπτά στις µεσόσπερµες και στα 60-70 λεπτά το κιλό για την Καρολίνα.
«Τα µεσόσπερµα και η Καρολίνα άνοιξαν λίγο πιο χαµηλά από πέρυσι, ενώ αντίθετα οι µακρύσπερµες ποικιλίες κρατιούνται ψηλά και σε αυτό έχει συµβάλει εµµέσως η αναταραχή στο Σουέζ, καθώς έχει εκτινάξει τα µεταφορικά κόστη. Αυτό έχει ως συνέπεια οι αντίστοιχες ποικιλίες από τρίτες ασιατικές χώρες να χάνουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτηµα της χαµηλής τιµής, οπότε έχουν περιοριστεί οι εισαγωγές στην Ευρώπη, γεγονός που µεταφράζεται σε υψηλή ζήτηση για το ευρωπαϊκό και κατ’ επέκταση και το ελληνικό µακρύσπερµο ρύζι», ανέφερε στην Agrenda ο Χρήστος Γκαντζάρας, πρόεδρος του Συνεταιρισµού Α’ Χαλάστρας.
Ξεφυλλίστε και κατεβάστε σε υψηλή ανάλυση το φύλλο 990 της Agrenda
Το δείγµα, πάντως, είναι ακόµη µικρό και ο κ. Γκαντζάρας δεν κρύβει τη συγκρατηµένη αισιοδοξία του πως η συνέχεια ίσως και να επιφυλάσσει κάτι καλύτερο, ως προς τις τιµές του προϊόντος και συνιστά υποµονή.
«Εµείς έχουµε ως σηµατωρό µας την Ιταλία, η οποία έχει δέκα φορές περισσότερα στρέµµατα ρυζιού από ό,τι καλλιεργούµε στην Ελλάδα. Στη γειτονική χώρα, λοιπόν, αν και εµπορικά η σεζόν άνοιξε χαµηλά, πλέον έχει αρχίσει σταδιακά η αγορά να ανακάµπτει. Ευελπιστούµε πως ανάλογη θα είναι η πορεία και στην ελληνική αγορά. Χρειάζεται υποµονή, είναι νωρίς ακόµη», ανέφερε και εκτίµησε πως «περιµένουµε να δούµε τί θα κάνουν και οι Τούρκοι, οι οποίοι έκαναν την εµφάνισή τους πέρυσι. Αντίθετα, οι µακρύσπερµες και η Καρολίνα αποτελούν µικρότερο κοµµάτι της παραγωγής και η ζήτηση δείχνει ήδη ικανοποιητική».
Μειωµένες αποδόσεις
Στρεµµατικά οι αποδόσεις παρουσίασαν µια µικρή µείωση, της τάξης του 5% έως 15%, ανάλογα την περιοχή, το χωράφι και τις φροντίδες του παραγωγού. Έτσι, για τις µεσόσπερµες κατηγορίες κατά µέσο όρο οι αποδόσεις κινήθηκαν στα 950 κιλά το στρέµµα, στις µακρύσπερµες στα 800-850 κιλά το στρέµµα και στις Καρολίνες στα 900 κιλά το στρέµµα.
«Πρόκειται για κάτι αναµενόµενο µε τον παρατεταµένο καύσωνα όλο το καλοκαίρι, ενώ και στην περίοδο της σποράς οι βροχές δεν βοήθησαν, ωστόσο ο καιρός έδωσε την ευκαιρία για διορθώσεις. Μιλάµε για διαχειρίσιµες απώλειες», σηµειώνει ο κ. Μπότας. Ένας ακόµη λόγος που πιθανώς οδήγησε στη µείωση παραγωγής, σύµφωνα µε τον Χρήστο Γκατζάρα, αφορά τα ζιζάνια, καθώς είναι πολλές οι δραστικές που έχουν βγει από τη φαρέτρα των παραγωγών, µε οδηγίες από την ΕΕ, µε συνέπεια να καταπολεµούνται δύσκολα.
Ο πρόεδρος του συνεταιρισµού Α’ Χαλάστρας είπε ακόµη πως αν και τα οριστικά στοιχεία του ΟΣ∆Ε δεν έχουν γίνει ακόµη γνωστά, όλα δείχνουν πως φέτος στην πεδιάδα της ∆υτικής Θεσσαλονίκης καλλιεργήθηκαν περί τα 270.000 – 280.000 στρέµµατα, αυξηµένα κατά 10%-15%, κυρίως από εκτάσεις που «έφυγαν» από το βαµβάκι, καθώς και πέρυσι η συγκεκριµένη καλλιέργεια δεν ικανοποίησε τους αγρότες.
Έναρξη σεζόν στα περσινά επίπεδα, στα 40 λεπτά τα έξοδα της καλλιέργειας
Για µια εµπορική σεζόν στην εγχώρια καλλιέργεια του ρυζιού που ξεκινά, από άποψη τιµών, περίπου από εκεί που σταµάτησε η αντίστοιχη περσινή, µιλά και ο Γιώργος Μπότας, γραµµατέας του Συνεταιρισµού Β’ Χαλάστρας, ενώ παράλληλα εκφράζει την ελπίδα πως γρήγορα οι τιµές θα ανακάµψουν. «Τα έξοδα είναι βαριά, φτάνουν τα 40 λεπτά το κιλό και εάν δεν ανταποκριθεί και η αγορά, πληρώνοντας ένα ποσό στο προϊόν που να καθιστά βιώσιµες τις εκµεταλλεύσεις, θα προκύψει ζήτηµα στη συνέχιση της καλλιέργειας» τόνισε ο κ. Μπότας.
Ο γραµµατέας του Συνεταιρισµού Β’ Χαλάστρας ανέφερε, ακόµη, πως ο φετινός αλωνισµός έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και σε γενικές γραµµές το αποτέλεσµα είναι ικανοποιητικό. «Το αλώνισµα εξελίχθηκε ανέλπιστα οµαλά. Επικράτησαν καθ’ όλη τη διάρκεια του ξηρές συνθήκες, γεγονός που βοήθησε στο να κρατηθούν χαµηλά τα κόστη για την αποθήκευση και τη ξήρανση, δίδοντας ένα συν για τον παραγωγό».