Ο απόηχος που φτάνει απ’ όλες τις περιοχές της χώρας δείχνει καθαρά τη δύσκολη θέση στην οποία περιέρχονται ο ένας μετά τον άλλο όλοι οι κλάδοι της αγροτικής παραγωγής και κυρίως την χρηματοδοτική ασφυξία την οποία υφίσταται τον τελευταίο μήνα το σύνολο των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Αποτελεί γεγονός ότι οι τράπεζες έχουν βάλει κυριολεκτικά στην άκρη τα χρηματοδοτικά πλάνα που είχαν καταστρώσει αυτό τον καιρό για τους συντελεστές της αγροτικής παραγωγής, ενώ έχει δυσκολέψει, όπως είναι φυσικό και η απ’ ευθείας επικοινωνία με τους επαγγελματίες του αγροτικού χώρου προς αναζήτηση ειδικότερων λύσεων στις χρηματοδοτικές τους ανάγκες.
Την ίδια στιγμή, οι συνθήκες της αγοράς σε συνδυασμό με την περαιτέρω έλλειψη ρευστότητας ανατρέπουν αντίστοιχα τον προγραμματισμό των αγροτών τόσο στις ετήσιες εαρινές καλλιέργειες, όσο και στη γενικότερη καλλιεργητική φροντίδα των άλλων καλλιεργειών. Η πτώση της διεθνούς τιμής του βάμβακος για παράδειγμα δεν αφήνει ανέπαφη την τελική επιλογή για τα στρέμματα που θα δώσουν φέτος οι καλλιεργητές στο προϊόν, μεταφέροντας πιθανόν το ενδιαφέρον σε δεύτερες επιλογές χαμηλότερων εισροών.
Αντίστοιχα, η αδιαφορία που υπήρξε για πολύ καιρό για το ελληνικό ελαιόλαδο από τους παραδοσιακούς Ιταλούς προμηθευτές της εγχώριας παραγωγής και η διατήρηση των τιμών παραγωγού σε πολύ χαμηλά επίπεδα δεν θα αφήσει ανέπαφη την καλλιεργητική φροντίδα που επιδεικνύουν για τον ελαιώνα οι ελαιοκαλλιεργητές, με ότι αυτό σημαίνει για την παραγωγή στο τέλος της χρονιάς.
Όπως επίσης, η πίεση που αρχίζει να δέχεται το αγελαδινό γάλα και κατ’ επέκταση η αγελαδοτροφία, καθαρά λόγω των συνθηκών που δημιουργεί ο Covid – 19, δεν είναι κάτι που θα πρέπει να καταγραφεί στο τέλος της ιστορίας.
Δεν χρειάζεται να αναφερθούν περισσότερα για τους 35.000 παραγωγούς αμνοεριφίων που υπομένουν αυτές τις μέρες τις δυσκολίες της «πασχαλινής αγοράς» η οποία δεν έχει καμιά σχέση με την αγορά των προηγούμενων χρόνων και φυσικά δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για την παραγωγή τους.
Όλα αυτά είναι μεγάλα ζητήματα τα οποία δεν εξαντλούνται με την «περιφερειακή» συζήτηση στην οποία δείχνει να αρέσκεται η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και ιδιαίτερα ο υπουργός Μάκης Βορίδης, κάνοντας επίμονα λόγο, για τους 14 ανθοκαλλιεργητές, τους 48 καλλιεργητές φράουλας και τους λίγους καλλιεργητές σπαραγγιών. Για να μην γίνουν περαιτέρω σχόλια για τον… απίθανο «παραγωγό ζάχαρης» (όχι ζαχαρότευτλων) που μπήκε πρώτος στους πληττόμενους ΚΑΔ και μια σειρά από μεταποιητικές μονάδες που έσπευσαν να επωφεληθούν ακόμα κι αν δεν είχαν κανένα πρόβλημα.
Όλα αυτά, συνιστούν πρόκληση για τους Έλληνες αγρότες που δίνουν αγώνα για να παραμείνουν στο παιχνίδια της παραγωγής και πέραν αυτού, κινούνται έξω από τις κατευθύνσεις των Βρυξελλών που συνιστούν εγρήγορση μπροστά στο ενδεχόμενο κάμψης της αγροτικής δραστηριότητας στην Ε.Ε. σε μια δύσκολη στιγμή για την διατροφική επάρκεια στη Γηραιά Ήπειρο. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι από πλευράς πολιτικής ηγεσίας, έχει αποφευχθεί συστηματικά οποιαδήποτε αναφορά στις δυνατότητες ευελιξίας που παρέχει η Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και στις αναζητήσεις για νέους πόρους οι οποίες γίνονται, προκειμένου να μην πληγεί ο αγροτικός τομέας.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα καθίσταται σαφές ότι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και η κυβέρνηση καλούνται άμεσα να εντάξουν οριζόντια το σύνολο των αγροτών σε μια σειρά από ευνοϊκές ρυθμίσεις για χρηματοδοτική διευκόλυνση ή αναστολή ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων και στη συνέχεια να αντιμετωπίσουν επίσης με αμεσότητα τα επί μέρους θέματα των ειδικότερων κατηγοριών αγροτών. Σε κάθε περίπτωση, είναι πάντως άλλο πράγμα η υποβοήθηση της μεταποιητικής βιομηχανίας (αγροτικών προϊόντων) και είναι άλλο το ενδιαφέρον που καλείται να επιδείξει σ' αυτή τη φάση η Πολιτεία για τον πρωτογενή τομέα και τη βιωσιμότητα των αγροτικών εκμεταλλεύσεων που σε ευρεία κλίμακα δέχονται τη χαριστική βολή. Εκτός και αν... άλλαι οι βουλαί του κυρίου!
Από το Βήμα της Βουλής, το πρωί της Τετάρτης 8 Απριλίου, ο κ. Βορίδης υποστήριξε πως το υπουργείο παρακολουθεί στενά την αγορά και παρεμβαίνει όπου υπάρχουν φαινόμενα κερδοσκοπίας.
Αναλυτικά η σχετική ενημέρωση από το υπουργείο:
ΥπΑΑΤ, Μ. Βορίδης: Παρακολουθούμε στενά την αγορά
και παρεμβαίνουμε όπου υπάρχουν φαινόμενα κερδοσκοπίας
Την προσήλωση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του ίδιου προσωπικά στη στήριξη των κλάδων της πρωτογενούς παραγωγής που πλήττονται από την πανδημία του κορωνοϊού επανέλαβε από το βήμα της Βουλής ο ΥπΑΑΤ, Μάκης Βορίδης απαντώντας, το πρωί της Τετάρτης (8/4/20) σε επίκαιρες ερωτήσεις που κατέθεσαν το ΚΙΝΑΛ και το ΚΚΕ.
Ο κ. Βορίδης τόνισε ότι «έχουμε ένα πολύ σαφές και συγκεκριμένο σχέδιο για το πώς θα αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις της πανδημίας στον πρωτογενή τομέα» εξηγώντας ότι προτεραιότητα του υπουργείου είναι η διασφάλιση της επισιτιστικής επάρκειας και η περιφρούρηση της διατροφικής ασφάλειας.
Ανέφερε μάλιστα ως παράδειγμα τη θέσπιση «πράσινων λωρίδων» εντός των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να συνεχιστεί απρόσκοπτα η μεταφορά τροφίμων και πρόσθεσε ότι για την ταχύτερη μεταφορά τους, τα τρόφιμα έχουν υπαχθεί στην ίδια κατηγορία με τα φάρμακα.
Ο κ. Βορίδης σημείωσε ότι το υπουργείο παρακολουθεί στενά την αγορά και θα παρέμβει όπου παρατηρούνται ασυμμετρίες, αναφέροντας ωστόσο ότι ο πρωτογενής τομέας δεν προσφέρεται για οριζόντιες πολιτικές στήριξης, καθώς δεν πλήττονται το ίδιο και με τον ίδιο τρόπο όλα τα προϊόντα. Σημείωσε μάλιστα ότι σε κάποιες περιπτώσεις, ορισμένα προϊόντα παρουσιάζουν αυξημένες τιμές εξαιτίας της συγκυρίας και ως εκ τούτου οι παραγωγοί τους δεν χρειάζεται να στηριχθούν.
«Επειδή όπου υπάρχει κρατική παρέμβαση και όπου ακούγεται η λέξη “στήριξη” αυτόματα διαμορφώνονται κερδοσκοπικά παιχνίδια εγώ θέλω να βλέπω τη διαμόρφωση των τιμών και της ζήτησης στο επίπεδο της αγοράς και θέλω οι διαταραχές να δικαιολογούνται από τα περιοριστικά μέτρα και δεν θέλω κανείς, κυρίως από εμάς, αλλά και στο επίπεδο του δημόσιου λόγου, να γίνεται -άθελά του, βεβαίως- «όχημα» τέτοιων κερδοσκοπικών παιχνιδιών» τόνισε ο υπουργός.
Πρόσθεσε μάλιστα ότι «η κρίση δημιουργεί μια υποχρέωση στο κράτος να στηρίξει την παραγωγή, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί και μια υποχρέωση στο κράτος να αποτρέψει κερδοσκοπικά παιχνίδια» τονίζοντας παράλληλα ότι όπου παρατηρούνται φαινόμενα κερδοσκοπίας, ο ίδιος τα εντοπίζει και τα υποδεικνύει.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του και απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση της κας Μανωλάκου, ο κ. Βορίδης τόνισε ότι το υπουργείο προασπίζει τα συμφέροντα των Ελλήνων παραγωγών και ανέφερε ως παράδειγμα το ζήτημα του κρέατος, για το οποίο το υπουργείο έφερε ειδική ρύθμιση με πράξη νομοθετικού περιεχομένου με την οποία δημιουργείται υποχρέωση στους εμπόρους κρέατος να ενημερώνουν ανά τρεις ημέρες το υπουργείο για τα αποθέματα τους στις αποθήκες, προκειμένου να διευκολύνεται ο έλεγχος.
«Ήδη εξήγγειλα νομοθεσία, την οποία πρόκειται να περάσουμε αμέσως στο επόμενο διάστημα με την οποία βαρύνω -και θα δω τώρα και τη στάση εδώ των πολιτικών κομμάτων σε αυτή τη νομοθεσία- και αυστηροποιώ το πλαίσιο για την αντιμετώπιση των ελληνοποιήσεων» δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός, εξαγγέλλοντας την αυστηροποίηση των διοικητικών προστίμων για τους παραβάτες από τις 30.000 ευρώ που ίσχυε μέχρι σήμερα στις 300.000 ευρώ και σε μεγάλες επιχειρήσεις μέχρι του ποσού των 600.000 ευρώ, προαναγγέλοντας παράλληλα και την εντατικοποίηση των συνοριακών ελέγχων για την πάταξη του φαινομένου.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα που έχει προκύψει με την απαγόρευση μετακίνησης παραγωγών που εκθέτουν τα προϊόντα τους σε λαϊκές αγορές, ο κ. Βορίδης είπε ότι το ζήτημα θα λυθεί με ρύθμιση του υπουργείου Ανάπτυξης που θα έρθει εντός της ημέρας, ενώ αποκάλυψε ότι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης μελετά και τρόπους αποζημίωσης τους για τις ημέρες που δεν κατάφεραν να εκθέσουν τα προϊόντα τους εξαιτίας της απαγόρευσης.
Τέλος, ο κ. Βορίδης δεσμεύτηκε ότι δεν θα επιτρέψει να υπάρχει παραγωγικό πρόβλημα στη χώρα.