Με τα λόγια αυτά σχολίασε, στην αρχή της ομιλίας του στη σχετική συζήτηση στη Βουλή την Τρίτη 12 Μαρτίου, ο Υπεύθυνος ΚΤΕ Αγροτικής Ανάπτυξης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και Βουλευτής Ν. Σερρών, κ. Μιχάλης Τζελέπης τα όσα έχουν ως τώρα διαμειφθεί σχετικά με την ΚΑΠ, καυτηριάζοντας παράλληλα το γεγονός ότι για πρώτη φορά η χώρα μας θα πάρει μειωμένα κονδύλια κατά 1,2 δις.
Στη συνέχεια, ο κ. Τζελέπης σχολίασε ότι: «Μέχρι στιγμής, η νέα ΚΑΠ μόνο ανατρεπτική και δύσκολα διαχειρίσιμη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, συνθέτη και περισσότερο γραφειοκρατική, αρκετά ασαφής ακόμη και ως προς τις στοχεύσεις της, όταν ένας από τους βασικούς στόχους ήταν η απλούστευση της ΚΑΠ. Ήταν προτεραιότητα. Χαρακτηρίζεται, επίσης, από περισσότερη «επικουρικότητα». Πέρα από κοινούς κανόνες, δηλαδή, που θα διασφαλίζουν τον ανταγωνισμό, τα κράτη μέλη θα έχουν και την ευελιξία να αποφασίζουν από μόνα τους. Αυτό βλάπτει σοβαρά τον κοινό χαρακτήρα της ΚΑΠ και ευνοεί κυρίως τις μεγάλες χώρες. Είναι, δε, ιδιαίτερα αρνητικό για εμάς που βρισκόμαστε σε περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής. Επίσης, η νέα ΚΑΠ είναι περισσότερο φιλοπεριβαλλοντική. Το 40% των άμεσων ενισχύσεων θα καταβάλλεται στους γεωργούς, μέσω της τήρησης αγροτοπεριβαλλοντικών κανόνων».
Επιπροσθέτως, ο Υπεύθυνος ΚΤΕ Αγροτικής Ανάπτυξης δεν παρέλειψε να τοποθετηθεί και για τον προϋπολογισμό της νέας ΚΑΠ. «Για πρώτη φορά η χώρα μας θα πάρει μειωμένα κονδύλια. Για πρώτη φορά βλέπουμε ότι η ΚΑΠ 2021–2027, πληρώνει ακριβά τόσο το Brexit όσο και πολιτικές της Ε.Ε. για την ασφάλεια και το προσφυγικό. Η ΚΑΠ πληρώνει 24,2 δισεκατομμύρια σε αυτές τις πολιτικές της Ε.Ε. Η δε Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι οι πόροι της ΚΑΠ, όπως ακούσαμε και εδώ από τον κ. Χανιώτη, θα είναι μειωμένες κατά περίπου 5% μόνον, σε σχέση με τα επίπεδα του 2020. Αυτό το γνωρίζετε πολύ καλά ότι δεν είναι σωστό. Είναι επικοινωνιακή πολιτική της Επιτροπής, προκειμένου να καμφθούν οι ενστάσεις των κρατών μελών. Αν πάρουμε υπόψη τις εκθέσεις της Υπηρεσίας Ερευνών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα δημοσιεύματα του έγκριτου Farm Europe, τότε θα δούμε ότι στις σταθερές τιμές υπάρχει απόκλιση για την ΚΑΠ, όταν το 2018 οι σταθερές τιμές ήταν 383 δισεκατομμύρια και για τη νέα ΚΑΠ οι σταθερές τιμές ανέρχονται στα 324 δισεκατομμύρια, μειωμένες δηλαδή περίπου κατά 59 δισεκατομμύρια. Η διαφορά αυτή σε ποσοστιαία μείωση είναι κοντά στο 15%. Συνολικά 11% μείωση της χρηματοδότησης του Πρώτου Πυλώνα της ΚΑΠ και κατά 28% μείωση της χρηματοδότησης του Δεύτερου Πυλώνα της ΚΑΠ. Για τη χώρα μας τι σημαίνει αυτό; Από τα 19,5 δις ευρώ περίπου της τρέχουσας περιόδου, έχουμε μείωση 1,26 δις ευρώ των κονδυλίων. Στον πρώτο πυλώνα, οι άμεσες ενισχύσεις συνολικά μειώνονται κατά 641 εκατ. ευρώ ή κατά 4,3%, στον δεύτερο πυλώνα όμως κατά 629 εκατ. ευρώ, που πρακτικά σημαίνει μείωση κατά 15%. Ποτέ μέχρι πρότινος, οποιαδήποτε Κυβέρνηση δεν έχει φέρει τόσο μειωμένο προϋπολογισμό στην ΚΑΠ, ακόμη και στις δυσκολότερες περιόδους, κάτι το οποίο το πετυχαίνετε εσείς σήμερα. Είστε πραγματικά «πρωταθλητές» ενάντια στα συμφέροντα της χώρας, σε οποιαδήποτε συμφωνία κάνετε σε όλα τα επίπεδα. Επιπλέον, η δυνατότητα που δίνεται εκ των κανονισμών, για την ενίσχυση του δεύτερου πυλώνα από εθνικούς πόρους, μεγαλώνει τις ανισότητες εντός της Ε.Ε. και ιδιαίτερα το χάσμα μεταξύ του βορρά και νότου, αφού η δημοσιονομική πειθαρχία που ακολουθείται από την Ελλάδα και τις υπόλοιπες μεσογειακές χώρες, δεν μας επιτρέπει πρακτικά την χρήση κονδυλίων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για τον συγκεκριμένο σκοπό».
Επιπλέον, ο κ. Τζελέπης υπογράμμισε ότι: «Πρέπει να επιμείνουμε στις θέσεις μας, δημιουργώντας συμμαχίες, τόσο σε επίπεδο Συμβουλίου, όσο και Ευρωκοινοβουλίου, το οποίο μέχρι στιγμής κρατάει αποστάσεις από την Επιτροπή. Θέλουμε να πιστεύουμε, ότι το νέο Ευρωκοινοβούλιο που θα εκλεγεί μετά τον Μάϊο του 2019, θα είναι πιο φιλικό ως προς την αύξηση των κονδυλίων για την ΚΑΠ».
Επίσης, ο Βουλευτής αναφέρθηκε και στο ζήτημα της εξωτερικής σύγκλισης. «Ένα δεύτερο ζήτημα που αφορά την κατανομή των πόρων της ΚΑΠ μεταξύ των κρατών- μελών, δηλαδή, το διαθέσιμο των κονδυλίων υπέρ των χωρών, κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης και των εισερχομένων στην Ε.Ε.. Έχουμε ως χώρα, ιδιαιτερότητες στον γεωργικό τομέα και μάλιστα πάρα πολλές- μικρός κλήρος σε μέγεθος, μικρές αγροτικές εκμεταλλεύσεις- και στην ποσοστιαία διαφορά, επίσης, που υπάρχει ανάμεσα στο γεωργικό εισόδημα, το οποίο είναι λίγο παραπάνω από το 50% του μέσου εισοδήματος της χώρας, από τα χαμηλότερα όμως στην Ευρώπη. Αναιρείται έτσι η οποιαδήποτε ωφέλεια προκύπτει από τη μεγαλύτερη κοινοτική ενίσχυση ανά στρέμμα, που έχουμε ως χώρα. Η πρόταση της Επιτροπής για εξωτερική σύγκλιση, ύψους 50% των χωρών, που είναι κάτω από το 90% του μέσου όρου, εμάς μας βρίσκει κάθετα αντίθετους».
Ακόμα, ο Βουλευτής πρόσθεσε ότι: «ως προς τα εθνικά σχέδια: στις προτάσεις της Επιτροπής επιβάλλεται στο κάθε μέλος ένα στρατηγικό εθνικό σχέδιο. Οι προτάσεις κανονισμών που ήδη συζητιούνται, συνδέουν το στρατηγικό εθνικό σχέδιο με την ικανοποιητική επίτευξη των πολυάριθμων στόχων της πιλοτικής ΚΑΠ, με ποσοτικά και μετρήσιμα αποτελέσματα. Η αξιολόγησή του θα αποτελεί προϋπόθεση για τη χορήγηση χρηματοδότησης και στήριξης, τόσο στον πρώτο όσο και στο δεύτερο πυλώνα. Συναρτάται, δηλαδή, η καταβολή όλων των ενισχύσεων- και των άμεσων ενισχύσεων- με την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί. Λογοδοσία και ποινές. Αναφέρεται ρητώς μέχρι και αναστολή πληρωμών σε περίπτωση που αυτοί οι στόχοι επιτευχθούν. Οι Θέσεις μας: συμφωνούμε απολύτως με τις απόψεις της Επιτροπής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που δημοσιοποιήθηκαν στις 15 Οκτωβρίου του 2018 και αναφέρουν ότι: «Η πλήρης και κανονική εφαρμογή των στρατηγικών σχεδίων ανά χώρα, να ολοκληρωθεί στο τέλος της επόμενης περιόδου». Ουσιαστικά, προτείνεται να εξετάζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της επταετίας, η εφαρμογή και η αποτελεσματικότητα των νέων κανονισμών, ώστε να γίνονται βελτιώσεις, αλλά ό,τι αφορά την λογοδοσία και τις ποινές, να εφαρμοστεί μετά το 2027. Επί της ουσίας, η πολυπλοκότητα της ελληνικής Γεωργίας μπορεί να είναι ευλογία, αλλά είναι ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα, σε ό,τι αφορά τους στόχους που πρέπει να θέσουμε».
Τέλος, ο κ. Τζελέπης μίλησε και για την περιβαλλοντική διάσταση της ΚΑΠ. «Το 40% των άμεσων ενισχύσεων, όπως είπα, προτείνεται από την Επιτροπή, να καταβάλλεται μέσω δράσεων για την προστασία του περιβάλλοντος. Το νούμερο είναι τεράστιο, ιδιαιτέρως εάν ληφθεί υπόψη, ότι η ΚΑΠ έχει προσφέρει μέχρι σήμερα περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο τομέα παραγωγής στην διατήρηση του περιβάλλοντος, και δημιουργούνται επίσης και ερωτήματα, όταν προτείνονται ενιαίες- οριζόντιες περικοπές για όλες τις χώρες, τη στιγμή που τα μεγαλύτερα προβλήματα εντοπίζονται στις ζώνες εντατικής βοοτροφίας και η Ελλάδα, όπως και σχεδόν όλες οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου, δεν συγκαταλέγονται σε αυτές».
Κλείνοντας την Ομιλία του, ο Βουλευτής αναφέρθηκε και στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης: «αν τελικά ισχύσει ο προϋπολογισμός που έχει προτείνει η Επιτροπή, το ΠΑΑ θα είναι ο μεγάλος «χαμένος» αυτής της διαπραγμάτευσης, διότι μειώνεται κατά 15% σε σχέση με τις χρηματοδοτήσεις της τρέχουσας προγραμματικής περιόδου, όταν μάλιστα αποτελεί και το μοναδικό εργαλείο που διαθέτουμε για την επίτευξη των στόχων του εθνικού σχεδίου. Ελλοχεύει ο κίνδυνος να χρειαστεί να γίνει χρήση της δυνατότητας που δίνεται από την προτεινόμενη ενωσιακή νομοθεσία της μεταφοράς του πρώτου πυλώνα στο δεύτερο, προκειμένου να μην υποστούμε τις επιπτώσεις της μη επίτευξης των στόχων του εθνικού στρατηγικού σχεδίου ή εναλλακτικά να μεταφερθούν οι πληρωμές όλων των στρεμματικών ενισχύσεων, βιολογικά, νιτρορύπανση, εξισωτική στον πρώτο πυλώνα, απομειώνοντας και στις δύο περιπτώσεις τη βασική ενίσχυση. Θα μπορούσαμε να πούμε πάρα πολλά, σεβόμενος, όμως το χρόνο θα ήθελα να πω ότι έστω και τώρα υπάρχει η δυνατότητα να δημιουργήσουμε συμμαχίες και αν μη τι άλλο να σχεδιάσουμε να γίνουν συζητήσεις εντός του Εθνικού Κοινοβουλίου με χρόνο τέτοιο, ούτως ώστε να μπορούμε όλα τα κόμματα να αναπτύξουμε τις προτάσεις μας για να έχουμε την καλύτερη δυνατόν διαπραγμάτευση για τους Έλληνες αγρότες, γιατί μέχρι στιγμής τα μηνύματα τα οποία έρχονται από τις διαπραγματεύσεις της νυν πολιτικής ηγεσίας, δυστυχώς, είναι αρνητικά εις βάρος του αγροτικού εισοδήματος».