Η κατάρρευση των κυβερνήσεων σε Γερμανία και Γαλλία, τις δύο μεγάλες οικονομίες που επί δεκαετίες κινούν τα νήματα στην Ε.Ε., συμβαίνει όσο το μπλοκ προετοιμάζεται για την επιστροφή του Donald Trump στον Λευκό Οίκο και οι εντάσεις με την Κίνα κλιμακώνονται.
Από τους Γάλλους παραγωγούς κονιάκ που αντιμετωπίζουν δασμούς από την Κίνα μέχρι και τους κατασκευαστές εξοπλισμού αυτοκινήτου στη Γερμανία που περιμένουν να ξεκαθαρίσει η ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική για την ηλεκτροκίνηση, η συγκυρία αυτή έχει ήδη προκαλέσει πλήγμα σε πολλές εταιρείες με διεθνή δραστηριότητα.
Κατά γενική ομολογία, το ζητούμενο είναι η αναδιάρθρωση των οικονομιών, ώστε να μπορούν να παράγουν τον πλούτο που απαιτείται για να συντηρηθεί ένας πληθυσμός τουλάχιστον 450 εκατομμυρίων που μάλιστα παλεύει με δημογραφική κρίση. Το κρίσιμο ερώτημα όμως είναι εάν οι πολιτικοί μπορούν να φέρουν σε πέρας αυτή τη δύσκολη αποστολή.
«Η γαλλική κρίση, μαζί με τη γερμανική, δεν πρέπει να επιβραδύνουν την εφαρμογή των οικονομικών μεταρρυθμίσεων», τόνισε στο Reuters ο Enrico Letta, ο οποίος συνέταξε κατ’ εντολή της Ε.Ε. μια έκθεση-καταπέλτη για τις αδυναμίες της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ο ίδιος προειδοποίησε ότι η κατάρρευση της κυβέρνησης Macron, μερικές εβδομάδες μετά τη γερμανική κυβέρνηση, είναι ένας «δυνητικός μετεωρίτης» για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα σε μία περιοχή, η οποία ήδη παλεύει με υψηλό χρέος.
Παρότι οι Ευρωπαίοι δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν την ποιότητα ζωής τους και να εγκαταλείψουν το δίκτυο της κοινωνικής πρόνοιας που έχουν έναντι των Αμερικανών, η Γηραιά Ηπειρος υποαποδίδει σε σύγκριση με τις ΗΠΑ από την κρίση του 2008. Η ευθύνη έχει αποδοθεί σε μια σειρά λόγων από τη χαμηλή παραγωγικότητα μέχρι τον κατακερματισμό των κεφαλαιαγορών και τον ευρύτερο τραπεζικό κλάδο, ενώ η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποσταθεροποίησε την αγορά ενέργειας. Επίσης, οι προοπτικές ανάκαμψης δεν είναι σπουδαίες, καθώς η άνοδος των ακραίων κομμάτων δυσκολεύει την επίτευξη ομοφωνίας στις εθνικές κυβερνήσεις και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η αβεβαιότητα που προέκυψε από την κατάρρευση του γερμανικού κυβερνητικού συνασπισμού είναι «δηλητήριο για εμάς», δήλωσε ο Axel Petruzzelli, υψηλόβαθμο στέλεχος στο εργοστάσιο της Bosch στην Στουτγκάρδη. Η εταιρεία του αναμένει διασαφηνίσεις σχετικά με τη βιομηχανική πολιτική της Γερμανίας, ιδίως τη στάση που θα κρατήσει το Βερολίνο στον τομέα της ηλεκτροκίνησης.
Στο μεταξύ, δεδομένων των χαμηλών προσδοκιών για ανάπτυξη φέτος, οι ελπίδες εναποτίθενται στις καταναλωτικές δαπάνες, οι οποίες θα μπορούσαν δυνητικά να αποτελέσουν καταλύτη ανάκαμψης το 2025, καθώς οι αυξήσεις μισθών ενισχύουν τα εισοδήματα των νοικοκυριών. Οι ελπίδες αυτές όμως δεν θα υλοποιηθούν αν οι καταναλωτές παραμείνουν επιφυλακτικοί. «Αυτό το πολιτικό κλίμα δεν ενθαρρύνει την κατανάλωση γενικά και ιδίως στις πιο σημαντικές αγορές, όπως είναι ένα νέο αυτοκίνητο», σχολίασε ο Marc Mortureux, CEO του γαλλικού δικτύου αυτοκινητοβιομηχανιών La Plateforme automobile.
Η Ευρώπη προωθούσε ανέκαθεν την ανοιχτή της οικονομία που βασίζεται στο εμπόριο. Τελικά, όμως, οι περισσότερες άμεσες προκλήσεις εντοπίζονται στον κλάδο του εμπορίου. Ηδη η Κίνα έχει επιβάλλει δασμούς σε ορισμένες εισαγωγές από την Ευρώπη και τώρα η απειλή των δασμών Trump πρόκειται να δοκιμάσει την Ευρωπαϊκή Ενωση σε δύο μέτωπα: στην προληπτική λήψη αποφάσεων, αλλά και στη στρατηγική που θα υιοθετηθεί αν πράγματι εφαρμοστούν οι δασμοί.
Πηγή:Moneyreview.gr