BACK TO
TOP
Διεθνή

Το θέμα των ανακτήσεων επαναφέρει νέα έκθεση του Ελεγκτικού της ΕΕ

Οι παράτυπες δαπάνες ευρωπαϊκών κονδυλίων που καταγράφηκαν από το 2014 μέχρι το 2022 ανέρχονται σε 14 δισ. ευρώ, με τα ποσοστά ανάκτησης ειδικά στις περιπτώσεις των γεωργικών ταμείων που τελούν υπό επιμερισμένη διαχείριση για τα οποία την πρωταρχική ευθύνη φέρουν τα κράτη μέλη, να είναι γενικά χαμηλά. Μάλιστα, στον τομέα της γεωργίας, σύμφωνα με τα όσα προκύπτουν από την τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου, η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει την ανάγκη παροχής κινήτρων στα κράτη μέλη προκειμένου να βελτιώσουν τα ποσοστά ανάκτησης.

f0a91db4571f18e20965ae67bcbc982b00a89856_2

192
0

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2022, μεταξύ του 2021 και του 2022, το ποσοστό των παράτυπων δαπανών αυξήθηκε από 3% σε 4,2 % του προϋπολογισμού. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), τονίζει ότι πέρα από την υπονόμευση της φήμης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η μη ανάκτηση ποσών που δαπανήθηκαν αντικανονικά μπορεί να ενθαρρύνει περαιτέρω τις χαλαρές πρακτικές. Το ΕΕΣ συνιστά βελτιώσεις στην αναφορά των σχετικών στοιχείων και συντομότερη διαδικασία ανάκτησης.

Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διαπίστωσε ότι, παρόλο που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διασφαλίζει την ακριβή και έγκαιρη καταγραφή των παράτυπων δαπανών, συχνά ο χρόνος που απαιτείται για την ανάκτηση αυτών των ποσών είναι υπερβολικά πολύς. Στις περιπτώσεις των γεωργικών ταμείων που τελούν υπό επιμερισμένη διαχείριση και για τα οποία την πρωταρχική ευθύνη φέρουν τα κράτη μέλη, τα ποσοστά ανάκτησης είναι γενικά χαμηλά, αν και με σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Από το 2014 έως το 2022, σε όλους τους τομείς, καταγράφηκαν παράτυπες δαπάνες, δηλαδή ποσά που δαπανήθηκαν κατά παράβαση των κανόνων, συνολικού ύψους 14 δισ. ευρώ. Η ανάκτησή τους αποτελεί βασική συνιστώσα της χρηματοοικονομικής ακεραιότητας και του συστήματος εσωτερικών δικλίδων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Με τον όρο «ανάκτηση» κεφαλαίων της ΕΕ νοείται η διεκδίκηση της επιστροφής μέρους ή του συνόλου των ποσών που καταβλήθηκαν σε φορέα υλοποίησης ή δικαιούχο, ο οποίος στη συνέχεια κρίθηκε ότι δεν είχε συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις που ορίζει η ΕΕ για τη χρηματοδότηση. Ωστόσο, αφότου τα χρήματα καταβληθούν, για την ανάκτησή τους, αν ποτέ γίνει κάτι τέτοιο, ο απαιτούμενος χρόνος είναι υπερβολικός. Το κλιμάκιο ελέγχου διαπίστωσε ότι συνήθως απαιτούνται 14 με 23 μήνες από την ολοκλήρωση των δραστηριοτήτων που χρηματοδοτήθηκαν μέχρι την έκδοση του εντάλματος είσπραξης και, στη συνέχεια, άλλοι τρεις με πέντε μήνες μέχρις ότου τα σχετικά ποσά πράγματι επιστραφούν. Μάλιστα, η ΕΕ παραιτείται τελικά από την είσπραξη ποσοστού μεταξύ 1 και 8 % των ποσών αυτών.

Δείτε εδώ την έκθεση του Eλεγκτικού Συνεδρίου.

«Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για την ανάκτηση, χωρίς καμία καθυστέρηση, των κονδυλίων που δαπανώνται αντικανονικά», δήλωσε ο Jorg Kristijan Petrovič, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για τον έλεγχο. «Το οφείλει στους Ευρωπαίους φορολογούμενους, αν δεν θέλει να χάσει την εμπιστοσύνη τους».

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2022, μεταξύ του 2021 και του 2022, το ποσοστό των παράτυπων δαπανών αυξήθηκε από 3% σε 4,2 % του προϋπολογισμού. Το γεγονός αυτό καθιστά επιτακτικότερη την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας ανάκτησης. Δεδομένου, ωστόσο, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαχειρίζεται άμεσα μόλις το 20 % του προϋπολογισμού, η εξάλειψη των σφαλμάτων και η ανάκτηση των σχετικών κονδυλίων δεν είναι εύκολη υπόθεση.

Το ΕΕΣ διαπίστωσε ότι τα σημαντικότερα εμπόδια για την ανάκτηση κεφαλαίων υπό άμεση και έμμεση διαχείριση οφείλονται στον υπερβολικό χρόνο που μεσολαβεί από τη στιγμή του εντοπισμού μιας οικονομικής παρατυπίας και της έκδοσης του εντάλματος είσπραξης. Σημείωσε επίσης ότι, στον τομέα των εξωτερικών δράσεων, οι πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο ορισμένων παράτυπων δαπανών είναι ελλιπείς.

Προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση των προθεσμιών στον τομέα των εξωτερικών δράσεων, το ΕΕΣ συνιστά να μειωθεί όχι μόνον ο χρόνος που απαιτείται για τη διαπίστωση της παρατυπίας, αλλά και το διάστημα μέχρι την κίνηση της διαδικασίας ανάκτησης. Για τον σκοπό αυτό, προτείνει να βελτιωθεί ο σχεδιασμός των ελεγκτικών εργασιών και να εξεταστεί η οικονομική επίπτωση των συστημικών παράτυπων δαπανών. Συνιστά επίσης να επανεισαχθούν τα κίνητρα που ίσχυαν για τα κράτη μέλη κατά τον προηγούμενο κύκλο χρηματοδότησης, με σκοπό την ανάκτηση κονδυλίων στον τομέα της γεωργίας. Ειδικότερα, κατά τον προηγούμενο κύκλο, τα κράτη μέλη υποχρεώθηκαν να επιστρέψουν στον προϋπολογισμό της ΕΕ το ήμισυ των ποσών που δεν είχαν κατορθώσει να ανακτήσουν μέσα σε 4-8 χρόνια.

Τέλος, το ΕΕΣ συνιστά στην Επιτροπή να παρέχει σε ετήσια βάση ακριβή και πλήρη στοιχεία σχετικά με τις δαπάνες που έχουν κριθεί παράτυπες και με τα μέτρα που λαμβάνονται για τη διόρθωσή τους, με απώτερο στόχο τη βελτίωση της διαδικασίας.

Όπως αναφέρει η έκθεση του Ελεγκτικού, σε προηγούμενες εκθέσεις, του 2004 και του 2011, αξιολογήθηκε η  ανάκτηση παράτυπων πληρωμών στο πλαίσιο της ΚΑΠ: Τo Το 2004, διαπιστώθηκε ότι, στο τέλος του 2002, το ποσοστό ανάκτησης παράτυπων δαπανών ήταν εξαιρετικά χαμηλό (το σωρευτικό ποσοστό ανερχόταν μόλις στο 17 % από το 1971) και ότι υπήρχε ένας σημαντικός όγκος παλαιών απαιτήσεων που δεν είχαν ανακτηθεί, ούτε διαγραφεί.

Στο πλαίσιο του ελέγχου το 2011, κατάληξε στο συμπέρασμα ότι τα συστήματα των κρατών μελών για την ανάκτηση παράτυπων δαπανών είχαν βελτιωθεί από το 2004, με το ποσοστό ανάκτησης να έχει φθάσει περίπου το 50 % για τις οφειλές που είχαν συσσωρευθεί από το 2006, χάρη και στον κανόνα του 50/50*. Ωστόσο, επισημάνθηκε ότι ο κανόνας αυτός δημιούργησε ταυτόχρονα τον κίνδυνο τα κράτη μέλη να «χειρίζονται» τη διαδικασία αναφοράς στοιχείων και διαγραφής προς όφελός τους, κυρίως καθυστερώντας την αναγνώριση της οφειλής, προκειμένου να αποφευχθεί ή να καθυστερήσει η εφαρμογή του (και, ως εκ τούτου, η επιβάρυνση του εθνικού προϋπολογισμού).

Ανάλυσε τα δεδομένα σχετικά με τα ποσοστά ανάκτησης για το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:

  • Όσον αφορά το ΕΓΤΕ, το συνολικό ποσό των παράτυπων δαπανών που εντοπίστηκαν κατά την περίοδο 2007-2022 ανήλθε σε 2,4 δισεκατομμύρια ευρώ. Έως το τέλος του 2022, είχε ανακτηθεί το 52 % του ποσού αυτού. Το υπόλοιπο 48 % είτε είχε διαγραφεί (9 %) είτε εκκρεμούσε (39 %). Τα ποσοστά ανάκτησης κυμαίνονταν από 17 % έως 92 % ενώ τα ποσοστά παραίτησης μεταξύ 0 % και 48 %.
  •  Για το ΕΓΤΑΑ, η ΓΔ AGRI δεν δημοσιοποιεί ποσοστά ανάκτησης στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της. Βάσει των αριθμητικών στοιχείων από τη ΓΔ AGRI, διαπιστώθηκε ότι το μέσο ποσοστό ανάκτησης για την περίοδο 2015-2021 (για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία) ήταν 78 %.
  • Συγκρίνοντας τα ποσοστά ανάκτησης μεταξύ ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ για παρόμοιες περιόδους (2015-2021), παρατηρείται ότι σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (78 %) στην περίπτωση του ΕΓΤΑΑ, στο πλαίσιο του οποίου τα κράτη μέλη μπορούν να επαναχρησιμοποιούν τα ανακτώμενα ποσά και συμμετέχουν στη χρηματοδότηση με εθνικούς πόρους, σε σύγκριση με το ΕΓΤΕ (49 %).
  • Τα ποσοστά ανάκτησης σε επίπεδο δικαιούχων για το ΕΓΤΕ είναι συνολικά χαμηλότερα από τα αντίστοιχα για τα προγράμματα που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της άμεσης και της έμμεσης διαχείρισης (παράρτημα IV).
  • Εξετάστηκαν τα αποτελέσματα της παρακολούθησης από τη ΓΔ AGRI των συστημάτων ανάκτησης των κρατών μελών για το οικονομικό έτος 2021. Η ΓΔ AGRI και οι οργανισμοί πιστοποίησης εντόπισαν αδυναμίες στην καταγραφή και την ανάκτηση παράτυπων δαπανών στις περιπτώσεις 18 από τους 76 οργανισμούς πληρωμών. Οι αδυναμίες συνίσταντο στις μεγάλες καθυστερήσεις (άνω των 18 μηνών) στην καταγραφή από τους οργανισμούς πληρωμών των παράτυπων δαπανών που είχαν εντοπιστεί ή στις αδυναμίες που ανέφεραν οι οργανισμοί πιστοποίησης, όπως η μη συμμόρφωση με την απαίτηση να ζητείται ανάκτηση από τους δικαιούχους ή να παρακολουθούνται οι ανεξόφλητες οφειλές.

Να σημειωθεί ότι εάν τα κράτη μέλη δεν αντιμετωπίσουν τις αδυναμίες που εντοπίζουν οι οργανισμοί πιστοποίησης στα συστήματα ανάκτησης, η ΓΔ AGRI μπορεί να εφαρμόσει δημοσιονομικές διορθώσεις στο πλαίσιο της εκκαθάρισης λογαριασμών ή μέσω των διαδικασιών εκκαθάρισης ως προς τη συμμόρφωση. Την περίοδο 2010-2023 εφάρμοσε δημοσιονομικές διορθώσεις συνολικού ύψους 513 εκατ. ευρώ. Για τους περισσότερους οργανισμούς πληρωμών με αδυναμίες στις ανακτήσεις βάσει των στοιχείων που αναφέρθηκαν για το οικονομικό έτος 2021, η διαδικασία μεταπαρακολούθησης της ΓΔ AGRI βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη κατά τον χρόνο του ελέγχου του Ελεγκτικού.

* Το 2006 θεσπίστηκε ο κανόνας του 50/50, που λειτουργεί ως κίνητρο για τα κράτη μέλη, για ταχύτερη είσπραξη των οφειλών. Εφόσον η ανάκτηση δεν πραγματοποιηθεί εντός τεσσάρων ετών από την ημερομηνία έκδοσης του εντάλματος είσπραξης ή εντός οκτώ ετών, εάν η ανάκτηση αποτελεί αντικείμενο προσφυγής ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, οι δημοσιονομικές επιπτώσεις της μη ανάκτησης βαρύνουν κατά 50 % το εμπλεκόμενο κράτος μέλος και κατά 50 % τον προϋπολογισμό της ΕΕ, με την επιφύλαξη της απαίτησης ότι το κράτος μέλος πρέπει να συνεχίσει τις διαδικασίες ανάκτησης. Επομένως, η ημερομηνία αναγνώρισης της οφειλής είναι σημαντική για την εφαρμογή του κανόνα.

Γενικές πληροφορίες

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εκταμιεύει άμεσα και στο σύνολό τους τα κονδύλια του ενωσιακού προϋπολογισμού. Ποσοστό 70% περίπου τελεί υπό από κοινού διαχείριση με τα κράτη μέλη, 20% υπό άμεση διαχείριση και 10 % υπό έμμεση διαχείριση μέσω άλλων διεθνών οργανισμών ή τρίτων χωρών. Οι αρμοδιότητες της Επιτροπής στον τομέα αυτό ποικίλλουν ανάλογα με τον εφαρμοζόμενο τρόπο διαχείρισης και τον τομέα πολιτικής του προϋπολογισμού της ΕΕ. Στο πλαίσιο της άμεσης και της έμμεσης διαχείρισης, η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τον εντοπισμό και την καταγραφή των παράτυπων δαπανών και, στη συνέχεια, για την ανάκτηση των αντίστοιχων ποσών. Στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης, αναθέτει στα κράτη μέλη την ευθύνη για την καταγραφή και την ανάκτηση των παράτυπων δαπανών, διατηρώντας ωστόσο για την ίδια την τελική ευθύνη για την παροχή διασφάλισης.

Τα κονδύλια της ΕΕ που δεν δαπανώνται σύμφωνα με τους κανόνες θεωρούνται παράτυπες δαπάνες. Το 2022, οι δαπάνες αυτές αντιστοιχούσαν στο 4,2 % του προϋπολογισμού. Τα ποσά αυτά, ή έστω μέρος τους, μπορεί να είναι δυνατό να ανακτηθούν, είτε άμεσα από την Επιτροπή είτε από το κράτος μέλος ή τον φορέα που είχε την ευθύνη για τη διαχείρισή τους.

Στην έκθεσή του, το ΕΕΣ εξετάζει τη διαχείριση της διαδικασίας ανάκτησης και την αποτελεσματικότητά της και διατυπώνει συστάσεις για τη βελτίωσή της. Περισσότερες πληροφορίες για τον προϋπολογισμό της ΕΕ και τις παράτυπες δαπάνες παρουσιάζονται στην ετήσια έκθεση του ΕΕΣ για το 2022, στην οποία εξετάζεται η δημοσιονομική υγεία της ΕΕ.

Σχόλια (0)
Προσθήκη σχολίου
ΤΟ ΔΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ
Σχόλιο*
χαρακτήρες απομένουν
* υποχρεωτικά πεδία