Παράλληλα, συνεχίζεται µε ικανοποιητικό ρυθµό η συγκοµιδή της ποικιλίας Μαγληνό µέχρι τα τέλη Μαρτίου, όµως η εξέλιξη των καιρικών συνθηκών και η παρατεταµένη περίοδος ξηρασίας πέρυσι από Απρίλιο έως Αύγουστο έχουν προκαλέσει σοβαρή µείωση παραγωγής της τάξης του 50-60% για το Μαγληνό και 25-30% για την ποικιλία Ιντερτονάτο. Για τις υπόλοιπες και πιο όψιµες ποικιλίες όπως Καρυστίνη, Βάκαλου και Σάντα Τερέζα, που είναι ουσιαστικά ασυγκόµιστες, δεν υπάρχει ακόµη καθαρή εικόνα.
Σαφής εικόνα υπάρχει ωστόσο πλέον για τη σοβαρότητα των ζηµιών που προκλήθηκαν από το πέρασµα της «Ελπίδας», που έπληξε την ευρύτερη περιοχή της Κορινθίας το διήµερο 26-27 Ιανουαρίου µε θερµοκρασίες τις νυχτερινές ώρες χαµηλότερες των -10 βαθµών. Εξαιτίας της διαφοροποίησης στο µικροκλίµα και της συγκέντρωσης πάγου ανά οπωρώνα, παρουσιάζεται κατά τόπους µεγάλη απόκλιση στο ύψος της ζηµιάς στην ηρτηµένη παραγωγή και το φυτικό κεφάλαιο. Η κακοκαιρία έχει προκαλέσει σε ορισµένους οπωρώνες πολύ σοβαρές ζηµιές έως και 90-100% στην ηρτηµένη παραγωγή όπως υπογραµµίζει ο Κώστας Πάππας και σε ένα µικρότερο ποσοστό στο φυτικό κεφάλαιο, ενώ σε κάποιες άλλες περιοχές η ζηµιά είναι µικρότερη έως και µηδενική.
Επιπλέον οι εξαγωγικές επιδόσεις του προϊόντος εµφανίζουν κορεσµό και στασιµότητα, καθώς και φέτος οι παραγωγοί αντιµετωπίζουν µία περίπλοκη κατάσταση. Το φθινόπωρο τα πρώιµα Ιντερτονάτο δεν είχαν την αναµενόµενη ζήτηση καθώς υπήρχαν ακόµη µεγάλες ποσότητες στην αγορά από εισαγόµενα Αργεντινής και Ν. Αφρικής. Ως αποτέλεσµα η συγκοµιδή της ποικιλίας δεν προχώρησε µε καλούς ρυθµούς και η τιµή πώλησης, η οποία άλλες χρονιές µέχρι να µπει το τούρκικο προϊόν ήταν υψηλή, έµεινε χαµηλότερη του αναµενόµενου. Όταν µπήκε και το τούρκικο λεµόνι στην εξίσωση, η τιµή παραγωγού προσγειώθηκε στα σηµερινά επίπεδα προκαλώντας έµµεσα και προβλήµατα στη ροή συγκοµιδής του ελληνικού προϊόντος.
Ελλειµµατική η εγχώρια παραγωγή λεµονιού
Σύµφωνα µε στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης από το 2001 έως το 2015, οι καλλιεργήσιµες εκτάσεις λεµονιών στην Ελλάδα µειώθηκαν κατά περίπου 70% µε την αντίστροφη µέτρηση να ξεκινά το 2003-2004, όταν ένας παγετός κατέστρεψε πολλά δέντρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2001 καλλιεργούνταν 121.470 στρέµµατα µε λεµονιές ενώ το 2015 τα λεµονοπερίβολα µόλις που έφταναν τα 38.672 στρέµµατα, στα οποία παράγονταν 44.000 τόνοι. Μέσα σε µόλις µια χρονιά το 2003 χάθηκαν χιλιάδες στρέµµατα, µε τις µεγαλύτερες απώλειες να µετρά η Αχαΐα, η Ηλεία, η Κορινθία, η Λακωνία, η Εύβοια, η Αττική και τα ∆ωδεκάνησα. Μόνο στην Αχαΐα το 2001 φυτεµένα µε λεµονιές ήταν 41.987 στρέµµατα ενώ, το 2015 η αντίστοιχη καλλιεργήσιµη έκταση έφτανε, µετά βίας, τα 7.500 στρέµµατα. Στην Κορινθία, πριν 20 χρόνια καλλιεργούνταν 32.688 στρέµµατα και το 2015 µόνο 6.287 στρέµµατα.