H κλιματική αλλαγή επηρεάζει καίρια περιοχές παραγωγής όπως η Γκάνα, η Ακτή Ελεφαντοστού και η Βραζιλία, αυξάνοντας το κόστος πρώτων υλών. Αυτή η πρόκληση οδηγεί σε σημαντική επιβάρυνση των Ευρωπαίων καταναλωτών. Ενδεικτικά, οι τιμές μελλοντικής εκπλήρωσης για το κακάο έχουν εκτοξευθεί από τα 2.000-3.000 δολάρια/τόνο σε πάνω από 10.000 ευρώ, ενώ τα Futures του Arabica αυξήθηκαν κατά 70% το 2023.
Η ετήσια παγκόσμια παραγωγή καφέ ανέρχεται σε 9,5 εκατομμύρια τόνους, ενώ η αγορά του αγγίζει τα 46 δισ. ευρώ, με εκτιμήσεις για τριπλασιασμό της ζήτησης έως το 2050, σύμφωνα με τη Conservation International. Παράλληλα, η αγορά υποκατάστατων καφέ αξίας 13,6 δισ. ευρώ (2023) προβλέπεται να αυξηθεί κατά 4,7% ετησίως έως το 2032, βάσει στοιχείων της Global Market Insight.
Εναλλακτικές λύσεις, όπως το διαλυτό κριθάρι κυκλοφορούν στην αγορά εδώ και αρκετά χρόνια, ενώ νέα προϊόντα, όπως η σοκολάτα χωρίς κακάο, κερδίζουν έδαφος. Η γαλλική εταιρεία Vallée Torréfaction, για παράδειγμα, παράγει σοκολάτα από βύνη κριθαριού, με κόστος δύο έως τρεις φορές χαμηλότερο από το παραδοσιακό κακάο. Επιπλέον, η γερμανική Choviva, που παράγει σοκολάτα από ηλιόσπορους και χουρμάδες, επενδύει 30 εκατ. ευρώ για να αυξήσει την ετήσια παραγωγή της κατά 2.000 τόνους ετησίως.
Η Ευρώπη καταναλώνει 40 εκατομμύρια τόνους σοκολάτας με βάση το κακάο κάθε χρόνο. Η γεύση τόσο του καφέ όσο και της σοκολάτας μπορεί να αναπαραχθεί μέσω ζύμωσης και ψησίματος δημητριακών, με το VTT Technical Research Centre στη Φινλανδία να αναπτύσσει συνθετικό καφέ που προσομοιάζει τη γεύση, την υφή και το χρώμα του φυσικού. Ωστόσο, οι κανονισμοί της ΕΕ είναι αυστηροί, απαιτώντας τουλάχιστον 95% βούτυρο κακάο στη σοκολάτα και κόκκους καφέ στα προϊόντα που φέρουν την ονομασία «καφές».
Παρά τις τεχνικές προκλήσεις, η βιομηχανία υποκατάστατων καφέ και κακάο αναπτύσσεται. Για παράδειγμα, η Vallée Torréfaction έχει ονομάσει το προϊόν της «Choco Malt Replacer», αποφεύγοντας νομικά εμπόδια. Την ίδια στιγμή, το ζήτημα της ονομασίας εξακολουθεί να προκαλεί διαμάχες, παρόμοια με αυτές για τα φυτικά υποκατάστατα κρέατος, όπου τα νομικά κενά επιτρέπουν περισσότερη ευελιξία.