«Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι το 2023 θα είναι το πιο θερμό από την εποχή που τηρούνται αρχεία, με μέση θερμοκρασία 1,43 βαθμών Κελσίου πάνω από εκείνη της προβιομηχανικής εποχής. Η κατάσταση δεν υπήρξε ποτέ πιο κρίσιμη», αναφέρει η Σαμάνθα Μπέρτζες, υποδιευθύντρια της Κλιματικής Υπηρεσίας «Κοπέρνικος».
Η επιστημονική ομάδα διαπίστωσε ότι ο περασμένος μήνας ήταν ο πιο ζεστός στα καταγεγραμμένα χρονικά, με θερμοκρασία 1,7 βαθμούς υψηλότερη από εκείνη στα τέλη του 19ου αιώνα.
«Αυτά τα ρεκόρ θερμοκρασίας σημαίνουν ανθρώπινο πόνο. Για τον λόγο αυτό, το σύμφωνο του Παρισιού για το κλίμα είναι συνθήκη για τα ανθρώπινα δικαιώματα και η μη τήρηση των στόχων του αποτελεί παραβίαση ευρείας κλίμακας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», λέει στην εφημερίδα The Guardian η κλιματολόγος του Πανεπιστημίου Ιμπίριαλ του Λονδίνου, Φριντερίκα Οτο.
Η προηγούμενη σύνοδος του ΟΗΕ για το κλίμα –η COP27 του 2022 στο θέρετρο Σαρμ ελ Σέιχ στο Σινά– και η υπογραφή του τελικού κειμένου της, είχε χαρακτηριστεί ως «αποφασιστικό βήμα» για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και τη στήριξη των αναπτυσσόμενων κρατών στην πρώτη γραμμή της κρίσης.
Ο μηχανισμός «απωλειών και αποζημιώσεων» για τον αναπτυσσόμενο κόσμο, η ίδρυση του οποίου είχε ανακοινωθεί στο Σαρμ ελ Σέιχ με φανφάρες, αποδείχθηκε κενό γράμμα. Το ταμείο αυτό θα έπρεπε να βοηθήσει επίσης τις χώρες του Νότου να επιτύχουν τη μετάβαση προς την πράσινη οικονομία. Το περασμένο Σάββατο, τα 24 μέλη του διοικητικού συμβουλίου του μηχανισμού κατέληξαν στο τελικό καταστατικό του, το οποίο θα παρουσιάσουν στην COP28 του Αμπου Ντάμπι στις 30 Νοεμβρίου. Τα αναπτυσσόμενα κράτη αποδέχθηκαν το καταστατικό τού υπό ίδρυση ταμείου, παρά τις διαφωνίες τους για τη διαχείρισή του από την Παγκόσμια Τράπεζα. Τα βιομηχανοποιημένα κράτη, αντίθετα, δεν υποχώρησαν στο παραμικρό, απαιτώντας το ταμείο να μην έχει δυνατότητα κεφαλαιοποίησης και προτείνοντας οι δαπάνες του να καλύπτονται «εθελοντικά» από τα ανεπτυγμένα κράτη, χωρίς μάλιστα να ορίζονται στόχοι για το αποθεματικό του.
Η απορριφθείσα από τη Δύση πρόταση του αναπτυσσόμενου κόσμου αφορούσε ταμείο με προϋπολογισμό 100 δισ. δολαρίων μέχρι το 2030. «Η δυτική επιμονή για αποδυνάμωση του ταμείου αποτελεί ήττα για την κλιματική δικαιοσύνη. Υστερα από 30 χρόνια προσκομμάτων είχε σημειωθεί μια κάποια πρόοδος. Η αμερικανική αδιαλλαξία είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει στην καταψήφιση του ταμείου από την πλειοψηφία των 196 κρατών-μελών της COP28», λέει η Φανί Πετιμπόν, νομικός και στέλεχος γαλλικής ΜΚΟ. Τη στάση των ΗΠΑ κατήγγειλε διστακτικά το Βερολίνο, ενώ η Κίνα και τα κράτη του Κόλπου επέλεξαν τη σιωπή.
Η διαφαινόμενη διαφωνία μεταξύ κρατών του Νότου και του Βορρά για τη χρηματοδότηση του ταμείου απειλεί να οδηγήσει σε ναυάγιο τη συζήτηση, ακόμη και για το κρίσιμο ζήτημα του περιορισμού των αερίων του θερμοκηπίου. Τη στιγμή που τα κράτη του ανεπτυγμένου κόσμου υπόσχονταν στην COP15 στην Κοπεγχάγη το 2009 ότι θα είχαν υπερβεί τα 100 δισ. δολάρια σε κλιματική βοήθεια προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο μέχρι το 2020, ο στόχος αυτός παρέμενε απομακρυσμένος το 2023.
Πάνω στο εξίσου κρίσιμο ζήτημα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι διαφωνίες ήταν ήδη εμφανείς από τον περασμένο μήνα. Στις 16 Οκτωβρίου, παρά τις έριδες στο εσωτερικό της, η Ε.Ε. αποπειράθηκε να θέσει χρονικό ορίζοντα για το τέλος της παραγωγής ορυκτών καυσίμων, ανακοινώνοντας ότι ο ενεργειακός τομέας «θα πρέπει στο μεγαλύτερο μέρος του να έχει απαλλαγεί από τα ορυκτά καύσιμα πολύ πριν από το 2050». Την περασμένη εβδομάδα, κατά τη διάρκεια των προκαταρκτικών εργασιών ενόψει της συνόδου στο Αμπου Ντάμπι στο τέλος του μήνα, 14 κράτη, μεταξύ τους η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Κένυα, κάλεσαν για σταδιακή εγκατάλειψη του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, χωρίς ωστόσο να ορίσουν χρονικό ορίζοντα.
Στις 30 Οκτωβρίου ο Αμερικανός απεσταλμένος για το κλίμα, Τζον Κέρι, έκανε λόγο σε ομιλία του μόνο για τη διακοπή εξόρυξης και καύσης άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας. Ο γαιάνθρακας αποτελεί το κύριο καύσιμο για τα κινεζικά εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρισμού. Ο εκπρόσωπος της Σαουδικής Αραβίας αρκέστηκε να μιλήσει για «τον πόλεμο εναντίον των εκπομπών από κάθε είδους πηγή ενέργειας», υπογραμμίζοντας τη συμβολή της αλυσίδας παραγωγής και εγκατάστασης αιολικών πάρκων στις παγκόσμιες εκπομπές καυσαερίων.
Οι δύσκολες προκαταρκτικές συνομιλίες διεξήχθησαν κάτω από τη σκιά της δημοσίευσης τη Δευτέρα νέας έρευνας του Πανεπιστημίου Ιμπίριαλ στην επιστημονική επιθεώρηση Nature Climate Change, η οποία καταλήγει ότι οι σημερινοί ρυθμοί εκπομπών καυσαερίων του θερμοκηπίου –περίπου 40 δισ. τόνοι τον χρόνο– σημαίνουν ότι το όριο της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5 βαθμούς Κελσίου θα ξεπεραστεί σε έξι χρόνια. Το επιστημονικά αυθαίρετο όριο των 1,5 βαθμών είχε υιοθετήσει η COP21 στο Παρίσι το 2015.
Σε τεχνική έκθεση που είχε δημοσιεύσει στις 8 Σεπτεμβρίου, ο ΟΗΕ προειδοποιούσε για μία ακόμη φορά για τον επείγοντα χαρακτήρα της κλιματικής κρίσης. «Το παράθυρο που απομένει μέχρι τους 1,5 βαθμούς αύξησης θερμοκρασίας στενεύει μέρα με τη μέρα. Για να μείνουμε κάτω από το όριο αυτό πρέπει να μειώσουμε τις εκπομπές καυσαερίων κατά 43% μέχρι το 2030», ανέφερε η έκθεση του οργανισμού.
Ξηρασία
Στο μεταξύ, στην υπερθέρμανση του πλανήτη εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας αποδίδει την επίμονη ξηρασία που έχουν καταστρέψει τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων σε Συρία, Ιράκ και Ιράν νέα επιστημονική μελέτη. Τα στοιχεία επιστημονικής ομάδας από το Πανεπιστήμιο Σεμνάν του Ιράν έδειξαν ότι φαινόμενα παρατεταμένης ξηρασίας που σημειώνονταν κάθε 250 χρόνια στην κοιλάδα του Ευφράτη ποταμού πριν από την υπερθέρμανση του πλανήτη, καταγράφονται πλέον μια φορά κάθε δεκαετία.
Στο Ιράν, περίοδοι ανομβρίας που καταγράφονταν κάθε 80 χρόνια, συμβαίνουν τώρα κάθε πενταετία κατά μέσον όρο. Η συνεχιζόμενη άνοδος των θερμοκρασιών, ευνοούμενη από την αδιάκοπη καύση ορυκτών καυσίμων, θα καταστήσει τα φαινόμενα αυτά ακόμη πιο συχνά. «Η έρευνά μας έδειξε ότι η προκαλούμενη από τον άνθρωπο κλιματική αλλαγή έχει δυσχεράνει σημαντικά τη ζωή δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων στη δυτική Ασία, με την εντεινόμενη ανομβρία να καθιστά τη ζωή των κατοίκων ακόμη δυσκολότερη», λέει ο καθηγητής Μοχάμαντ Ραχίμι του Πανεπιστημίου Σεμνάν.
«Η απειλή της ξηρασίας ενισχύεται σε έναν διαρκώς θερμαινόμενο κόσμο. Παρότι κάποιες χώρες που πλούτισαν από τα ορυκτά καύσιμα θα έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν υψηλό επίπεδο ζωής ακόμη και σε έναν πιο θερμό και δύσκολο κόσμο, οι φτωχότερες χώρες και όσες έχουν υποστεί πολέμους, δεν θα έχουν τη δυνατότητα αυτή», λέει η δρ Οτο.
πηγή: kathimerini.gr