Το «ιστορικό» των ζιζανίων κρύβει τη λύση
Τα ζιζάνια (ανεπιθύµητα φυτικά είδη) αποτελούν αιώνες τώρα τον «σιωπηλό» εχθρό των καλλιεργητών, απειλώντας µε την παρουσία τους την τελική συγκοµιδή, σε βαθµό έως και 85%. Η απειλή είναι ακόµα µεγαλύτερη στις καλλιέργειες χειµερινών σιτηρών, µιας και τα συγκεκριµένα είδη, λόγω της µικρής φυλλικής τους επιφάνειας, αποτελούν πιο αδύναµους ανταγωνιστές σε σύγκριση µε τα εκάστοτε ζιζάνια που καλούνται να αντιµετωπίσουν στον αγρό. Στη χώρα µας τα χειµωνιάτικα σιτηρά (σιτάρια, κριθάρι, βρώµη, σίκαλη και τριτικάλε) αποτελούν πολύ σηµαντικές καλλιέργειες και καταλαµβάνουν µια έκταση περί τα 10 εκατοµµύρια στρέµµατα, µε το σιτάρι να καταλαµβάνει το 75% αυτών.
Οι καλλιεργούµενες ποικιλίες των χειµερινών σιτηρών έχουν βελτιωθεί µε την πάροδο των χρόνων µε στόχο τη µεγιστοποίηση της παραγωγικότητάς τους και την προσαρµογή τους στις σύγχρονες µεθόδους καλλιέργειας, χάνοντας κάποια φυσικά χαρακτηριστικά ανταγωνισµού. Σε αντίθεση, τα ζιζάνια έχουν αναπτύξει εξαιρετικούς µηχανισµούς ανταγωνισµού, αναπαραγωγής και προσαρµοστικότητας. Οι καλλιεργητές διαθέτουν στη «φαρέτρα» τους µια ποικιλία µέτρων που µπορούν να συνδυάσουν για να καταπολεµήσουν ή πιο ορθά να διαχειριστούν αυτούς τους εχθρούς.
Οι άµεσες επεµβάσεις κατά των ζιζανίων µπορεί να είναι καλλιεργητικές ή χηµικές, προφυτρωτικές ή µεταφυτρωτικές. Η χρήση κατάλληλων και επιλεκτικών ζιζανιοκτόνων, ιδίως σε µεταφυτρωτικές εφαρµογές, αποτελεί την κατασταλτική µέθοδο µε τα µεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας. Πριν από οποιαδήποτε επέµβαση ο παραγωγός θα πρέπει να γνωρίζει το «ιστορικό» των ζιζανίων (είδη) που εµφανίζονται στο χωράφι του, το µέγεθος των πληθυσµών τους, καθώς και τα σηµεία-κηλίδες εξάπλωσής τους.
Έχοντας αυτές τις πληροφορίες, η επιλογή του τρόπου αντιµετώπισης και είδους του ζιζανιοκτόνου, το στάδιο και το σηµείο εφαρµογής του θα είναι πιο εστιασµένα, αυξάνοντας την αποτελεσµατικότητα, µειώνοντας το κόστος και µαζί τις δυσµενείς επιπτώσεις που µπορεί να έχει µε τοξικότητες στην καλλιέργεια.
Ελεύθερο από ζιζάνια από τη 12η έως την 24η μέρα μετά την έκπτυξη
Στην «κρίσιμη» περίοδο αποτελεσματικότερη δράση στο σιταροχώραφο
Η γνωριµία µε τον αντίπαλο αποτελεί πάντα ένα βασικό πλεονέκτηµα που µπορεί να οδηγήσει στην επιτυχή αντιµετώπισή του. Τα περισσότερα ζιζάνια έχουν αναπτύξει πολύ αποτελεσµατικούς µηχανισµούς αναπαραγωγής και διασποράς είτε µέσω ριζωµάτων (για τα πολυετή) είτε µε την παραγωγή εκατοντάδων χιλιάδων σπόρων, που έχουν τη δυνατότητα να επιβιώνουν για πολλά χρόνια στο έδαφος. Είναι απαραίτητο ο παραγωγός να παρεµβαίνει µε ζιζανιοκτονία (χηµικά ή µε καλλιεργητικές µεθόδους) εγκαίρως ώστε να µην ζηµιωθεί η καλλιέργειά του, αλλά και για προλάβει να µην σποριάσουν τα ζιζάνια και αυξηθεί κατακόρυφα η τράπεζα σπόρου που δηµιουργούν στο έδαφος.
Η παρουσία µεγάλων πληθυσµών ζιζανίων στο χωράφι µαζί µε την καλλιέργεια µπορεί να οδηγήσει σε σηµαντικές απώλειες παραγωγής (έως και 85%), λόγω ανταγωνισµού και αλληλοπάθειας (τοξικότητας) των ζιζανίων, ενώ παράλληλα αυξάνεται και ο κίνδυνος πλαγιάσµατος των φυτών, δυσχεραίνουν την συγκοµιδή και µειώνουν τη καθαρότητα του συγκοµιζόµενου προϊόντος.
Στις καλλιέργειες χειµερινών σιτηρών, πιο συχνά απαντώνται από τα αγρωστώδη ζιζάνια: αγριοβρώµη, ήρα, φάλαρη, βροµός και αλεπονουρά, ενώ από τα πλατύφυλλα: παπαρούνα, σινάπι, κολλιτσίδα, κίρσιο, στελλάρια, χαµοµήλι και πολυκόµπι.
Η αντιµετώπιση των ζιζανίων κρίνεται απαραίτητη στις περιόδους (στάδια ανάπτυξης της καλλιέργειας) όπου η ύπαρξή τους στο χωράφι θα έχει τον µέγιστο αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη και παραγωγικότητα της καλλιέργειας. Η διάρκεια της περιόδου αυτής είναι γνωστή ως «κρίσιµη περίοδος» (Critical Period of Weed Control), εξαρτάται από διάφορες παραµέτρους συµπεριλαµβανοµένου του χρόνου έκπτυξης των ζιζανίων, την πυκνότητα του πληθυσµού τους, την ικανότητα ανταγωνισµού τους σε σύγκριση µε το καλλιεργούµενο είδος και το οικονοµικό όφελος ως αποτέλεσµα της επέµβασης (κόστος απωλειών απόδοσης-κόστος ζιζανιοκτονίας). Κατά την διάρκεια της «κρίσιμης περιόδου», το χωράφι θα πρέπει να διατηρείται καθαρό από ζιζάνια (άρα ο ψεκασμός να έχει πραγματοποιηθεί στην αρχή της περιόδου), ώστε να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη ανάπτυξη της καλλιέργειας.
Πιο συγκεκριµένα, µελέτες αναφέρουν ότι αποτελεσµατική ζιζανιοκτονία στην καλλιέργεια του σιταριού θα πρέπει να αφήνει το χωράφι ελεύθερο από ζιζάνια, µεταξύ της 12ης και της 24ης ηµέρας µετά την έκπτυξη των φυτών της καλλιέργειας.
Σε αυτό το στάδιο ο ανταγωνισµός των φυτών του σιταριού είναι εξαιρετικά χαµηλός σε σύγκριση µε τα διάφορα είδη ζιζανίων και η έλλειψη παρέµβασης µπορεί να οδηγήσει σε µεγάλες απώλειες στην απόδοση.
Στην καλλιέργεια κριθαριού που θεωρείται πιο ανταγωνιστική, η κρίσιµη περίοδος δεν µπορεί να οριστεί τόσο αυστηρά. Πέρα από τα κατασταλτικά µέτρα, ο παραγωγός µπορεί να «βοηθήσει» την καλλιέργειά του, επιλέγοντας πιο ανταγωνιστικές ποικιλίες, εφαρµόζοντας πρωϊµότερη και πυκνότερη σπορά, καθώς επίσης πραγµατοποιώντας προφυτρωτικό έλεγχο των ζιζανίων, εξαγοράζοντας χρόνο για την καλλιέργειά του να φυτρώσει και να αναπτυχθεί.
Ολοκληρωµένη διαχείριση
Η ζιζανιοκτονία θα πρέπει να αποτελεί µια ολιστική παρέµβαση µε συνδυασµό χηµικής καταπολέµησης και καλλιεργητικών µέτρων, που αποτελούν την ολοκληρωµένη διαχείριση. Ο συνδυασµός των µεθόδων µπορεί να αποφασιστεί για κάθε χωράφι ξεχωριστά, σύµφωνα µε τις ανάγκες του παραγωγού και να εναλλάσσεται σε τακτά χρονικά διαστήµατα για µέγιστη αποτελεσµατικότητα. Πριν την εγκατάσταση της καλλιέργειας µπορεί να εφαρµοστεί µια προφυτρωτική επέµβαση µε ζιζανιοκτόνα ή/και καλλιεργητικές µέθοδοι όπως η ψευδοσπορά, βαθύ όργωµα, και πρόγραµµα αµειψισποράς που θα µειώσουν τον πληθυσµό των ζιζανίων και θα δώσουν χρόνο στην καλλιέργεια να αναπτυχθεί. Παράλληλα, µπορεί να ενδυναµωθεί η ανταγωνιστικότητα της καλλιέργειας µε ορθή λίπανση, πρώιµη και πυκνότερη σπορά.
Από το αδέρφωμα μέχρι το καλάμωμα
Για μεγαλύτερη ακρίβεια στη ζιζανιοκτονία σιτηρών οι γεωπόνοι συστήνουν εστιασμένους ψεκασμούς
Η πιο διαδεδοµένη µε υψηλότερη αποτελεσµατικότητα µέθοδος διαχείρισης των ζιζανίων στις καλλιέργειες χειµερινών σιτηρών (ιδιαιτέρως στο µεταφυτρωτικό στάδιο) είναι ο ψεκασµός µε χηµικά σκευάσµατα. Πέρα από την προφυτρωτική ζιζανιοκτονία που συνήθως εφαρµόζεται, στις καλλιέργειες σιτηρών είναι υψίστης σηµασίας η διενέργεια και µεταφυτρωτικών ζιζανιοκτονιών. Τα µεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα (post emergence) εφαρµόζονται µετά το φύτρωµα των ζιζανίων και των καλλιεργούµενων φυτών, στο φύλλωµα και διαθέτουν διαφορετικά φάσµατα δράση και εξειδίκευσης.
Οι πιο γνωστοί τρόποι δράσης των εµπορικών ζιζανιοκτόνων αφορούν την καταστροφή του συστήµατος της φωτοσύνθεσης, του µεταβολισµού και τη διαίρεση/αύξηση του κυττάρου στα φυτά στόχους. Η βέλτιστη στρατηγική χρήσης τους είναι ο συνδυασµός και η εναλλαγή των σκευασµάτων, ακολουθώντας πάντα βέβαια τις οδηγίες της εταιρείας παραγωγής και τις συµβουλές των γεωπόνων. Επιπροσθέτως, απαραίτητος είναι και ο τακτικός έλεγχος και συντήρηση των ψεκαστικών µηχανηµάτων που χρησιµοποιούνται, ώστε να διασφαλιστεί η ορθή εφαρµογή των ζιζανιοκτόνων.
Παράλληλα, για αύξηση της αποτελεσµατικότητας και µείωση των εξόδων και του περιβαλλοντικού αποτυπώµατος, ο παραγωγός θα πρέπει να «διαβάζει» το χωράφι του, εντοπίζοντας µε όσο το δυνατόν µεγαλύτερη ακρίβεια τα σηµεία που βρίσκονται οι ζιζανιολογικοί πληθυσµοί και να προβαίνει σε εστιασµένους ψεκασµούς. Σε αυτή του την προσπάθεια, ο καλλιεργητής µπορεί να εκµεταλλευτεί εργαλεία της ευφυούς γεωργίας (γεωργία ακριβείας), όπως drones και προσαρτηµένα στο τρακτέρ συστήµατα GPS και GIS. Σε κάθε περίπτωση, η άσκοπη εφαρµογή ζιζανιοκτόνων θα πρέπει να αποφεύγεται.
Σηµαντική η επίδραση του σταδίου της καλλιέργειας στην εφαρµογή
Ο ακριβής προσδιορισµός του είδους του ζιζανιοκτόνου που θα χρησιµοποιηθεί και η στιγµή εφαρµογής του εξαρτώνται από το στάδιο ανάπτυξης των ζιζανίων αλλά και της καλλιέργειας. Γενικά τα µεταφυτρωτικά ζιζανιοκτόνα εφαρµόζονται νωρίς, όταν τα ζιζάνια έχουν έως 4 ή 6 το πολύ πραγµατικά φύλλα, το οποίο αντιστοιχεί σε 20 µε 30 ηµέρες από τη σπορά της καλλιέργειας στο χωράφι. Αντίστοιχα µε τα ζιζάνια, τα χειµερινά σιτηρά περνούν από διάφορα αναπτυξιακά στάδια µε την ανοχή τους στα ζιζανιοκτόνα να µεταβάλλεται. Τα περισσότερα ζιζανιοκτόνα του εµπορίου συνιστάται να εφαρµόζονται όταν η καλλιέργεια βρίσκεται από το στάδιο του αδελφώµατος έως την αρχή του καλαµώµατος, µε της εταιρείες να προσπαθούν να επεκτείνουν περαιτέρω την περίοδο αυτή (πιο συγκεκριµένες πληροφορίες ανά σκεύασµα βρίσκονται στην ετικέτα του).
Στο σιτάρι, όταν το ζιζανιοκτόνο εφαρµόζεται πριν το στάδιο του αδελφώµατος, τότε αναπτύσσονται στενόµακρα φύλλα (που µοιάζουν µε φύλλα κρεµµυδιού) και αναστέλλεται η διεργασία του αδελφώµατος, ενώ σε µεταγενέστερα στάδια παρατηρείται επιµήκυνση της ράχης, το στρίψιµο των αγάνων και κακή ανάπτυξη των σταχιδίων. Σε κάθε περίπτωση το ζιζανιοκτόνο που θα επιλεγεί θα πρέπει να είναι εκλεκτικό για την καλλιέργεια (δηλαδή να µην την επηρεάζει).
Προσέχουµε για να έχουµε
Τα ζιζάνια µπορούν να αναπτύξουν ανθεκτικότητα όχι µονό σε ένα σκεύασµα αλλά και σε µία δραστική ουσία, «αχρηστεύοντας» µια ολόκληρη σειρά ζιζανιοκτόνων. Αυξάνονται ανησυχητικά οι αναφορές για µη αποτελεσµατικότητα ευρέος χρησιµοποιούµενων ζιζανιοκτόνων, ακόµα και από χρονιά σε χρονιά. Αυτό σηµαίνει ότι ένα ζιζάνιο που καταπολεµούνταν επιτυχώς µε έναν ψεκασµό του ζιζανιοκτόνου, πλέον φαίνεται να µην επηρεάζεται ακόµα και µετά από αλλεπάλληλους ψεκασµούς µε το εν λόγω σκεύασµα. Η ανάπτυξη ανθεκτικότητας µπορεί να προκληθεί από επαναλαµβανόµενη χρήση (3 έως 5 χρόνια) του ίδιου σκευάσµατος (µε την ίδια δραστική ουσία) σε µεγάλες ποσότητες στην ίδια καλλιέργεια.
Είναι εξαιρετικά σηµαντικό να αποφευχθεί αυτό το φαινόµενο µε κάθε τρόπο, γιατί ένα τέτοιο γεγονός θα «ακυρώσει» πολλαπλά σκευάσµατα που έχουν την ίδια δραστική ουσία. Από τα σηµαντικότερα και συνήθη ζιζάνια στις καλλιέργειες χειµερινών σιτηρών ήδη 5 από αυτά έχει βρεθεί ότι έχουν αναπτύξει ανθεκτικότητα, σύµφωνα µε την Ελληνική Ζιζανιολογική Εταιρεία (ΕΖΕ). Τα είδη αυτά είναι η ήρα (lolium rigidum), η παπαρούνα (papaver rhoeas), η αγριοβρώµη (avena fatua και avena sterilis) και η φάλαρη (phalaris brachystachys και phalaris paradoxa). Η εναλλαγή των χρησιµοποιούµενων ζιζανιοκτόνων µε βάση τη δραστική ουσία και η υιοθέτηση ενός ολοκληρωµένου προγράµµατος διαχείρισης είναι τεχνικές που κρύβουν την αναγκαία λύση του προβλήµατος.
Αναλυτικά το αφιέρωμα βρίσκεται διαθέσιμο εδώ