Εξάλλου, στις αρχές του έτους, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Μάκης Βορίδης είχε εντάξει στους προγραµµατικούς στόχους για το β’ εξάµηνο του 2020 την εκπόνηση ενός ολοκληρωµένου σχεδίου αναδιάρθρωσης καλλιεργειών. Τότε, βέβαια η µόνη διαθέσιµη πηγή χρηµατοδότησης για την υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου ήταν το επόµενο Πρόγραµµα Αγροτικής Ανάπτυξης (2021-2027) και τα προγράµµατα των Οργανώσεων Παραγωγών, τα οποία όµως απαιτούν διαδικασίες έγκρισης, ενώ σήµερα στη φαρέτρα Βορίδη έχουν ενταχθεί και τα κονδύλια του Ταµείου Ανάκαµψης.
Πάντως µε βάση τα όσα ανέφερε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης στη ∆ΕΘ, ήδη βρίσκεται στα σχέδια της αρµόδιας Επιτροπής και του πρωθυπουργού, σχέδιο για τη χρηµατοδότηση εξειδικευµένων προγραµµάτων και επενδυτικών σχεδίων, χωρίς ωστόσο να αναφερθεί στο ύψος των πόρων αφού «η συζήτηση είναι ακόµα πρώιµη», όπως είπε. Σηµειωτέον, η Ελλάδα προβλέπεται να λάβει περίπου 32 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 19,5 δισ. αφορούν επιχορηγήσεις και τα 12,5 δισ. δάνεια. Σε αυτά προστίθενται σχεδόν 40 δισ. ευρώ από το Πολυετές ∆ηµοσιονοµικό Πλαίσιο, τα οποία θα δοθούν µέσα από δράσεις του µεσοπρόθεσµου προγράµµατος ανάπτυξης (ΕΣΠΑ) και της ΚΑΠ για την περίοδο 2021-2027.
Στην πρώτη γραµµή, σταφίδα, ροδάκινα, σύκα
Με βάση πάντως τις µέχρι τώρα αναφορές αλλά και τα αιτήµατα των παραγωγικών φορέων, στην πρώτη γραµµή του σχεδίου αναδιάρθρωσης φαίνεται πως βρίσκονται προϊόντα που θεωρούνται υπερτροφές, όπως σταφίδα και σύκα, αλλά και τα ροδάκινα, τα οποία διατηρούν ισχυρό εξαγωγικό προφίλ και η κορινθιακή (µαύρη) σταφίδα, ένα παραδοσιακό ελληνικό προϊόν µε καθαρά εξαγωγικό χαρακτήρα (εξάγεται κατά 95%).
Μάλιστα, το πρόγραµµα αναδιάρθρωσης της κορινθιακής σταφίδας µε οικονοµική ενίσχυση που έχουν υποστηρίξει σθεναρά παραγωγικοί και πολιτειακοί φορείς από την Πελοπόννησο µέχρι την Κρήτη φαίνεται να είναι στις άµεσες προτεραιότητες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Μάλιστα, προ µηνών η υφυπουργός Φωτεινή Αραµπατζή είχε µιλήσει για στήριξη 50 εκατ. ευρώ πενταετούς διάρκειας στη συνάντησή της µε το προεδρείο της Παναιγιάλειου Ένωσης Συνεταιρισµών.
Η αναδιάρθρωση απαιτεί µελέτη
Επί του θέµατος, ο πρώην Γενικός Γραµµατέας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης Χαράλαµπος Κασίµης, µε ανάρτησή του στο facebook, για την αναδιάρθρωση της κορινθιακής σταφίδας εκφράζει επιφυλάξεις και αναφέρει: «Ας διευκρινήσουµε ορισµένα πράγµατα πέραν των επικοινωνιακών εντυπωσιασµών των κυβερνητικών παραγόντων. Η αναδιάρθρωση καλλιέργειας απαιτεί µελέτη και σχέδιο µε τον αναγκαίο προϋπολογισµό που θα πρέπει να υποβληθεί και εγκριθεί από την ΕΕ για χρηµατοδότησή του είτε µέσα από επιχειρησιακό πρόγραµµα οργάνωσης παραγωγών είτε µέσα από ειδικό µέτρο του ΠΑΑ στην επόµενη προγραµµατική περίοδο.
Εποµένως η αναφορά στον «στόχο αναδιάρθρωσης µε οικονοµική ενίσχυση» δεν λέει τίποτα χωρίς διευκρινήσεις για το περιεχόµενο και τη χρηµατοδοτική πηγή. Γνωρίζω ότι και τα δύο δεν είναι διαθέσιµα αυτή τη στιγµή. Ασφαλώς η αναδιάρθρωση της κορινθιακής σταφίδας είναι αναγκαία τόσο µε όρους αγρονοµικούς όσο και µε όρους διεθνούς αγοράς και ζήτησης. Αλλά αντί για επικοινωνιακές ποµφόλυγες και φληναφήµατα τοπικού ενδιαφέροντος, απαιτείται σχέδιο και συνεργασία όλων των εµπλεκόµενων µε την καλλιέργεια φορέων».
Θεµελιώδες να υπάρχει συγκριτικό πλεονέκτηµα της παραγωγής σε ένα τόπο
Στο µοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης η επιστροφή καινοτόµων ρετροκαλλιεργειών
Μπροστά σε µία µεγάλη ευκαιρία που θα οδηγεί σε ένα νέο παραγωγικό µοντέλο που δεν θα βάζει µπροστά την αναβίωση καλλιεργειών που εµφανίζουν προβλήµατα λόγω γήρανσης και υψηλού κόστους, συντεχνιακά αιτήµατα ή υψηλές επιδοτήσεις βρίσκεται ο εγχώριος πρωτογενής τοµέας. Τον τόνο δίνουν οι συζητήσεις στα ευρωπαϊκά και διεθνή φόρα για προϊόντα που θα κινούνται στις αγορές µε όρους ποιότητας και χαµηλό περιβαλλοντικό αποτύπωµα αλλά και οι προκλήσεις που δηµιουργεί η πανδηµία για ανθεκτικές και ευέλικτες αλυσίδες τροφίµων.
Απέναντι σε αυτή τη συνθήκη, ενδιαφέρον έχει το πρόσφατο άρθρο του πρώην υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και τοµεάρχη αγροτικού του ΣΥΡΙΖΑ, σύµφωνα µε τον οποίο το πρώτο θεµελιώδες ερώτηµα είναι ποιο µπορεί να είναι το βασικό συγκριτικό πλεονέκτηµα της παραγωγής στον τόπο, πάνω στο οποίο θα προσανατολιστεί η παραγωγή, αφού προηγουµένως εξεταστούν οι περιοριστικοί παράγοντες. Το δεύτερο ερώτηµα, κατά τον ίδιο, αφορά το κοινωνικό υποκείµενο, τον παραγωγό και την «επαγγελµατισµό» του που θα κληθεί να το υπηρετήσει όσο και τους υποστηρικτικούς µηχανισµούς που θα τον βοηθήσουν. «Οι δηµόσιες δοµές και υπηρεσίες έχουν στηριχθεί πάνω σε ένα διεκπεραιωτικό µοντέλο, µη αναπτυξιακό και µη υποστηρικτικό προς τον παραγωγό», αναφέρει σχετικά.
Διαβάστε επίσης: Οι ευρωπαϊκές χώρες τελειώνουν οριστικά με τα ιστορικά δικαιώματα, μοντέλο πλήρους σύγκλισης υιοθετούν Αυστρία και Ολλανδία
Σύµφωνα µε τον αρθρογράφο, «Η µεγάλη κλιµατική ποικιλότητα και η διαφοροποίηση του εδαφικού ανάγλυφου επιτρέπουν την εισαγωγή καινοτόµων ή και «ρετροκαινοτόµων» καλλιεργειών, που άκµασαν αλλά εγκαταλείφθηκαν, καλλιεργειών συµπληρωµατικών ή και σε αντικατάσταση των υφιστάµενων. Η φαρµακευτική και η κλωστική κάνναβη, (εξαιρετικά ελπιδοφόρες καλλιέργειες για επενδύσεις), το λινάρι, το σουσάµι, τα σύκα, οι σταφίδες µεταξύ άλλων, µπορούν να αποτελέσουν διέξοδο στις πιέσεις από τους εξωγενείς παράγοντες, όπως κλιµατική αλλαγή, διαθεσιµότητα φυσικών πόρων και τάσεις της εποχής. Η πρόσφατη πανδηµία λειτούργησε καταλυτικά στην αλλαγή διατροφικών συνηθειών: αυξήθηκε η απαίτηση σε υπερτροφές, τροφές µε ισχυρισµό υγείας, αυξηµένη περιεκτικότητα σε βιταµίνες, ενώ ελαττώθηκε η κινητικότητα στη µαζική εστίαση και η κατανάλωση κόκκινου κρέατος. Ισχυρές παραµένουν και οι τάσεις σε vegan διατροφή και εναλλακτική ένδυση».
Κατά τον ίδιο, το µοντέλο, της µαζικής βιοµηχανικής παραγωγής δεν είναι αυτό που ταιριάζει στο ελληνικό τρόφιµο και την ελληνική γεωργική παραγωγή εν γένει. «Το ανάγλυφο, η ποικιλία µικροκλιµατικών συνθηκών και η παραλλακτικότητα οδήγησαν σταδιακά σε πολυτεµαχισµό του κλήρου και έντονη διαφοροποίηση στην παραγωγή, στοιχεία όµως που, όµως, συντελούν στην αύξηση του κόστους», εξηγεί.
Ο ίδιος προκρίνει παραγωγές που θα απευθύνονται σε καταναλωτές λιγότερους, πλην όµως συνειδητοποιηµένους και σταθερούς που αναζητούν το πιο ποιοτικό τρόφιµο έναντι του πιο φθηνού µαζικού. Οι µεταβλητές που επηρεάζουν και υπηρετούν την υλοποίηση του νέου παραγωγικού µοντέλου, διαδραµατίζουν το σπουδαιότερο ρόλο στην πραγµάτωση ή µη του εγχειρήµατος κατά τον Σταύρο Αραχωβίτη και κινούνται σύµφωνα µε τον «Νόµο του Ελαχίστου».
- Πρώτη και βασική µεταβλητή είναι η χρηµατοδότηση της αλυσίδας παραγωγής από το χωράφι µέχρι το τελικό στάδιο της διάθεσης.
- ∆εύτερη µεταβλητή, κοµβικής σηµασίας για τη δηµιουργία υπεραξίας, είναι η ύπαρξη αξιόπιστης και σύγχρονης µεταποιητικής βιοµηχανίας τροφίµου, συνεταιριστικής και ιδιωτικής.
- Τρίτη µεταβλητή είναι η ύπαρξη ενός σύγχρονου δικτύου διανοµής (agrologistics) των αγροτικών προϊόντων.
- Τέταρτη µεταβλητή η παρακολούθηση των παγκόσµιων τάσεων και κρίσεων στη διατροφή, την υγεία, την οικονοµία, το διαθέσιµο εισόδηµα και οι επιπτώσεις από φυσικές ή ανθρωπογενείς αιτίες.
- Πέµπτη µεταβλητή που καθορίζει πλέον τις δυνατότητες, τα όρια και τον προσανατολισµό της παραγωγής είναι η Κλιµατική Αλλαγή.
- Έκτη κρίσιµη µεταβλητή αποτελεί η µέριµνα για την προστασία και την ενίσχυση του εισοδήµατος του παραγωγού.
Διαβάστε αναλυτικό ρεπορτάζ στην εφημερίδα Agrenda που κυκλοφορεί το Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου μαζί με το περιοδικό «Wine Trails».