Έχει αναφερθεί πολλές φορές ότι η Ελλάδα στα 40 και πλέον χρόνια από την ενεργό συµµετοχή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια, δεν έχει καταφέρει να αξιοποιήσει επαρκώς τους διαθέσιµους πόρους και να προσεγγίσει σε ένα βιώσιµο µοντέλο ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής. Έτσι, η παραγωγικότητα παραµένει χαµηλή και η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής γεωργίας ακολουθεί φθίνουσα πορεία.
Πλησιάζουµε στο κατώφλι του 2025 και ένα πολύ µεγάλο µέρος των αγροτικών εκµεταλλεύσεων στην Ελλάδα βρίσκεται αντιµέτωπο µε το φάσµα της χρεοκοπίας, χωρίς την ίδια στιγµή, να έχει αναζητηθεί ένα σχέδιο οµαλής εξόδου, εκατοντάδων χιλιάδων επαγγελµατιών και στοιχειώδους επιβίωσης των οικογενειών τους.
Όλα αυτά, την ώρα που αποτελεί κοινό µυστικό, ότι η έλευση Τραµπ θα κάνει ακόµα πιο δύσκολη τη ζωή των αγροτών µε εκµεταλλεύσεις µικρής και µεσαίας κλίµακας. Επιπλέον, η Ε.Ε. θα υποχρεωθεί να περιορίσει δραστικά τις δαπάνες για τον προϋπολογισµό της ΚΑΠ, η είσοδος νέων χωρών, όπως π.χ. η Ουκρανία, θα αποσπάσει µεγάλα κονδύλια (από τα όλο και πιο περιορισµένα) και θα επιβαρύνει τον ανταγωνισµό, ειδικά σε κλάδους όπως τα σιτηρά και οι ελαιούχοι σπόροι. Οι εγχώριες αγροτικές εκµεταλλεύσεις δεν διαθέτουν την απαιτούµενη κεφαλαιακή βάση, εποµένως δεν θα είναι σε θέση να επενδύσουν στις νέες τεχνολογίες και άρα δύσκολα θα µπορέσουν να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες της εποχής.
Ένα πρώτο σαφές δείγµα των δυσκολιών που αναµένεται να προκύψουν έρχεται από τα στοιχεία για την εξέλιξη του όγκου αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα τον περασµένο χρόνο. Η χώρα µας να καταγράφει µείωση 16% που είναι και η µεγαλύτερη µεταξύ των χωρών µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μπορεί οι ιθύνοντες να έχουν έτοιµη την απάντηση και να συνδέουν αυτή τη µείωση µε τις καταστροφές που έγιναν τον Σεπτέµβριο του 2023 από τις πληµµύρες στη Θεσσαλία, ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό για να εξηγήσει µια µείωση της εγχώριας παραγωγής σ’ αυτό το εύρος. Η εξήγηση του φαινοµένου θα πρέπει να συµπληρωθεί από την πληµµελή καλλιεργητική φροντίδα των εκµεταλλεύσεων, τόσο ως αποτέλεσµα της µείωσης της προσδοκίας για κερδοφορία, λόγω των χαµηλότερων τιµών σε πολλά προϊόντα διεθνώς, όσο και εξαιτίας της οικονοµικής καχεκτικότητας των εν λόγω µονάδων.
Ίσως ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο επιτακτική η ανάγκη για µια µεγάλη αναζήτηση της νέας πορείας που χρειάζεται η ελληνική γεωργία.Αν η χώρα δεν θέλει να βρεθεί αντιµέτωπη µε ένα ακόµα µεγαλύτερο κενό στο εµπορικό της ισοζύγιο, µε ό,τι αυτό µπορεί να σηµαίνει και για την εξέλιξη των δηµοσιονοµικών της ζητηµάτων.
Διαβάστε επίσης: Πτώση 1,5% αγροτικής παραγωγής ΕΕ το 2023, μείωση 16% στην Ελλάδα
Ολόκληρο το ρεπορτάζ στην Agrenda που κυκλοφορεί