Ακόμα και βάσει του ηπιότερου σεναρίου, όπου η ανάκαμψη θα επέλθει εντός έξι μηνών, τα έσοδα των επενδυτικών τραπεζών παγκοσμίως αναμένεται πως θα μειωθούν έως και 100%. Στο χειρότερο πιθανό σενάριο μιας βαθιάς ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία, η οποία θα διαρκέσει τουλάχιστον ένα έτος, τα έσοδά τους ενδέχεται να μειωθούν έως και κατά 277%. Ως αποτέλεσμα, οι ζημίες θα κυμαίνονται μεταξύ 200 δισ. και 300 δισ. δολαρίων, ενώ αντιθέτως βάσει του ηπιότερου σεναρίου, θα ανέρχονται μεταξύ 30 δισ. και 50 δισ. δολαρίων.
Σε κάθε περίπτωση, οι μικρότερες τράπεζες βρίσκονται σε ευάλωτη θέση και πάντοτε, σύμφωνα με την έκθεση των Oliver Wyman και Morgan Stanley, ενδέχεται να οδηγηθούν σε συγχωνεύσεις και εξαγορές. Εχοντας μικρό περιθώριο ελιγμού σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, ορισμένες τράπεζες ενδέχεται να οδηγηθούν σε πώληση των περιουσιακών τους στοιχείων ή σε άλλες μεθόδους, προκειμένου να αποσείσουν ένα βάρος από τους ώμους τους, ωστόσο «για ορισμένες η σωστή απάντηση ίσως είναι οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις», όπως αναφέρεται στην έκθεση των Oliver Wyman και Morgan Stanley.
«Ο σημαντικότερος παράγοντας για την κερδοφορία είναι το μέγεθος», δήλωσε η Μαγκνταλένα Στοκλόσα, μία από τους συντάκτες της έρευνας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι τραπεζικοί κολοσσοί της Wall Street ενδέχεται να διεκδικήσουν ακόμη μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά εις βάρος των μικρότερων ευρωπαϊκών ανταγωνιστών τους.
Μολονότι οι τράπεζες έχουν δημιουργήσει μεγάλα κεφαλαιακά «μαξιλάρια» και έχουν διασφαλίσει ρευστότητα μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, ο οικονομικός αντίκτυπος του κορωνοϊού ξεπερνάει τις δυνατότητές τους. «Μόνο μικρή μερίδα τραπεζών θα αντέξουν σε μία παρατεταμένη περίοδο έντονης πίεσης», σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση. Ιδίως ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος αντιμετώπιζε δυσκολίες ακόμα και πριν από την επέλαση του κορωνοϊού. Σύμφωνα με σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα κέρδη των τραπεζών μειώθηκαν στο 5,2% το 2019, ενώ στις ΗΠΑ το ποσοστό ήταν περίπου διπλάσιο. Συγκεκριμένα, οι γερμανικές Deutsche Bank και Commerzbank βρίσκονται στην πιο ευάλωτη θέση, διότι παρουσιάζουν ελάχιστα κέρδη. Στην πολύ πιθανή περίπτωση κατά την οποία πολλοί από τους πελάτες τους αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, οι εν λόγω τράπεζες δεν θα μπορούν να αντισταθμίσουν τις απώλειες. Αντιθέτως, οι ελβετικές Credit Swiss και UBS βρίσκονται σε καλύτερη θέση, κατά κύριο λόγο διότι έχουν μειώσει τις δραστηριότητές τους στην επενδυτική τραπεζική και ασχολούνται περισσότερο με τη διαχείριση κεφαλαίου και περιουσιακών στοιχείων. Οι απώλειες πρόκειται να αντισταθμιστούν εν μέρει από τα έσοδα που προκύπτουν από τις χρηματιστηριακές συναλλαγές, καθώς τις τελευταίες εβδομάδες σημειώθηκε τεράστια κινητικότητα στις αγορές.
Δεδομένου ότι ένας τεράστιος όγκος επιχειρήσεων έχει αναζητήσει οικονομική στήριξη, οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο προσπαθούν να διευκολύνουν τον ρόλο τον τραπεζών. Μεταξύ άλλων, έχουν απελευθερώσει συνολικά 500 δισ. δολάρια στις τράπεζες μέσω της μείωσης των ελάχιστων ορίων κεφαλαιακής επάρκειας και διοχετεύοντας φθηνό χρήμα στην οικονομία.
Πηγή: kathimerini.gr