Σύμφωνα με το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων dpa, τις τελευταίες εβδομάδες η κατάσταση της υγείας του Φραντς Μπεκενμπάουερ είχε επιδεινωθεί. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της οικογένειάς του ο «Καίσαρας» πέθανε στον ύπνο του την Κυριακή έχοντας γύρω του, την οικογένειά του.
Υπενθυμίζεται ότι ο Μπεκενμπάουερ είχε κάνει δύο επεμβάσεις στην καρδιά του και μία στο ισχίο του, ενώ από το 2019 είχε χάσει την όρασή του από το δεξί του μάτι.
Η ιστορία της ζωής του «Καίσαρα»
Ο Φραντς Μπεκενμπάουερ γεννήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1945 και Θθεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους ποδοσφαιριστές στην ιστορία. Μάλιστα στις εκλογές της IFFHS αναδείχθηκε τρίτος καλύτερος του 20ού αιώνα μετά τους Πελέ και Γιόχαν Κρόιφ. Παράλληλα ήταν έκτος σε ειδική ψηφοφορία μεταξύ των νικητών της Χρυσής Μπάλας που διοργάνωσε το γαλλικό περιοδικό France Football το 1999. Ο «Καίσαρας» ως αρχηγός της ομάδας της τότε Δυτικής Γερμανίας, την οδήγησε στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1974.
Ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο στην Μόναχο 1860, από την οποία μεταπήδησε στην Μπάγερν Μονάχου, όπου καθιερώθηκε ως κεντρικός αμυντικός. Μάλιστα θεωρείται ότι ήταν ο κορυφαίος αμυντικός στην ιστορία. Με την ομάδα του Μονάχου αναδείχθηκε πέντε φορές πρωταθλητής Δυτικής Γερμανίας, όπως και τρεις φορές πρωταθλητής Ευρώπης, ενώ ο ίδιος κέρδισε δύο φορές το βραβείο της Χρυσής Μπάλας.
Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, ακολούθησε καριέρα προπονητή αναλαμβάνοντας την εθνική Γερμανίας με την οποία έφτασε σε δύο τελικούς Παγκοσμίου Κυπέλλου και κατέκτησε έναν τίτλο. Είχε επιτυχημένη πορεία και ως διοικητικό στέλεχος επί σειρά ετών στη Μπάγερν, τη Γερμανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου, αλλά και σε θέσεις διεθνούς αρμοδιότητας.
Ο Μπεκενμπάουερ γεννήθηκε λίγο μετά το τέλους του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν γιος του ανώτερου ταχυδρομικού υπαλλήλου που ζούσε στο Γκίζινγκ του Μονάχου, γνωστό ως «Glasscherbenviertel», ή συνοικία με σπασμένα γυαλιά μετά τους μαζικούς βομβαρδισμούς που υπέστη κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο θείος του ήταν ποδοσφαιριστής της Μπάγερν Μονάχου. Σε νεαρή ηλικία αγωνίστηκε στην ομάδα Μόναχο 1860, τον ισχυρότερο σύλλογο της πόλης τη δεκαετία του 1950. Ως αποτέλεσμα μιας αμφιλεγόμενης διαμάχης των συλλόγων του Μονάχου, το κατρακύλισμα της Μόναχο 1860 στη δεύτερη κατηγορία και ένα επεισόδιο με συμπαίκτη του τον οδήγησαν στην ομάδα νέων της τοπικής αντιπάλου Μπάγερν Μονάχου το 1958.
Η προοπτική που φάνηκε τον οδήγησε να εγκαταλείψει τη θέση του ασκούμενου πωλητή ασφαλίσεων για να πραγματοποιήσει το όνειρό του να γίνει ένας διάσημος επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Γρήγορα ο σύλλογος έγινε η μεγαλύτερη ομάδα της πόλης, αλλά ακόμα μόλις μια μεσαία ομάδα του νεοσύστατου Γερμανικού πρωταθλήματος (Μπουντεσλίγκα), τον ενέταξε στην ανδρική ομάδα το 1964 και τελικά έμεινε για 14 χρόνια. Σε ηλικία 19 ετών έβαλε για πρώτη φορά τη φανέλα της Μπάγερν Μονάχου. Το ημερολόγιο έγραφε 6 Ιουνίου 1964 και αντίπαλος η ομάδα της Ζανκτ Πάουλι.