Η κυριαρχία "ταυτοτικών" στοιχείων είναι προφανής - και ηθελημένη. Όπως πρωτοφανής είναι και η πόλωση ανάμεσα στις "δύο ψυχές” της αμερικανικής κοινωνίας, εν μέσω κυριαρχίας ποικίλων μορφών οργής και με εντυπωσιακή την ουσιαστική απουσία θετικών προταγμάτων.
Από τη μια η ανησυχία για την ανεξέλεγκτη μετανάστευση, η αίσθηση ότι η έννομη τάξη καταρρέει, ο φόβος ότι η Αμερική χάνει όχι απλώς τη θέση της στον κόσμο, αλλά την ίδια της τη φυσιογνωμία ως χώρα. Και από την άλλη, η αίσθηση ότι τα ατομικά δικαιώματα απειλούνται, με πρώτο αυτό των γυναικών στην ασφαλή άμβλωση, ο φόβος ότι απειλείται η γνώριμη κανονικότητα, τα μηνύματα συναγερμού ότι επέρχεται ένας "νέος φασισμός".
Η οικονομία το "κλειδί"
Όμως κάτω από την επιφάνεια προκύπτει μια διαφορετική εικόνα - και η έφεση των Αμερικανών να ψηφίζουν με υπέρτατο κριτήριο την οικονομική τους κατάσταση παραμένει ακλόνητη.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση για λογαριασμό του πρακτορείου Reuters οι ψηφοφόροι επιμένουν να προτιμούν την προσέγγιση του Τραμπ στο θέμα της οικονομίας (46%), έναντι της Χάρις (38%).
Σύμφωνα με το Reuters, πολλοί Αμερικανοί ζουν σε μόνιμη κατάσταση σοκ λόγω των τιμών. Αυτό ενδέχεται να εξηγεί για ποιο λόγο οι ψηφοφόροι στις επτά αμφίρροπες πολιτείες που θα κρίνουν τον νικητή των προεδρικών εκλογών έχουν αρνητική άποψη για την οικονομία, με το 61% να δηλώνει ότι βρίσκεται σε λάθος δρόμο, σύμφωνα με δημοσκόπηση για λογαριασμό του ίδιου πρακτορείου που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο.
Εξάλλου το 68% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι το κόστος ζωής βρίσκεται σε λάθος δρόμο.
Η υποψήφια των Δημοκρατικών Κάμαλα Χάρις και ο Τραμπ έχουν προτείνει διαφορετικές λύσεις για το πρόβλημα. Η Χάρις έχει υποσχεθεί φοροελαφρύνσεις για κάθε νέα γέννηση, ευνοϊκά δάνεια για την απόκτηση κατοικίας και οικονομική στήριξη για την ίδρυση επιχείρησης.
Ο Ρεπουμπλικάνος δισεκατομμυριούχος δεσμεύθηκε να επιβάλει δασμούς "άνω του 10%" σε όλα τα εισαγόμενα προϊόντα, κάτι που θα του επιτρέψει να χρηματοδοτήσει μεγάλη μείωση φόρων.
Η Αμίσια Κρος, σύμβουλος στρατηγικής των Δημοκρατικών, εκτίμησε ότι η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν θα πρέπει να λάβει τα εύσημα επειδή δημιούργησε εκατοντάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας στο Μίσιγκαν και σε όλη τη χώρα, όμως πρόσθεσε ότι το υψηλό κόστος ζωής εξακολουθεί να επηρεάζει πολύ τους ψηφοφόρους. Οι Αμερικάνοι "δεν κοιτούν τον δείκτη Dow Jones. Οι άνθρωποι βλέπουν αν έχουν χρήματα για να κάνουν τα πράγματα που μπορούσαν να κάνουν πριν από λίγα χρόνια και οι περισσότεροι θα σου πουν ότι δεν έχουν", εκτίμησε η ίδια.
Ίσως αυτό να εξηγεί και το μέγα παράδοξο της αντοχής των Ρεπουμπλικανών, τους οποίους η παραδεδομένη σοφία ήθελε καταδικασμένους στη συρρίκνωση και τη μόνιμη απομάκρυνση από την εξουσία, λόγω των ευρύτερων δημογραφικών εξελίξεων.
Η Αμερική γίνεται διαρκώς λιγότερο "λευκή" και περισσότερο "πολύχρωμη". Υπολογίζεται ότι περί το 2040 θα έχει μετατραπεί σε "majority minority country”, ήτοι σε μία χώρα όπου καμία εθνοφυλετική ομάδα δεν θα διαθέτει την πληθυσμιακή πλειοψηφία. Με δεδομένη την προνομιακή εκλογική σχέση των Δημοκρατικών με τις μειονότητες, η τύχη των Ρεπουμπλικανών έμοιαζε προδιαγεγραμμένη.
Όμως αυτή η προνομιακή σχέση, την οποία το Δημοκρατικό Κόμμα υπογραμμίζει καταλλήλως με υποψηφιότητες όπως αυτή της Κάμαλα Χάρις ή παλαιότερα του Μπαράκ Ομπάμα, δεν μοιάζει πλέον και τόσο σταθερή, αν αναλογισθούμε λ.χ. ότι το 2020 ο Ντόναλντ Τραμπ βελτίωσε τα ποσοστά του σε όλες τις δημογραφικές κατηγορίες πλην... των λευκών ανδρών. Και η διείσδυσή του στη μειονοτική ψήφο φέρεται κατά τις δημοσκοπήσεις να έχει γίνει στις μέρες μας ακόμη ισχυρότερη.
Ό,τι ξεκίνησε ως "εξέγερση" της "βαθιάς λευκής μικροαστικής Αμερικής" με το Tea Party και εν συνεχεία με τον "τραμπισμό", αποδείχθηκε αίφνης θελκτικό για περισσότερο πληβειακά στρώματα - και αυτό δεν αφορά μόνο όσους, παρά την χαμηλή ταξική τους θέση, αισθάνονται, λόγω φυλής, ότι συγκαταλέγονται στους "φυσικούς ιδιοκτήτες" της χώρας και οργίζονται για τον παραγκωνισμό τους.
Τα θέματα της "σκληρής πολιτικής" και της πεζής καθημερινότητας αποδεικνύονται ανθεκτικότερα από την "πολιτική των ταυτοτήτων". Ή μάλλον (δεδομένης της ταυτότητας του ίδιου του Τραμπ ως μεγιστάνα και της αλλεργίας του προς τις πολιτικές αναδιανομής) διαθλώνται από μία διαφορετική ταυτοτική διάσταση: την εμφανή υπεροψία των μορφωμένων και πολιτισμικά "προωθημένων" μεσοαστών και την αντισυσπείρωση όσων στα μάτια τους εμφανίζονται ως "αξιοθρήνητοι", κατά την έκφραση της Χίλαρι Κλίντον, ή "σκουπίδια" σύμφωνα με την πρόσφατη φερόμενη αποστροφή του προέδρου Μπάιντεν, η οποία ξεσήκωσε σάλο.
Από την περιώνυμη "woke ατζέντα", που πλέον μοιάζει κάπως να υποστέλλεται, καθώς συναντά "τείχος" στον ευρύτερο πληθυσμό, μέχρι το μεταναστευτικό ζήτημα (για το οποίο λανθασμένα προϋποτίθεται ότι οι ήδη ενσωματωμένοι μετανάστες έχουν ελαστικές απόψεις) η αλλαγή κλίματος είναι εμφανής. Πόσο μάλλον όταν όλα αυτά συνοδεύεται από την επιδείνωση των υλικών όρων διαβίωσης.
Η εμμονή των Δημοκρατικών να καταγγέλλουν ως "νέο Χίτλερ" κάποιον που ήδη κυβέρνησε τις ΗΠΑ για μία τετραετία, αποπνέει πολιτική αδυναμία. Και πάντως δεν πείθει προερχόμενη από ένα κόμμα το οποίο εμφανίζεται δεκτικό σε νέες πολεμικές περιπέτειες, αλλά και σε κατασταλτικές-λογοκριτικές πρακτικές (με την επίκληση του "ρωσικού δακτύλου" ή της ανάγκης καταπολεμήσεως των fake news και του "λόγου μίσους") την ίδια ώρα που "καταπίνει την κάμηλο" της κατά το Διεθνές Δικαστήριο επαπειλούμενης γενοκτονίας στην Λωρίδα της Γάζας.
Πηγή:Capital.gr