Αν και αυξάνονται οι φυτεύσεις καρυδιών από παραγωγούς βαµβακιού, καλαµποκιού και σιταριού, αλλά και από ετεροεπαγγελµατίες που έχουν κληρονοµήσει χέρσα χωράφια, υπάρχει δισταγµός όσον αφορά τη δηµιουργία Οµάδων µέσω των οποίων, ως γνωστόν, µπορεί να διεκδικηθεί επιδότηση για σπαστήρα και ως εκ τούτου να επιτευχθούν πολύ υψηλές τιµές όσον αφορά το καρύδι.
Η απουσία Οµάδων οφείλεται εν µέρει και στο ότι υπάρχουν σε κάθε περιοχή 2-3 έµποροι µε σπαστήρες και οι τιµές είναι σε σταθερά επίπεδα τα τελευταία χρόνια, µε αποτέλεσµα οι περισσότεροι παραγωγοί να µην αναζητούν άλλους τρόπους διάθεσης. Εδώ να σηµειωθεί ότι υπάρχουν παραγωγοί που διαθέτουν µόνοι τους συµβατικό καρύδι έως 4-5 ευρώ το κιλό, ωστόσο, λίγα κιλά τη φορά και όχι µεγάλες ποσότητες. Η ζήτηση είναι ανοδική για το προϊόν, το οποίο δε φτάνει για την εγχώρια αγορά, που καλύπτεται από εισαγόµενο. Βέβαια, αρκετοί είναι οι παραγωγοί που ανησυχούν για την πορεία των τιµών και της ζήτησης τα επόµενα χρόνια που θα µπαίνουν σε παραγωγή οι φυτεύσεις που έγιναν κατά κόρον τα τελευταία 3-4 χρόνια.
Η έως τώρα ζήτηση, η οποία παρατηρείται γενικώς για τους ξηρούς καρπούς, σε αντίθεση µε άλλα αγροτικά προϊόντα, ήταν το βασικό κίνητρο που ώθησε πολλούς να φυτεύσουν καρυδιές, ενώ κίνητρο εκτιµάται ότι θα αποτελέσει και η συνδεδεµένη ενίσχυση, στα 15-20 ευρώ το στρέµµα, η οποία θα ισχύει για πρώτη φορά για όσους καλλιέργησαν το ’16, ενώ αναµένεται να γίνει σχετική µελέτη ώστε να προσδιοριστεί και το πριµ βιολογικής από το ’18. Άρα, η επιδότηση –πριµ και συνδεδεµένη- θα είναι 80-100 ευρώ το στρέµµα-, επισηµαίνει ο Γιάννης Παπαδόπουλος, πρόεδρος της Ένωσης Βιοκαλλιεργητών Σερρών, ο οποίος προσπάθησε πάνω από ένα χρόνο προκειµένου να πάρει και η βιολογική καλλιέργεια καρυδιού πριµ.
Να σηµειωθεί ότι η καλλιέργεια από τον 4ο χρόνο αρχίζει να βγάζει παραγωγή, από τον 5ο µπορούν να καλυφθούν τα έξοδα της χρονιάς και έως τον δέκατο χρόνο αυξάνεται σταδιακά η παραγωγή, σύµφωνα µε τον γεωπόνο και παραγωγό Νικόλαο Γκόγια, ενώ το κόστος φυτεύσεων µε δεδοµένη απόσταση 14 δέντρα το στρέµµα και µέση τιµή δέντρων 12 ευρώ το ένα, είναι περίπου 170 ευρώ το στρέµµα και το αρδευτικό κόστος στα 100 ευρώ το στρέµµα.
Αυξήθηκαν οι κλοπές καρπών στη Β. Ελλάδα
Εντονότερο έχει γίνει τα τελευταία χρόνια το φαινόµενο των κλοπών καρυδιού από τα δέντρα, όπως λένε στην Agrenda παραγωγοί από τη Β. Ελλάδα και τη Στερεά. Αυτό είχε παρατηρηθεί και παλαιότερα, αλλά σε πολύ µικρότερο βαθµό, προσθέτουν.
Σύµφωνα µε τους παραγωγούς, αυτή η περίοδος είναι η πιο κατάλληλη για τις φυτεύσεις καρυδιάς.
«Η καλλιέργεια έχει ευδοκιµήσει σε όλα τα εδάφη –αµµώδη, πηλώδη, αργιλώδη- χωρίς να παρουσιαστούν προβλήµατα», υπογραµµίζει ο πρόεδρος της Ένωσης Βιοκαλλιεργητών Σερρών, Γιάννης Παπαδόπουλος. Επίσης, η καλλιέργεια δεν παρουσιάζει πρόβληµα ούτε µε τις θερµοκρασίες, εκτός από τις πολύ υψηλές (>40 0 C), ενώ λέγεται ότι όσο πιο ορεινή είναι η περιοχή τόσο περισσότερο ευνοείται η καρυδιά.
Σύµφωνα µε τον γεωπόνο και παραγωγό, Νικόλαο Γκόγια, οι καρυδιές χρειάζονται περισσότερο νερό απ’ τις φιστικιές, για παράδειγµα, µέχρι και το Σεπτέµβριο, ενώ αν κοπεί το νερό, λόγου χάρη, τον Αύγουστο, δεν παράγονται καλά καρύδια. Επίσης, όπως λέει ο ίδιος, τα εδάφη συνιστάται να είναι στραγγερά.
Φέτος η παραγωγή ήταν µειωµένη στα συµβατικά κατά 30-50% και στα βιολογικά έως 90%, σύµφωνα µε τους παραγωγούς λόγω κυρίως των υψηλών θερµοκρασιών τον περασµένο χειµώνα, που είχαν ως αποτέλεσµα να µην ξεκουραστούν τα δέντρα. Σ’ αυτό έπαιξε ρόλο η ανοµβρία από την άνοιξη σε συνδυασµό µε την ξηρασία και τη µεγάλη εναλλαγή θερµοκρασιών µεταξύ ηµέρας και νύχτας στη Β. Ελλάδα.
Ζηµιά από την ανοµβρία
«Η φετινή σεζόν δεν ήταν ιδιαίτερα καλή τόσο από άποψη ποσότητας όσο και ποιότητας, καθώς ήταν πολλά τα κούφια καρύδια σε σχέση µε άλλα χρόνια», επισηµαίνουν παραγωγοί απ’ τη Φθιώτιδα. Να σηµειωθεί ότι στην περιοχή οι τιµές για τα µεγάλα, καλά καρύδια φτάνουν τα 4 ευρώ το κιλό. Παράλληλα, στη Β. Ελλάδα οι τιµές που δίνουν οι έµποροι είναι κατά µέσο όρο στα 2,80-3,20 ευρώ το κιλό, ενώ το βιολογικό πωλείται στα 5-6 ευρώ τα 1.100-1.200 γραµµάρια.