Κάπως έτσι, σε γενικές γραµµές, φιλοτεχνείται δηµοσκοπικά το προφίλ του σύγχρονου καταναλωτή κρέατος στην Ελλάδα, από τα ευρήµατα επίκαιρων ερευνών της κοινής γνώµης, που διενεργήθηκαν από την εταιρεία Interview για την Kasalias Food Industry Consultants, καθώς και το Σωµατείο Κρεοπωλών Θεσσαλονίκης και παρουσιάστηκαν σε γεύµα εργασίας µε εκπροσώπους του Τύπου προ ηµερών στη Θεσσαλονίκη.
Όπως προκύπτει από την επεξεργασία των ευρηµάτων που παρουσίασε ο Νίκος Κασαλιάς, σε πανελλαδικό επίπεδο σχεδόν ένας στους δύο καταναλωτές (ποσοστό 46%) τρώνε δύο - τρία γεύµατα µε κρέας την εβδοµάδα, ενώ το 56,5% δηλώνει ότι δεν έχει µειώσει την κατανάλωση κρέατος τα τελευταία δύο χρόνια.
Ξεφυλλίστε και κατεβάστε σε υψηλή ανάλυση το φύλλο 998 της Agrenda
Επίσης, οι έξι στους δέκα (60,1%) του δείγµατος απάντησαν πως για την αγορά κρέατος, σε πανελλαδικό επίπεδο, δείχνουν την εµπιστοσύνη τους στο κρεοπωλείο της γειτονιάς και έπεται µε 27,9% το σούπερ-µάρκετ, το οποίο για την πλειονότητα των κρεοπωλών (57%) είναι ανταγωνιστής. Χαρακτηρισµός ο οποίος τους αποδίδεται γιατί πωλούν σε χαµηλότερες τιµές, κάνουν προσφορές και παρέχουν ευκολότερη πρόσβαση στους καταναλωτές. Στην αγορά της Αθήνας, πάντως, εκτός από τα σούπερ µάρκετ, σηµαντικό µερίδιο αγοράς της τάξης του 10,9% κατέχουν οι εξειδικευµένες υπεραγορές κρέατος.
Ποιότητα είναι η εντοποιότητα
Το κριτήριο της ποιότητας και της εντοπιότητας, φαίνεται, παράλληλα, να παίζει σηµαντικό ρόλο στην επιλογή του κρέατος. Έτσι οι επτά στους δέκα Έλληνες (69,9% σε πανελλαδική κλίµακα) απαντούν πως υπάρχει διαφορά στην ποιότητα µεταξύ ενός κρέατος που παράγεται στην Ελλάδα και ενός εισαγόµενου και δεν είναι λίγοι αυτοί οι οποίοι δίνουν προτεραιότητα στο πρώτο για τις αγορές τους. Την ίδια στιγµή, ωστόσο, το 75,2% παραδέχεται πως θα αγόραζε κρέας µε διαφορετική χώρα προέλευσης εάν υπήρχε η βεβαιότητα ότι είναι καλύτερο ποιοτικά.
Η άποψη των κρεοπωλών
Το στοιχείο της προτίµησης των καταναλωτών στην εντοπιότητα ενισχύει και η άποψη των κρεοπωλών, καθώς σε επίσης πανελλαδική έρευνα της interview, προκύπτει ότι 62,7% ή σχεδόν δύο στους τρεις κρεοπώλες, δηλώνουν πως οι πελάτες τους έχουν ως βασικό κριτήριο επιλογής το να έχει ελληνική προέλευση το κρέας που προµηθεύονται για το τραπέζι τους.
Παρόλα αυτά, στο ερώτηµα τι ποσοστό του µοσχαριού που έχετε στο κατάστηµά σας είναι ελληνικής εκτροφής, πάνω από ένας στους δύο κρεοπώλες (ποσοστό 51,9%) δηλώνει πως το µερίδιό του δεν ξεπερνά το 30%, σε πανελλαδική κλίµακα και µόλις το 14,5% υποστηρίζει πως το ποσοστό συµµετοχής του υπερβαίνει το 70%. Αντίστοιχα σε σχέση µε την προέλευση του χοιρινού κρέατος, µε δεδοµένο ότι σε αυτό το είδος κρέατος η αυτάρκεια στην Ελλάδα είναι σε αρκετά υψηλότερο βαθµό, έναντι του µοσχαριού, οι τέσσερις στους δέκα κρεοπώλες (ποσοστό 39,1%) πανελλαδικά δηλώνουν ότι το ελληνικό χοιρινό αντιπροσωπεύει πάνω από το 70%, ενώ υπάρχει και ένα σηµαντικό ποσοστό της τάξης του 29,4% των ερωτηθέντων οι οποίοι παραδέχονται πως το ελληνικής προέλευσης χοιρινό κρέας στα ψυγεία τους είναι κάτω του 30%.
Όσον αφορά στη µορφή που πωλείται το µοσχαράκι οι δύο στους τρεις επαγγελµατίες κρεοπώλες σηµειώνουν ότι πάνω από 50% αφορά σε πωλήσεις κιµά, ωστόσο καταγράφεται και ένα 30,7% του συνόλου οι οποίοι πωλούν το µοσχαρίσιο κρέας σε τεµάχια µε τους καταναλωτές να τα ζητούν µε το όνοµά τους (σ. σ. π.χ., νουά κ.λπ.). Σηµαντικό µερίδιο στις πωλήσεις τους έχουν και τα παρασκευάσµατα κρέατος, µε το 46,6% των κρεοπωλών να λένε πως αντιπροσωπεύουν ένα ποσοστό που κυµαίνεται από 30% έως και 50%, ενώ περίπου ένας στους τέσσερις (ποσοστό 24,9%) των ερωτηθέντων δηλώνει πως έχει και ψυγείο ξηρής ωρίµανσης κρέατος.
Απορρίπτει το κρέας σε δισκάκι
Κατά πλειοψηφία, εν τω µεταξύ, και σε ποσοστό 54,4% ο καταναλωτής θα αγόραζε κρέας που είναι σε προσφορά, ενώ απορρίπτει το κρέας σε δισκάκι, καθώς το 82,5% δεν το προτιµά ποτέ ή σπάνια. Ωστόσο, φαίνεται πως κερδίζουν έδαφος νέες προτιµήσεις, καθώς ο ένας στους τρεις (37,8%) καταναλωτές πάει στο κρεοπωλείο του και συχνά ζητά ειδική κοπή στο κρέας, όπως Αµερικής, Αργεντινής, Αυστραλίας κλπ.
Στην έρευνα που αφορά στους νέους ηλικιακά καταναλωτές (18-35 ετών) αποκαλύπτεται µεταξύ άλλων ότι το 72,9% αυτών δεν αγοράζει ποτέ έτοιµα ψηµένα γεύµατα κρέατος από κρεοπωλείο ή super market (κοτόπουλα, µπιφτέκια, ρολά κ.α.).
Μάλιστα οι νέοι καταναλωτές δεν αγοράζουν σε ποσοστό 61,7% ούτε προϊόντα κρέατος ready to cook, αλλά ούτε και κατεψυγµένα προϊόντα (κοτοµπουκιές, προψηµένο κατεψυγµένο γύρο κ.α.).
Επίσης οι νέοι δίνουν ψήφο εµπιστοσύνης στην ποιότητα και σε ποσοστό 72,9% θα αγόραζαν κρέας από κάποιο κατάστηµα εάν ήταν πιστοποιηµένο µε κάποιο σύστηµα ποιότητας.
∆ιερευνώντας το κριτήριο «ποιότητα», όπως επισήµανε ο κ. Κασαλιάς, βλέπουµε για πρώτη φορά να εµφανίζονται η καλή µεταχείριση των ζώων, οι συνθήκες εκτροφής, οι διατροφικές πληροφορίες και οι πληροφορίες που προέρχονται από τις σηµάνσεις των προϊόντων.
Μόνο τα πουλερικά με αύξηση παραγωγής
Μείωση σε χοιρινό και μοσχαρίσιο κρέας από το 2000-2020
Τα προβλήµατα, οι ευκαιρίες και οι απειλές του πρωτογενούς τοµέα βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησης στη διάρκεια παρουσίασης των δηµοσκοπικών ευρηµάτων γύρω από την κατανάλωση κρέατος στη χώρα µας και αναπτύχθηκαν προτάσεις για την ανασυγκρότησή του και τις συνέργειες που µπορούν να αναπτυχθούν µε όλα τα κανάλια διανοµής (retailers, εστίαση, τουρισµός, εστιατόρια του εξωτερικού κ.λπ.).
Μεταξύ άλλων επισηµάνθηκε η αύξηση σε ποσοστό 46% της εγχώριας παραγωγής πουλερικών, κατά την περίοδο 2000-2020, σε αντίθεση µε το βόειο-µοσχαρίσιο κρέας, όπου καταγράφηκε µείωση 43%, όσο και µε το χοιρινό στο οποίο η µείωση ήταν κατά 45%.
∆ύο εταιρείες - ναυαρχίδες
«Ο λόγος για τον οποίο ο τοµέας των πουλερικών πηγαίνει καλά, είναι γιατί στη χώρα υπάρχουν δύο καθετοποιηµένες εταιρείες - ναυαρχίδες στην Ήπειρο, οι οποίες έχουν όλους τους κρίκους της αλυσίδας από το χωράφι στο ράφι, στα χέρια τους και πραγµατοποιούν µαζί σχεδόν 1 δισ. ευρώ κύκλο εργασιών ετησίως, ενώ οι καθετοποιηµένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χοιρινό είναι πλέον ελάχιστες στη χώρα και ο τζίρος της πιο µεγάλης είναι στα 35 εκατ. ευρώ και από εκεί και µετά το χάος», ανέφερε ο ιδρυτής της Kasalias Food Industry Consultants και θύµισε πως «το ισοζύγιο στο κρέας είναι αρνητικό κατά περίπου 2 δισ. ευρώ, για τη χώρα µας, η οποία πραγµατοποιεί τη δεύτερη µεγαλύτερη δαπάνη για εισαγωγές κρέατος, µετά τα πετρελαιοειδή».
Τόνισε δε, την ανάγκη για branded προϊόντα και λειτουργικά τρόφιµα ώστε η ελληνική παραγωγή να έχει µέλλον και να σωθεί η κτηνοτροφία.
«Χρειαζόµαστε µια παραγωγή µε ταυτότητα κι ο κλάδος να αξιοποιήσει τα συγκριτικά του πλεονεκτήµατα για να κερδίσει µερίδια στην εγχώρια και διεθνή αγορά», εξήγησε ο κ. Κασαλιάς.
Μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης βλέπουµε στον πρωτογενή τοµέα και στη µεταποίηση σχετικά µε το τρόφιµο (γάλα, κρέας) µε βάση και τα αποτελέσµατα των ερευνών ώστε να αυξηθούν ποσοτικά και ποιοτικά διατηρώντας παράλληλα τη βιωσιµότητά τους», είπε από την πλευρά του ο Γενικός ∆ιευθυντής της MIK3, Σάββας Τορτοπίδης.
Τεχνολογικές λύσεις στη βιοµηχανία τροφίµων
Το γεύµα εργασίας οργανώθηκε από την Total Support, µια συνέργεια µεταξύ των εταιρειών BIZTEC, MIK 3 & KASALIAS µε σκοπό την παροχή κορυφαίων τεχνολογικών λύσεων στη βιοµηχανία τροφίµων. Αναλύθηκε το πλάνο ανάπτυξης και όλο το πακέτο υπηρεσιών που περιλαµβάνει από την ανάλυση των αναγκών των αγορών στόχων µέχρι την ψηφιοποιήση των λειτουργιών µιας παραγωγικής µονάδας.
01-01-2025 13:54Ather
Πακέτο κι ετσι
Απάντηση