Όταν ο Παναγιώτης Αλεξάκης πήρε απόφαση να πάει ένα βήµα παρακάτω την οικογενειακή αγροτική επιχείρηση έπιασε µια βαλίτσα, τη γέµισε µε δείγµατα από ρεβίθια, φασόλια και φακές και κατευθύνθηκε προς το αεροδρόµιο της Θεσσαλονίκης.
Άφηνε δείγµατα σε µαγαζιά ντελικατέσεν της Κεντρικής Ευρώπης. Αναπόφευκτα µερικοί ενδιαφέρθηκαν και έτσι ξεκίνησε η πορεία του brand οσπρίων που εµπνεύστηκε µαζί µε τον 25χρονο αδερφό του Σταύρο, Horafi. Αυτό έγινε πριν από ενάµιση χρόνο και µε συνοπτικές διαδικασίες οι αγορές σε Ολλανδία, Σουηδία και Αυστρία διαµόρφωναν το 100% του τζίρου της εταιρείας, η οποία µόλις πριν από µερικούς µήνες αποφάσισε να ανοιχτεί και στην εγχώρια αγορά.
Οι δυο νεαροί πήραν τη σκυτάλη από τον αγρότη πατέρα τους, ο οποίος καλλιεργούσε στο Τρίλοφο Θεσσαλονίκης τη γη που είχε παραλάβει από τον δικό του πατέρα. Πλέον ο δυο νεαροί αγρότες καλλιεργούν 700 στρέµµατα µε όσπρια και σιτηρά, χωρισµένα στη µέση και εναλλάσσοντας µεταξύ τους τις καλλιέργειες.
Το προϊόν µε τη µεγαλύτερη ζήτηση είναι το ρεβίθι, ενώ πλέον έχουν ξεκινήσει και τη µεταποίησή του, παράγοντας ρεβιθάλευρο. Από τους 5 τόνους που ήταν η παραγωγή στο ξεκίνηµα της προσπάθειας, τώρα έχουν φτάσει τους 30 τόνους, ενώ κάθε χρόνο αυξάνουν της εκτάσεις τους.
«Όταν πουλιέται το ρεβίθι 65 λεπτά το κιλό στον έµπορο, εγώ µπορώ να το πουλήσω µε διπλάσια τιµή και πάλι να βγαίνω στην αγορά πιο φθηνά από αρκετούς» εξηγεί στην Agrenda ο Παναγιώτης. Ένα πράγµα έλλειπε από τη στιγµή που πάρθηκε η απόφαση για καθετοποίηση, το συσκευαστήριο. «Μια επένδυση 10.000 ευρώ, είναι αρκετή για να ξεκινήσεις ένα συσκευαστήριο» αναφέρει ο ίδιος.
Η μετάβαση από τις αγροτικές εργασίες στο μάρκετινγκ είναι δύσκολη διαδικασία
Βιωµατικά πλέον ο συνοµιλητής µας γνωρίζει πως το ενδιαφέρον για τα ελληνικά προϊόντα αγροδιατροφής είναι µεγάλο στις διεθνείς αγορές. Το σκεπτικό της επιχείρησης ήταν να απευθυνθεί στο εξωτερικό, αφού φαίνεται πως είναι κορεσµένη στο κοµµάτι των οσπρίων. «Στο εξωτερικό διαπιστώσαµε µεγάλο ενδιαφέρον γα τα ελληνικά αγροδιατροφικά είδη» αναφέρει ο 31χρονος Παναγιώτης. Βέβαια φαίνεται τελικά πως και η ελληνική αγορά µπορεί να ανταποκριθεί στην προσπάθεια των δυο νεαρών αγροτών, αφού από τότε που ξεκίνησε η διάθεση των προϊόντων και εδώ, ο τζίρος µοιράστηκε στο µισό ανάµεσα στις διεθνείς και τις εσωτερικές πωλήσεις.
«Είναι ένα µεγάλο και δύσκολο βήµα. Από εκεί που είσαι αγρότης, το να ασχοληθείς µε το µάρκετινγκ είναι µια δύσκολη διαδικασία. Αυτή ήταν η µεγαλύτερη πρόκληση. Στην αρχή ήµουν λίγο κουµπωµένος γιατί είδα πως είναι αλλιώς να µιλάς µε τον άλλο ως αγρότης και αλλιώς ως πωλητής» εξηγεί. Τα δύο αδέρφια από τον Τρίλοφο, σπούδασαν πληροφορική, ωστόσο αποφάσισαν µε ευκολία να συνεχίσουν την οικογενειακή παράδοση στην πρωτογενή παραγωγή. «Είναι µια απόφαση που απλά την παίρνεις. Μας αρέσει εδώ, ωραία είναι» είπε ο Παναγιώτης. Οι δύο τους έχουν αναλάβει όλες τις εργασίες που απαιτεί η εκµετάλλευσή τους, προσπαθώντας όσο τον δυνατόν περισσότερο να ξεκουράζουν τον πατέρα τους.
«Ψάχνουµε συνέχεια διεξόδους και νέους πελάτες. ∆ίνουµε κυρίως έµφαση σε ντελικατέσεν αλλά και εστιατόρια, ειδικά αυτά που πουλάνε φαλάφελ» συµπληρώνει ο δραστήριος παραγωγός, εξηγώντας πως προσπαθούν σε κάθε περίπτωση να εκµεταλλευτούν την τάση που έχει διαµορφωθεί τα τελευταία χρόνια γύρω από τα όσπρια και ειδικά τα ρεβίθια. Πέρα από τις αγορές της Ε.Ε, ο στόχος των αδερφών Αλεξάκη είναι η Μέση Ανατολή και τα Αραβικά Εµιράτα, χώρες που παραδοσιακά το ρεβίθι βρίσκεται στο επίκεντρο της διατροφικής κουλτούρας. Μάλιστα έχουν τελευταία αναπτύξει επαφές στο Κουβέιτ.
Διαβάστε αναλυτικό ρεπορτάζ στην εφημερίδα Agrenda που κυκλοφόρησε το Σάββατο 22 Φεβρουαρίου.