
Όπως τονίζεται σχετικά, οι εμπρόθεσμες αρχικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται μέχρι τις 27-08-2021, ενώ οι εκπρόθεσμες αρχικές ή οι τροποποιητικές δηλώσεις υποβάλλονται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Αναλυτικότερα, η συμπλήρωση του εισοδήματος από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα ξεκινά με την συμπλήρωση του Ε3 το οποίο έχει αρκετές αλλαγές, κυρίως λόγω των κορωνοενισχύσεων (δείτε σχετικό άρθρο εδώ ) και ακολούθως μεταφέρεται το καθαρό αγροτικό εισόδημα στον Υποπίνακα 4Γ1 του Ε1 ως εξής:
Κωδικοί 461-462
Καθαρό εισόδημα από άσκηση αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας
Μεταφέρεται το καθαρό εισόδημα από την άσκηση ατομικής αγροτικής δραστηριότητας από το έντυπο Ε3 του οποίου η συμπλήρωση είναι απαραίτητη για το φορολογικό έτος 2020. Όσον αφορά στον τρόπο φορολόγησης του εισοδήματος από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα:
-Από 1.1.2014 έχει καταργηθεί η φορολόγηση του αγροτικού εισοδήματος σύμφωνα με το άρθρο 42 του ν.2238/1994 (τεκμαρτός προσδιορισμός του αγροτικού εισοδήματος). Το εισόδημα που αποκτάται από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, φορολογείται πλέον σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν.4172/2013, με λογιστικό τρόπο.
-Συγκεκριμένα, όσοι αποκτούν εισόδημα από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το αν απαλλάσσονται ή όχι από την τήρηση βιβλίων και την ένταξή τους ή όχι στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α., προσδιορίζουν τα ακαθάριστα έσοδα και τα κέρδη τους λογιστικά (με βάση τα τηρούμενα βιβλία και στοιχεία). Οι αγρότες που δεν είναι υπόχρεοι και δεν τηρούν βιβλία θα προσδιορίζουν τα κέρδη τους με βάση τα δεδομένα των φορολογικών στοιχείων που προβλέπονται και οφείλουν να τηρούν και να διαφυλάσσουν έως τον χρόνο παραγραφής. Επιπρόσθετα, σε περίπτωση που αγρότες μη υπόχρεοι σε έκδοση στοιχείων έχουν πραγματοποιήσει και λιανικές πωλήσεις, προσθέτουν στα ακαθάριστα έσοδά τους και τις πωλήσεις αυτές που αποδεικνύονται είτε με απλές αποδείξεις είσπραξης, είτε με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο. Τα κέρδη από ατομική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν.4172/2013. Συγκεκριμένα, τα κέρδη από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογούνται πλέον αυτοτελώς με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15 (κλίμακα μισθωτών), χωρίς δηλαδή τα εισοδήματα αυτά να αθροίζονται με τυχόν εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθούς και συντάξεις. Αυτό σημαίνει ότι εάν κάποιος έχει εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και από μισθωτή εργασία και συντάξεις (που φορολογούνται αθροιστικά) και παράλληλα έχει και εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, η κλίμακα του άρθρου 15 εφαρμόζεται αυτοτελώς για το εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα και ξεχωριστά για το άθροισμα του εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα και του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις.
΄-Διευκρινίζεται ότι κατ’ εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν.4172/2013 σε περίπτωση που ένας νέος επιτηδευματίας δηλώνει εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα παράλληλα με εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, έχει τη μείωση του φορολογικού συντελεστή του πρώτου κλιμακίου του άρθρου 15 κατά πενήντα τοις εκατό (50%) εφόσον αθροιστικά τα ακαθάριστα έσοδα από επιχειρηματική και αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα δεν υπερβαίνουν τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
-Επιπλέον, η παράγραφος 2 του άρθρου 29 του ν. 4172/2013 έχει εφαρμογή για όποιον ασκεί ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει απαλλαγή ή όχι από την τήρηση βιβλίων με βάση τα Ε.Λ.Π. και την ένταξή του στα καθεστώτα του ΦΠΑ. Η εν λόγω μείωση εφαρμόζεται για το πρώτο έτος που δηλώνεται εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα μέσω Ε3 και για τα δύο (2) επόμενα έτη για τα οποία δηλώνεται εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα (ΠΟΛ. 1205/2018 εγκύκλιος).
-Επιπρόσθετα, οι μειώσεις του φόρου του άρθρου 16 εφαρμόζονται και για τους κατ’ επάγγελμα αγρότες (κωδικοί 037-038), όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία (άρθρο 2 παρ. 1 του ν.3874/2010, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 65 του ν.4389/2016) εφόσον τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) του εισοδήματός τους προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα. Στο εισόδημα του προηγούμενου εδαφίου δεν περιλαμβάνονται η κύρια σύνταξη από ΟΓΑ, οι αμοιβές από παροχή εργασίας με εργόσημο, οι αμοιβές εργαζομένων υπαγομένων στην ασφάλιση ΟΓΑ σε τυποποιητήρια, συσκευαστήρια και σε συναφείς χώρους, για έως εκατόν πενήντα (150) ημερομίσθια ανά έτος, καθώς και οι αμοιβές μελών αγροτικών ή/και γυναικείων συνεταιρισμών, που απασχολούνται περιστασιακά και υπάγονται στην ασφάλιση ΟΓΑ. Τονίζεται ότι η ανωτέρω διαδικασία γίνεται σύμφωνα με την επίσημη ταυτοποίηση των κατ’ επάγγελμα αγροτών από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, για τους κατ’ επάγγελμα αγρότες, σε περίπτωση που το εισόδημα προκύπτει μόνο από ατομική αγροτική επιχείρηση, ο φόρος μειώνεται κατά το ποσό που προβλέπεται στο άρθρο 16. Στην περίπτωση, όμως, που αποκτάται εισόδημα από μισθούς και συντάξεις μαζί με εισόδημα ατομικής αγροτικής επιχείρησης, οι μειώσεις του φόρου που προβλέπονται στο άρθρο 16 υπολογίζονται μία φορά για το σύνολο των εισοδημάτων. Στην περίπτωση, όμως, που αποκτάται εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή και από ατομική αγροτική επιχείρηση μαζί με εισόδημα από λοιπές κατηγορίες, η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο άρθρο 16 θα εφαρμόζεται αναλογικά μόνο στο μέρος του εισοδήματος που προέρχεται αποκλειστικά από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή και από ατομική αγροτική επιχείρηση.
-Ωστόσο, όταν αποκτάται εισόδημα από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, μαζί με εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο άρθρο 16 υπολογίζεται μόνον στο εισόδημα που αποκτάται από την αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το εάν αυτός χαρακτηρίζεται ως κατ’ επάγγελμα αγρότης σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και του ποσοστού συμμετοχής του εισοδήματός του από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα σε σχέση με το συνολικό εισόδημα. Εφόσον, μαζί με τα εισοδήματα του προηγούμενου εδαφίου αποκτάται και εισόδημα από μισθωτή εργασία ή συντάξεις, η μείωση του φόρου θα υπολογίζεται αναλογικά μόνο στο μέρος του εισοδήματος που προέρχεται από μισθωτή εργασία και συντάξεις, καθώς και από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα.
Κωδικοί 463-464
Αναγράφονται τα συνολικά καθαρά κέρδη από ατομική αγροτική δραστηριότητα στην αλλοδαπή
Κωδικοί 465-466
Ζημιά από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα.
Ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων (επιχειρηματική - αγροτική) προκειμένου να εφαρμοστεί η αυτοτελής φορολόγηση επί του αγροτικού εισοδήματος ανάλογα με την δραστηριότητα, έχει εφαρμογή και για τις διαδικασίες μεταφοράς της ζημιάς. Συνεπώς, η ζημία από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα δύναται να συμψηφιστεί μόνο με κέρδη από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα.
Η διαδικασία της μεταφοράς ζημιάς, όπως ορίζεται με τις διατάξεις του άρθρου. 27 του ν.4172/2013, ισχύει και για την άσκηση αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Επίσης έχουν εφαρμογή και οι διατάξεις του άρθρου 34 του ιδίου νόμου περί διαφοράς εισοδήματος και υπολογισμός του φόρου αυτής. Σε συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει ότι εάν κάποιος εμφανίζει ζημιά αλλά φορολογείται βάσει τεκμηρίου για το τρέχον φορολογικό έτος, δεν δικαιούται να μεταφέρει αυτή τη ζημιά για συμψηφισμό στα επόμενα φορολογικά έτη.
Κωδικοί 467-468
Αναγράφονται οι ζημιές προηγουμένων ετών που προέκυψαν από την άσκηση ατομικής αγροτικής δραστηριότητας στην ημεδαπή.
Κωδικοί 475-476
Ακαθάριστα έσοδα από άσκηση ατομικής αγροτικής δραστηριότητας.
Τα έσοδα των παραγωγών γεωργικών, πτηνοτροφικών, κτηνοτροφικών, δασοκομικών, υλοτομικών και αλιευτικών προϊόντων, που προέρχονται είτε από την πώληση των προϊόντων που παράγουν είτε από την εξαγωγή τους, και ανεξάρτητα από τον τόπο και τον τρόπο (λιανικώς ή χονδρικώς) προκειμένου να φορολογηθούν ως έσοδα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα με την κλίμακα του άρθρου 15. Ειδικότερα, οι ως άνω παραγωγοί αποκτούν εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα μόνο στην περίπτωση πώλησης (χονδρικώς ή λιανικώς) των δικών τους προϊόντων, δηλαδή των προϊόντων που έχουν παράγει οι ίδιοι (και μόνο για αυτά) είτε από δικό τους κατάστημα είτε σε λαϊκές αγορές. Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, για τον προσδιορισμό του εισοδήματος από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα προϋπόθεση είναι τα πωλούμενα προϊόντα να παράγονται αποκλειστικά από τον πωλητή τους-παραγωγό και να μην έχουν υποστεί μεταποίηση. Στην έννοια της μεταποίησης δε συμπεριλαμβάνεται η απλή συσκευασία. Στην περίπτωση που ο παραγωγός των παραπάνω προϊόντων πωλεί (λιανικώς ή χονδρικώς), παράλληλα με τα δικά του και προϊόντα που έχει προμηθευτεί από άλλους παραγωγούς, τότε θεωρείται ότι ασκείται παράλληλα επιχειρηματική εμπορική δραστηριότητα (δηλαδή για τα έσοδα που προέρχονται από την πώληση προϊόντων τρίτων, και μόνο για αυτά). Επίσης, δεν συνιστούν εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα οι δραστηριότητες εκμετάλλευσης του εξοπλισμού των παραπάνω παραγωγών (π.χ. μίσθωση αγροτικών μηχανημάτων κ.λπ.) καθώς οι δραστηριότητες αυτές συνιστούν παροχή υπηρεσιών σε τρίτους. Παρομοίως, η αμοιβή που τυχόν λαμβάνει παραγωγός των παραπάνω προϊόντων για υπηρεσίες που παρέχει ο ίδιος σε άλλους αγρότες δεν αποτελεί αγροτικό εισόδημα (σχετική η εγκύκλιος Δ12 Α 1109216 ΕΞ2014 /24.7.2014).Επιπρόσθετα, για τα εισοδήματα από 1.1.2014 έχει γίνει δεκτό ότι, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 116 του νόμου 4316/2014, ο ορισμός της αγροτικής δραστηριότητας της περίπτωσης στ΄ της παρ. 2 του ν. 3874/2010 ισχύει και για λόγους φορολόγησης του κέρδους από τη διαχείριση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έως 100 KW (σχετική και η ΠΟΛ 1116/2015 εγκύκλιος).
Από 1.1.2017 η δραστηριότητα της οικοτεχνίας όπως ορίζεται στις διατάξεις του ν. 3874/2010 (άρθρο 2 περ. δ’) και του ν. 4235/2014 (άρθρο 56 παρ. 2α), περιλαμβάνεται για φορολογικούς σκοπούς στην έννοια της αγροτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Κωδικοί 469-470
Αναγράφονται οι φόροι που παρακρατήθηκαν και καταβλήθηκαν στην αλλοδαπή. Η καταβολή του ποσού του φόρου στην αλλοδαπή αποδεικνύεται με τα δικαιολογητικά έγγραφα που ορίστηκαν στην ΠΟΛ 1026/22.01.2014 Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. (ΦΕΚ 170Β΄).
Αγροτικές Επιδοτήσεις και Αποζημιώσεις
Ειδικά, για τους ασκούντες ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, στον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα περιλαμβάνονται εκ των άμεσων ενισχύσεων του Πυλώνα I της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής, όπως αυτές ορίζονται, μόνο η βασική ενίσχυση καθώς και κατά το ποσό που υπερβαίνουν τις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ, οι πράσινες και συνδεδεμένες ενισχύσεις. Οι αγροτικές αποζημιώσεις στο σύνολό τους δεν περιλαμβάνονται στον προσδιορισμό του κέρδους από επιχειρηματική δραστηριότητα. Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, η βασική ενίσχυση φορολογείται από το πρώτο ευρώ, ενώ οι πράσινες και οι συνδεδεμένες φορολογούνται μόνο κατά το μέρος που, αθροιζόμενες, υπερβαίνουν τις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ.
Όλες οι κατηγορίες των εισοδηματικών αγροτικών επιδοτήσεων/ ενισχύσεων, κατά το μέρος που δεν λήφθηκαν υπόψη κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, θα συμπληρώνονται στην αντίστοιχη επιλογή των κωδικών 659-660 και υπόκεινται σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Ειδικά οι αγροτικές ενισχύσεις που καταβάλλονται από τον ΟΠΕΚΕΠΕ στο πλαίσιο δράσεων αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορονοϊού COVID-19 στον πρωτογενή τομέα, δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε κατά τον υπολογισμό της Ειδικής Εισφοράς Αλληλεγγύης, οπότε συμπληρώνονται από τον φορολογούμενο στους κωδικούς 657-658 (άρθρο 146 του ν.4764/2020).
Οι αγροτικές επιδοτήσεις που αφορούν στα φορολογικά έτη 2019 και προηγούμενα φορολογούνται σύμφωνα με τα ισχύοντα στο έτος που ανάγονται (ΠΟΛ. 1116/2015 εγκύκλιος). Δεν επιβάλλονται πρόστιμα και τόκοι για τις τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλονται από όσους λαμβάνουν αγροτικές επιδοτήσεις, εφόσον οι σχετικές βεβαιώσεις εκδόθηκαν καθυστερημένα από τον ΟΠΕΚΕΠΕ και εκ του λόγου αυτού δεν ήταν δυνατή η υποβολή εμπρόθεσμης δήλωσης για το εισόδημα αυτό. Από το φορολογικό έτος 2018 και μετά οι τροποποιητικές δηλώσεις υποβάλλονται ηλεκτρονικά ενώ για τα προηγούμενα έτη υποβάλλονται χειρόγραφα στη Δ.Ο.Υ., με τους προβλεπόμενους τρόπους, μέχρι το τέλος του φορολογικού έτους που εκδόθηκε η βεβαίωση. Η καταβολή του φόρου γίνεται σύμφωνα με όσα ορίζουν οι διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 67 του ΚΦΕ.
Τα ποσά που προέρχονται από πλεονάσματα Αγροτικών Συνεταιρισμών αποτελούν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 4673/2020, εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα των μελών τους και περιλαμβάνονται ως ακαθάριστο έσοδό τους στο ατομικό Έντυπο Ε3 που υποβάλλουν, ενώ τα διανεμόμενα κέρδη των Αγροτικών Συνεταιρισμών αποτελούν, σύμφωνα με την παρ. 10β΄ του άρθρου 26 του ίδιου νόμου, εισόδημα από μερίσματα των μελών τους και αναγράφονται στις ατομικές δηλώσεις των μελών, ανάλογα με την κατηγορία των βιβλίων που τηρεί ο ΑΣ, είτε στους κωδικούς 431-432 του Πίνακα 6 είτε στους κωδικούς 291-292 του Υποπίνακα 4Δ1.