Το παθογόνο μολύνει το αμπέλι με τα σπόρια που μεταφέρονται από τον άνεμο πάνω στις μη επουλωμένες τομές κλαδέματος και προκαλεί τη δημιουργία ελκών στους κορμούς και τους βραχίονες των προσβεβλημένων πρέμνων. Τα φύλλα γίνονται αφύσικα μικρά, κίτρινα με νεκρώσεις, τα οποία στη συνέχεια ξηραίνονται και πέφτουν. Επίσης, οι βλαστοί έχουν ασθενική εμφάνιση με μικρά μεσογονάτια. Τα συμπτώματα γίνονται συνήθως αντιληπτά στην αρχή της βλαστικής περιόδου. Θεραπευτικά μέτρα για τον περιορισμό της ασθένειας δεν υπάρχουν.
Οι ειδικοί συστήνουν αυτή την περίοδο τη διενέργεια πρώιμου κλαδέματος όπου οι κληματίδες αφαιρούνται μέχρι ένα μήκος τους ενώ ταυτόχρονα λύνονται και απομακρύνονται από τα σύρματα. Αυτό θα επιτρέψει την γρήγορη και εύκολη διαμόρφωση των πρέμνων με το δεύτερο και τελικό κλάδεμα που ακολουθεί προς τα τέλη χειμώνα. Η τήρηση απολυμαντικών μέτρων μετά το κλάδεμα καρποφορίας ή διαμόρφωσης είναι ύψιστης σημασίας.