Με τις εισροές στα ύψη και τις ενισχύσεις μειωμένες οι μεταβιβάσεις δικαιωμάτων γράφουν αύξηση 40%
Αυτό είναι ένα ερώτηµα που απασχολεί ήδη µερίδα κυρίως των µεγαλύτερων επαγγελµατικών αγροτικών εκµεταλλεύσεων της Ευρώπης ενόψει της νέας ΚΑΠ. Όσο προχωρά ο σχεδιασµός για τα στρατηγικά σχέδια γίνεται κατανοητό ότι η αξία των δικαιωµάτων θα µειωθεί σε τέτοιο βαθµό που τελικώς να µην αξίζει ο κόπος ενεργοποίησής τους, µετά την αυστηροποίηση των κανόνων λήψης της βασικής πληρωµής. Φυσικά αυτό δεν σηµαίνει πλήρης εγκατάλειψη των άµεσων ενισχύσεων. Συνδεδεµένες, νέα καθεστώτα πρασινίσµατος και συµπληρωτική πληρωµή νεαρών αγροτών ενεργοποιούνται ακόµα και χωρίς δικαιώµατα, παρά µόνο µε την επιλέξιµη γη στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ.
Σε αυτό το µήκος κύµατος κινείται άρθρο της ιρλανδικής Independent που αναφέρει ότι πλέον τις επαγγελµατικές εκµεταλλεύσεις τις ενδιαφέρουν πολύ περισσότερο οι αυξήσεις στα κόστη, παρά οι επικείµενες µειώσεις στα δικαιώµατα που τελικά «αποτελούν απλά έναν πολιτικό µοχλό πίεσης».
«Η πραγµατική απειλή για τη γεωργία είναι το κόστος της επιχειρηµατικής δραστηριότητας – από το εργατικό δυναµικό, το κόστος των λιπασµάτων, το κόστος ενέργειας, αυτά τα πάγια κόστη χωρίς τα οποία δεν µπορούµε να λειτουργήσουµε», αναφέρει ο πρόεδρος της πρωτοβάθµιας συνεταιριστικής οργάνωσης της χώρας IFA, Eddie Downey. Η αξία των άµεσων ενισχύσεων έχει «µειωθεί δραµατικά» ενώ το πάγιο κόστος λειτουργίας µιας αγροτικής επιχείρησης «έχει ξεπεράσει κάθε όριο», συµπληρώνει το άρθρο, λέγοντας πως κάποιοι βλέπουν ως λύση το «ξεφόρτωµα» των δικαιωµάτων, ίσως λόγω αναγκών ρευστότητας, πριν το ξεκίνηµα της νέας ΚΑΠ όπου οι εκπλήξεις ειδικά το 2023 ενδέχεται να είναι πολλές σε σχέση µε τις άµεσες ενισχύσεις.
Απεµπλοκή 500 εκατ. ευρώ από τα δικαιώµατα ενίσχυσης
Στην Ελλάδα προς το παρόν το θέµα των άµεσων ενισχύσεων της νέας περιόδου δεν έχει ξεκαθαριστεί επισήµως, οπότε κανείς δεν µπορεί να γνωρίζει µε σιγουριά το πώς θα πρέπει να κινηθεί σε σχέση µε τα δικαιώµατα. Οι µέχρι τώρα εκτιµήσεις µιλάνε για ενισχύσεις αξίας 500 εκατ. ευρώ που θα απεµπλακούν από τα δικαιώµατα. Όπως και να έχει πάντως, για τις µικροµεσαίες εκµεταλλεύσεις που θα λάβουν και την αναδιανεµητική ενίσχυση ίσως τα πράγµατα να είναι καλύτερα σε όρους στρεµµατικής επιδοτήσης. Προς το παρόν στη χώρα µας οι περισσότεροι έχοντες ιστορικά δικαιώµατα και µία δουλεµένη εκµετάλλευση, ακόµα και µε το άκουσµα της ισχυρής µείωσης της µοναδιαίας αξίας έως το 2026, δεν µοιάζουν διατεθειµένοι να µεταβιβάσουν.
Άλλωστε η µείωση θα γίνει σε τέσσερα ισόποσα βήµατα ξεκινώντας από το 2023 οπότε κατά µία έννοια, χρόνος ακόµα υπάρχει. Μένει να φανεί αν θα παραµείνει έτσι το πράγµα και µετά τις επίσηµες ανακοινώσεις για το ελληνικό στρατηγικό σχέδιο.
Αυξηµένες οι µεταβιβάσεις δικαιωµάτων κατά 40%
Αύξηση κατά 40% σε σχέση µε το 2020 είδαν φέτος οι µεταβιβάσεις δικαιωµάτων, καθώς διαµορφώθηκαν το 2021 στις 41.747 έναντι 30.131 την περσινή χρονιά. Μάλιστα, εκτιµάται πως το νούµερο των µεταβιβάσεων για το 2022 θα είναι ακόµα πιο µεγάλο και ενδέχεται να ξεπεράσει τις 65.000 καθώς είναι η τελευταία χρονιά της τρέχουσας περιόδου, ενώ θα αναζητήσουν δικαιώµατα και οι Νέοι Αγρότες του 2021 που δεν κατάφεραν να καλυφθούν από το φετινό Εθνικό Απόθεµα. Στην τρέχουσα περίοδο σχετικό σηµείο «καµπής» αποτέλεσε το 2017 µε 64.000 µεταβιβάσεις (υπερδιπλάσιες σε σχέση µε σήµερα), ωστόσο για τη νέα περίοδο που δεν θα υπάρξει χορήγηση νέων δικαιωµάτων, το κύµα µεταβιβάσεων που έχει ξεκινήσει από το 2021, αναµένεται να επεκταθεί ακόµα πιο δυναµικά και το 2022.
Υπενθυµίζεται ότι ο αριθµός µεταβιβάσεων για το 2019 έφτασε τις 34.484, το 2018
οι µεταβιβάσεις ανήλθαν στις 42.155, το 2017, έγιναν συνολικά 64.370 και για το 2016 ο συνολικός αριθµός των αιτήσεων µεταβίβασης δικαιωµάτων ανήλθε στις 40.476. Να σηµειωθεί εδώ πως το 2017, αυξήθηκε η παρακράτηση στην αξία των δικαιωµάτων από το 20%
στο 25%, ποσοστό που ισχύει έως σήµερα.