Το χειμερινό κλάδεμα καρποφορίας της ακτινιδιάς αποτελεί αναμφισβήτητα την πιο σημαντική καλλιεργητική εργασία που διασφαλίζει αφενός την καλή υγεία και την παραγωγικότητα των δέντρων και αφετέρου την παραγωγή καρπών υψηλής ποιότητας. Ο καλλιεργητής κλαδεύει την ακτινιδιά με σκοπό τη δημιουργία καλών συνθηκών αερισμού και φωτισμού ώστε να παραμένουν μακροχρόνια τα δέντρα τόσο υγιή όσο και παραγωγικά. Υπενθυμίζεται πως στην ακτινιδιά, τα καρποφόρα όργανα δεν είναι µόνιµα, αλλά το δέντρο καρποφορεί σε βλαστούς του ίδιου έτους, που προέρχονται από κληµατίδες (καρποφόρες κεφαλές) του προηγούμενου.
Γεωπόνοι συνιστούν το κλάδεµα καρποφορίας σε οπωρώνες ακτινιδιάς να ξεκινάει από τον Ιανουάριο, οπότε και οι οφθαλµοί βρίσκονται στο στάδιο του λήθαργου και ιδανικότερα μετά τους πρώτους παγετούς του χρόνου και σε όσο το δυνατόν πιο ξηρό καιρό, καθώς η αυξημένη υγρασία ευνοεί την ανάπτυξη μυκητολογικών προσβολών. Τα κλαδευτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται θα πρέπει επίσης να απολυμαίνονται καταλλήλως (διάλυμα υποχλωριώδους νατρίου 10%).
Το κλάδεμα καρποφορίας αρχίζει να εφαρμόζεται από τον τέταρτο χρόνο ανάπτυξης οπότε και έχουν πλέον αναπτυχθεί οι βλαστοί του δέντρου και ο καλλιεργητής προσπαθεί να αντικαταστήσει τους κλάδους που καρποφόρησαν για να αναπτυχθούν οι νέοι που θα δώσουν την καινούρια παραγωγή την επόμενη περίοδο ενώ παράλληλα, απομακρύνονται -ως είθισται- οι ξεροί, αδύναμοι ή προσβεβλημένοι από ασθένειες και έντομα βλαστοί. Προσέχουμε, να μην κόψουμε πολλούς κλάδους που είναι φετινοί και λαίμαργοι, καθώς αυτοί οι λαίμαργοι βλαστοί θα καρποφορήσουν τον επόμενο χρόνο και μία μαζική αφαίρεσή τους κοστίζει στο παραγωγό.
Στην περίπτωση της ακτινιδιάς, οι καρποί παράγονται από τους 3-5 οφθαλµούς στη βάση της κληµατίδας και ο παραγωγός µπορεί να επιλέξει να εφαρµόσει µακρό, µέτριο ή βραχύ κλάδεµα µε βάση των αριθµό των οφθαλµών που θα αφήσει στην κληµατίδα, ανάλογα πάντα µε τις απαιτήσεις της καλλιεργούµενης ποικιλίας και της ζωηρότητάς της. Εν τέλει, σε ένα πλήρες ανεπτυγμένο φυτό και ανάλογα με τη ζωηρότητά του κατά το χειμερινό κλάδεμα αφήνονται συνήθως 15-20 βέργες παραγωγής. Για την επίτευξη καλού φωτισµού της κόµης, θα πρέπει να αφαιρούνται οι κλάδοι που κατευθύνονται προς το κέντρο, ενώ το επιθυμητό σχήµα για τους παραγωγικούς κλάδους που παραµένουν είναι το ψαροκόκαλο µε σταθερές αποστάσεις 35-40 εκατοστών µεταξύ τους, ενώ σύμφωνα με τους ειδικούς, μετά το κλάδεμα ακολουθεί η μηχανική καταστροφή των κομμένων κλάδων από το έδαφος του οπωρώνα, όπως και η επέμβαση με εγκεκριμένο χαλκούχο σκεύασμα προς αποφυγή μολύνσεων στις πληγές. Μετά το κλάδεμα όλες οι κληματίδες δένονται στα σύρματα, ενώ γεωπόνοι υπενθυμίζουν πως σε περίπτωση ανεπανόρθωτης ζημίας (π.χ. από παγετό), ακόμη και ολόκληρη η κόμη ή και ακόμη και ο κορμός του δέντρου μπορούν να ανανεωθούν πλήρως.