
Επιπρόσθετα, ως αξιοσημείωτη ξεχωρίζει η πορεία των φιλέτων ψαριών (με διπλασιασμό των όγκων τους κατά το τελευταίο τρίμηνο) και τα οποία αποτελούν το μοναδικό ελληνικό προϊόν με σταθερή βελτίωση όγκων και σχετικών τιμών έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών το τελευταίο 12μηνο.
Τα παραπάνω αναφέρει το νέο τεύχος της σειράς μελετών «Τάσεις του επιχειρείν» της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, στο οποίο πέρα από τα θετικά στοιχεία αναφέρονται και οι προβληματισμοί για την πορεία των εξαγωγών, η οποία εξαρτάται εν πολλοίς από τις διαφαινόμενες αλλαγές στη δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ, αλλά και από την στήριξη των «παραδοσιακών» για τα ελληνικά προϊόντα ευρωπαϊκών αγορών, η οποία φαίνεται εύθραυστη.
Σε πείσμα των καιρών, οι ελληνικές εξαγωγές μπορούν να επιταχύνουν το 2025
Σύμφωνα με την ανάλυση της ΕΤΕ, έντονη ανάκαμψη σημείωσαν οι ελληνικές εξαγωγές το τρίμηνο Αύγουστος-Οκτώβριος με άνοδο 5,5% (ετησίως σε αποπληθωρισμένους όρους), ύστερα από ένα αδύναμο ενιάμηνο (-6,3%). Ωστόσο, σε δεύτερη ματιά, η ανοδική αυτή τάση αποδεικνύεται εύθραυστη, καθώς δεν έχει στήριξη από τις «παραδοσιακές» μας αγορές. Συγκεκριμένα, οι αγορές της Δυτικής Ευρώπης και των Βαλκάνιων (⅔ των ελληνικών εξαγωγών), που συνήθως δίνουν την τάση, κινήθηκαν πτωτικά, περιορίζοντας τη συνολική τάση κατά 1 ποσοστιαία μονάδα. Έτσι, η ώθηση ήρθε από «δευτερεύουσες» αγορές, οι οποίες συνεισέφεραν 6,5 ποσοστιαίες μονάδες, με το ½ αυτών να αφορά σε μεγάλο βαθμό μεμονωμένες παραγγελίες μετάλλων (πιθανότατα για ενεργειακά έργα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής). Στο πλαίσιο αυτό, οι ΗΠΑ ξεχωρίζουν ως ολοένα σημαντικότερος προορισμός για τα ελληνικά προϊόντα την τελευταία τριετία, σημειώνοντας μέση ετήσια αύξηση 7% σε αποπληθωρισμένους όρους – υπερτριπλάσια από την αντίστοιχη επίδοση των λοιπών αγορών (2%) – ωστόσο, η δυναμική αυτή προσπάθεια των Ελλήνων εξαγωγέων ενδέχεται να κινδυνεύσει από την υιοθέτηση επιθετικών εμπορικών πολιτικών.
Πέρα από τους παραπάνω προβληματισμούς, εντοπίζουμε δύο θετικά στοιχεία στην τρέχουσα συγκυρία:
Θετικό αποτύπωμα είχε ο κλάδος τροφίμων συνεισφέροντας 1,5 ποσοστιαίες μονάδες, με τα παραδοσιακά μας προϊόντα φέτα, γιαούρτι, ελαιόλαδο και ελιές να καλύπτουν άνω των ¾ της ανόδου.
Το μερίδιο των ελληνικών προϊόντων στις ευρωπαϊκές εξαγωγές άγγιξε υψηλό 15ετίας (0,55% έναντι 0,51% την αντίστοιχη περίοδο του 2023).
Συνολικά, βάσει πρώτων ενδείξεων για το τελευταίο δίμηνο, οι εξαγωγές το 2024 κατέγραψαν πτώση της τάξης του 1% (σε αποπληθωρισμένους όρους), καθώς η ανάκαμψη του 2ου εξαμήνου (+5%) σχεδόν αντιστάθμισε τις απώλειες του 1ου εξαμήνου (-7%).
Κοιτάζοντας μπροστά, θετικές είναι οι προοπτικές για το 2025, καθώς:
Η ευρωπαϊκή οικονομία θα κινηθεί πιο δυναμικά, ενισχύοντας τις εισαγωγές της κατά 2,2% (ύστερα από διετή πτώση). Σε γενικότερο επίπεδο, η διεθνής ζήτηση αναμένεται να παραμείνει υγιής, με εκτιμώμενη άνοδο της τάξης του 3% στον όγκο διεθνούς εμπορίου (έναντι 2,7% το 2024), ενώ οι εξαγωγικές μας παραγγελίες συνεχίζουν να ξεχωρίζουν θετικά έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών μας. Επιπρόσθετα, η επαναφορά της παραγωγής ελαιόλαδου στα επίπεδα του 2023 θα ενισχύσει με 1 ποσοστιαία μονάδα τις εξαγωγικές επιδόσεις του 2025 (σε αναπλήρωση της αντίστοιχης απώλειας που προκάλεσε η χαμηλή παραγωγή του 2024).
Υπό αυτά τα δεδομένα, οι ελληνικές εξαγωγές το 2025 μπορούν να επιτύχουν επίδοση της τάξης του 3%-4% (σε αποπληθωρισμένους όρους). Ωστόσο, η διεθνής ρευστότητα αυξάνει σημαντικά την ex post αβεβαιότητα στις εκτιμήσεις μας, δημιουργώντας σημαντικό κίνδυνο υποχώρησης σε χαμηλότερα επίπεδα. Πέρα από την επιβάρυνση στις υψηλές επιδόσεις των ελληνικών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ, κύριο ζήτημα είναι ότι η ΕΕ βρίσκεται στο κέντρο του «εμπορικού τυφώνα», καθώς διατηρεί υψηλό εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ (κυρίως οι σημαντικές για τις ελληνικές εξαγωγές αγορές της Γερμανίας και της Ιταλίας). Επιπλέον, ένας διαφαινόμενος εμπορικός πόλεμος μπορεί δυνητικά να οδηγήσει το διεθνές εμπόριο σε ευρεία επιβράδυνση, καθώς και σε σημαντικές ανακατατάξεις στα μερίδια των μεγάλων παικτών στο σύνολο των αγορών.
Δείτε εδώ την ανάλυση της ΕΤΕ