Κατά τη διάρκεια της παρουσίασης, στάθηκε σε 5 παραμέτρους: Στο επενδυτικό κενό που παρουσιάζει η χώρα για περισσότερα από δέκα χρόνια, στη σημασία των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης για τη στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων, στο σημαντικό ύψος (1,5 δισ. ευρώ) των επιδοτήσεων που αφορούν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στα ευρύτερα οφέλη που θα έχουν οι Έλληνες πολίτες από την επιτυχή υλοποίηση και εφαρμογή του Σχεδίου, καθώς και στα καλά μηνύματα που έρχονται από το εξωτερικό -κυρίως προερχόμενα από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς- για το ελληνικό Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Όπως ανέφερε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, η Ελλάδα αποκλίνει από την υπόλοιπη Ε.Ε. για πάνω από τρεις δεκαετίες και ακόμη περισσότερο την τελευταία δεκαετία, αφού την περίοδο 1981-2019, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του κατά κεφαλήν πραγματικού ΑΕΠ ήταν κατά μέσο όρο μόλις 0,6%. Σε όρους πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το 2019 η Ελλάδα υπολειπόταν του μέσου όρου της ευρωζώνης κατά 43,2%.
«Ο κύριος λόγος της απόκλισης είναι το επενδυτικό κενό, το έλλειμμα επενδύσεων» τόνισε ο κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, αναφέροντας ότι μεταξύ 2010 και 2019, οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) υπολειπόταν από το μέσο όρο της ζώνης του ευρώ κατά 9% του ΑΕΠ ετησίως ή αθροιστικά κατά 162 δισ. ευρώ. «Αν δεν λύσουμε το πρόβλημα του επενδυτικού κενού, κανένα άλλο πρόβλημα –ανεργία, μισθοί, εισοδήματα ανάπτυξη, δημόσιο και ιδιωτικό χρέος- δεν μπορεί να λυθεί ικανοποιητικά» επισήμανε χαρακτηριστικά.
Όπως είπε, το επενδυτικό κενό και το έλλειμμα επενδύσεων οφείλεται σε τρεις λόγους. Καταρχήν στην υπερφορολόγηση της εργασίας και του κεφαλαίου, θέμα που ήδη η κυβέρνηση ξεκίνησε να αντιμετωπίζει μειώνοντας προ και στη διάρκεια της πανδημίας ασφαλιστικές εισφορές και φορολογία. Δεύτερος λόγος το σημαντικά υψηλότερο κόστος δανεισμού (190 μονάδες βάσης) των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με τον μέσο όρο της E.E., και τρίτος τα έμμεσα εμπόδια στις επενδύσεις – χωροταξικά, πολεοδομικά, αδειοδοτήσεις, καθυστέρηση δικαιοσύνης, πολυνομία, μη ψηφιακό κράτος, γραφειοκρατία – , η αντιμετώπισή των οποίων αποτελεί κύριο στόχο του “Ελλάδα 2.0”.
Τόνισε δε ότι το επενδυτικό κενό και το έλλειμμα επενδύσεων σημαίνει έλλειψη ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας, λιγότερες θέσεις εργασίας, υψηλή ανεργία, χαμηλούς μισθούς, ασθενικές επιχειρήσεις, παρωχημένες τεχνολογίες. «Όλα αυτά οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη συνέχιση του επενδυτικού κενού. Χωρίς επενδύσεις δεν υπάρχει ανάπτυξη, μόνο φτωχοποίηση», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, στάθηκε ιδιαίτερα στο θέμα της αξιοποίησης των δανείων, τα οποία λόγω υψηλού χρέους και δημοσιονομικών στόχων, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για ιδιωτικές επενδύσεις. «Αναπόφευκτο κριτήριο για την επιστροφή των χρημάτων στον φορολογούμενο είναι να έχουμε φερέγγυους επενδυτές» επισήμανε, υπογραμμίζοντας ότι τα δάνεια αφορούν κάθε επιχείρηση «αρκεί αυτή να θέλει και να μπορεί να κάνει μόνη της ή με βοήθεια (π.χ. με συνεργασίες, συγχωνεύεις κ.λπ.), πραγματικές επενδύσεις στις οποίες να βάζει χρήματα και να αναλαμβάνει ρίσκο. Τα δάνεια αυτά λειτουργούν συμπληρωματικά στο μεγάλο πρόγραμμα επιδοτήσεων του “Ελλάδα 2.0” για μικρομεσαίες επιχειρήσεις ύψους 1,5 δισ. ευρώ».
Σε σχέση με τα ευρύτερα οφέλη που θα έχουν οι Έλληνες πολίτες από την υλοποίηση του “Ελλάδα 2.0” και την πραγματοποίηση συνολικών επενδυτικών πόρων ύψους 57 δισ. ευρώ, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών επισήμανε: «Ο εκσυγχρονισμός των Νοσοκομείων και των υπηρεσιών τους αφορά κάθε Έλληνα – μόνο οι χρόνιοι πάσχοντες που χρειάζονται κάθε χρόνο το σύστημα υγείας φθάνουν τα 4,5 εκατ. πολίτες –, ενώ η υλοποίηση του μεγαλύτερου προγράμματος πρόληψης που θα έχει γίνει ποτέ στη χώρα (254 εκατ. ευρώ), αφορά στο σύνολο του πληθυσμού. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της εκπαίδευσης θα ωφελήσει μαθητές, σπουδαστές, φοιτητές, γονείς και εκπαιδευτικούς, όπως και η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του κράτους, που αφορά όλους τους πολίτες. Πολύ σημαντικό ρόλο στο Σχέδιο έχουν ακόμα η κατάρτιση, η δια βίου εκπαίδευση και οι ψηφιακές δεξιότητες, που αφορούν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, αλλά και ανέργους».
Και ο κ. Θόδωρος Σκυλακάκης συνέχισε: «Στον αγροτικό τομέα, τα 750 εκατ. ευρώ για αρδευτικά έργα θα βοηθήσουν καθοριστικά τον κλάδο, ενώ το Σχέδιο προβλέπει επίσης επενδύσεις στη βιοποικιλότητα, αντιπλημμυρικά έργα, υποστήριξη ατόμων με αναπηρία, καταπολέμηση διακρίσεων, κοινωνική ενσωμάτωση ευάλωτων ομάδων, εκσυγχρονισμό οδικών αξόνων και συγκοινωνιών, ηλεκτρική διασύνδεση νησιών, βελτίωση λιμένων, καθώς και σημαντικές και ουσιαστικές επενδύσεις στο κομμάτι του πολιτισμού. Όλα αυτά αφορούν είτε άμεσα, είτε έμμεσα το σύνολο των Ελλήνων πολιτών».
Επισήμανε ότι το Σχέδιο “Ελλάδα 2.0” θα δημιουργήσει μια θεμελιώδη αλλαγή οικονομικού υποδείγματος, τοποθετώντας την ελληνική οικονομία σε έναν ενάρετο κύκλο αυξημένων επενδύσεων, απασχόλησης και ανάπτυξης, προκαλώντας σημαντική αύξηση του ΑΕΠ. Παράλληλα, θα καταστήσει τις επενδύσεις και τις εξαγωγές κινητήρια δύναμη της ελληνικής οικονομίας, δημιουργώντας 180.000 – 200.000 νέες μόνιμες θέσεις εργασίας και μόνιμη αύξηση του ύψους του πραγματικού ΑΕΠ κατά 7% μέχρι το 2026. «Τα μόνιμα κέρδη στο ΑΕΠ και στην απασχόληση θα προέλθουν εξαιτίας των μεταρρυθμίσεων, της αύξησης της παραγωγικότητας και κυρίως μέσω αύξησης των ιδιωτικών επενδύσεων που θα χρηματοδοτηθούν από τον φάκελο των δανείων. Σημαντική συνεισφορά θα έχουν και οι αυξημένες δημόσιες επενδύσεις, που θα χρηματοδοτηθούν από τον φάκελο των επιχορηγήσεων» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Και ο κ. Θόδωρος Σκυλακάκης κατέληξε: «Έχουμε μπροστά μας έναν μαραθώνιο. Το πρώτο μίλι το έχουμε κάνει, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και συνετοί. Το στοίχημα είναι μεγάλο. Κινητοποίηση μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων, πράσινος και ψηφιακός μετασχηματισμός, μεγάλες κοινωνικές επενδύσεις στην υγεία, την παιδεία και την απασχόληση και ταυτόχρονη υλοποίηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων. Κι όλα αυτά πρέπει να γίνουν με τεράστια ταχύτητα, γιατί πρέπει να διπλασιάσουμε την απορρόφηση των πόρων, με οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα και προπαντός με έλεγχο και διαφάνεια σε κάθε διαδικασία. Έχουμε τη δυνατότητα να τα καταφέρουμε. Ξεκινήσαμε καλά, αλλά η πρόκληση τώρα μόλις ξεκινάει».
Η παρουσίαση του Σχεδίου "Ελλάδα 2.0" διαθέσιμη εδώ.