Η άγρια Δύση της Βραζιλίας εντοπίζεται στην περιφέρεια Μάτο Γκρόσο, στην καρδιά της Λατινικής Αμερικής, όπου οι αγρότες της περιοχής έχουν καταφέρει να παράξουν τέτοιο πλούτο την τελευταία δεκαετία που φέρνουν σε δύσκολη θέση τους αστούς του βιομηχανικού Σάο Πάολο και του τουριστικού Ρίο ντε Τζανέιρο. Ένας από αυτούς τους βασιλιάδες της σόγιας, όπως τους βαφτίζουν οι Financial Times, είναι ο Ροντρίγκο Ποζομπόν, που ποζάρει και μιλά στους δημοσιογράφους του μέσου ως αν να ήταν «Faria Limer», η ελίτ δηλαδή του Σάο Πάολο, που ζει και εργάζεται μέσα στην οικονομική περιφέρεια της πόλης. Ωστόσο ο Ποζομπόν γεννήθηκε και μεγάλωσε και έχει τις ρίζες του στο Μάτο Γκρόσο. Ο πατέρας του δούλευε τη γη για χάρην ενός συνεταιρισμού το 1980, προτού στήσει την δική του εκμετάλλευση. Σήμερα ο Ποζομπόν διαχειρίζεται όχι μια αλλά δυο εκμεταλλεύσεις χιλιάδων στρεμμάτων. Σαν και αυτόν υπάρχουν πολλοί στην επαρχεία αυτή της Βραζιλίας λένε οι FT. Άλλωστε η περιοχή, που είναι ίσα με δυο Ισπανίες, έχει την τελευταία 20ετία μετατραπεί σε παγκόσμια ηγέτιδα αγροτικής παραγωγής, με τις σοδειές σόγιας να είναι τόσο πλούσιες που οι ντόπιοι την αποκαλούν «πράσινο χρυσό». Η οικονομική αυτή έκρηξη αποδίδεται εν μέρει και στις γεωπολιτικές εξελίξεις που περιλαμβάνουν την άνοδο της Κίνας με την ακόρεστη όρεξή της για αγροτικές πρώτες ύλες, την σταδιακή «συνταξιοδότηση» των ΗΠΑ και την άφιξη του λαϊκισμού που στην περίπτωση της Βραζιλίας πλαισιώνεται στο πρόσωπο του Ζαιρ Μπολσονάρο.
Οι προβληματισμοί του Ποζομπόν είναι λίγοι, αναφέρουν οι FT που περιγράφουν μια κατάσταση ευφορίας στην περιοχή. Ο πλούτος και η πρόοδος ορίζουν την καθημερινή ρουτίνα των γαιοκτημόνων της περιοχής. «Θα μπορούσαμε να πάμε και να χαστουκίσουμε τους Κινέζους στο πρόσωπο και αυτοί ακόμα θα έρχονταν σε εμάς να αγοράσουν σόγια γατί δεν έχουν άλλη εναλλακτική» δηλώνει με αυτοπεποίθηση το Ποζομπόν.
Στο μεταξύ, οι παραθαλάσσιες επαρχίες της Βραζιλίας, όπως το Ρίο ντε Τζανέιρο και η Μπάχια, που κυριάρχησαν την χώρα επί αιώνες βρίσκονται σε πλήρη παρακμή. Αντίστοιχη μοίρα επεφύλαξε η ιστορία και για το Σάο Πάολο που γνώρισε τεράστια ακμή τον 20ο αιώνα με την ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής. Πλέον το κέντρο εξουσίας της χώρας μεταφέρεται βαθειά στον Αμαζόνιο, με το Μάτο Γκρόσο να ορίζει σήμερα το πολιτικό και οικονομικό γίγνεσθαι της χώρας, μια περιοχή που μέχρι και πριν από 30 χρόνια ήταν τόσο δύσκολο να προσεγγίσει κανείς, σχεδόν εξαφανισμένη μέσα στο δάσος του Αμαζονίου. Αυτό άλλαξε με τα τεράστια βήματα που έγιναν στον τομέα της τεχνολογίας και της γενετικής που έδωσαν όλα εκείνα τα απαραίτητα εργαλεία για να ανθίσει σε τέτοια ένταση η αγροτική δραστηριότητα στην Βραζιλία. Εισροές, υπερσύγχρονα μηχανήματα και επενδύσεις μετέτρεψαν το σιτάρι, το καλαμπόκι, το βαμβάκι και τη σόγια σε κινητήρια δύναμη της μεγαλύτερης χώρας της Λατινικής Αμερικής.
Τα τελευταία 10 χρόνια η Βραζιλία ανέβασε την παραγωγή σόγιας από 75 εκατ. τόνους σε 130 εκατ. ξεπερνώντας τις ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα διπλασίασε την παραγωγή καλαμποκιού αγγίζοντας τους 105 εκατ. τόνους. Αυτός ο νέος οικονομικός κύκλος, βρίισκει την Μπάχια που το 1920 παρήγαγε το περισσότερο κακάο του κόσμου σε συνθήκες οικονομικής παρακμής, όσο ο τουρισμός εξαιτίας της πανδημίας έχει εξαθλιώσει σημαντικά και το Ρίο ντε Τζανέιρο ενώ το Σάο Πάολο, έπειτα και από το λουκέτο σε εργοστάσιο της Ford, απλά δεν μπορεί να σταυρώσει επένδυση.