Ο Ιρλανδός ευρωβουλευτής, Κρις Μακμάνους, που συμμετέχει στον κύκλο τριμερών διαπραγματεύσεων που λαμβάνουν χώρα στις Βρυξέλλες το τελευταίο διάστημα για την οριστικοποίηση του μοντέλου της ΚΑΠ, στέκεται στη ένταση με την οποία η συγκεντροποίηση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων της Ευρώπης προχωρά, καθώς και στο γεγονός ότι η διατήρηση του μοντέλου ενισχύσεων που πρακτικά πριμοδοτεί δυσανάλογα τις μεγάλες εκμεταλλεύσεις επιταχύνει ακόμα περισσότερο την τάση αυτή.
«Κάθε νέα ΚΑΠ χαρακτηρίζεται από την αξιοσημείωτη μείωση των αγροτών της ΕΕ. Μεταξύ του 2005 και του 2015 οι στατιστικές της Κομισιόν γράφουν 4 εκατ. λιγότερους αγρότες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι μικροί αγρότες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη γη καθώς καθίσταται για πολλά απανωτά χρόνια μη κερδοφόρα. Αυτή η γη αγοράζεται στη συνέχεια από τις μεγάλες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα την ταχεία συγκεντροποίηση. Μπορείτε να είστε σίγουροι ότι η δυσχερής οικονομική κατάσταση που αντιμετωπίζουν αυτοί οι αγρότες δεν υφίσταται για τις βιομηχανίες μεταποίησης αγροτικών προϊόντων της ΕΕ ούτε για τα πολυεθνικά σούπερ μάρκετ στα οποία πωλούν» σημείωσε σε πρόσφατες δηλώσεις του ο Ιρλανδός.
Ο ευρωβουλευτής επικαλέστηκε στοιχεία που δείχνουν αυτήν την έντονη ανισότητα. «Τα στοιχεία της ΕΕ για το 2018 δείχνουν ότι σχεδόν το ένα τρίτο, ήτοι το 28,2% της γης βρίσκεται πλέον στα χέρια μόλις του 1,3% ποσοστού επί των αγροτών. Βέβαια δεδομένου του μέσου μεγέθους των εκμεταλλεύσεων αυτών που υπερβαίνει τα 2500 στρέμματα η κάθε μία, θα ήταν πιο ταιριαστό να ονομάσουμε την κατηγορία αυτή αγροτικές επιχειρήσεις. Λόγω αυτού του ελέγχου πάνω στις αγροτικές γαίες, καταπίνουν το 23% των άμεσων ενισχύσεων. Από την άλλη πλευρά, το 48,2% όλων των αγροτών της ΕΕ, που είναι εκείνοι που καλλιεργούν από 500 στρέμματα και κάτω, λαμβάνουν μόλις το 5,5% των πληρωμών» δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Πώς μπορούμε να επιμένουμε σε ένα σύστημα όπου σχεδόν το 50% των αγροτών συνδυαστικά λαμβάνουν λιγότερο από το ένα τέταρτο από αυτό που λαμβάνει το 1,3%, που αντιπροσωπεύει τους μεγάλους αγρότες; Δεν είναι τίποτα λιγότερο από σκανδαλώδες» υποστηρίζει ο ίδιος.
Με ρυθμό 50% η τάση συγκέντρωσης αγροτικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα
Η μεγάλη εικόνα, όπως καταδεικνύεται και σε σχετική ανάλυση του αγροτοοικονομολόγου Άλαν Μάθιους που παρουσίασε πρόσφατα η Agrenda, δείχνει πως έντονη συγκέντρωση εκτάσεων μικρομεσαίων εκμεταλλεύσεων με ρυθμούς άνω του 50% καταγράφεται στην Ελλάδα, Δανία, Γερμανία, Γαλλία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Ρουμανία, Φινλανδία, Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο τρόπος δομής των αγροκτημάτων στην ΕΕ έχει γίνει το επίκεντρο μιας αυξανόμενης πολιτικής ανησυχίας για τις τάσεις στην ενοποίηση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και τη συγκέντρωση των γεωργικών εκτάσεων. Μάλιστα, οι εν λόγω διαρθρωτικές αλλαγές στη γεωργία της ΕΕ και οι τάσεις συγκέντρωσης των αγροτικών εκτάσεων βρίσκονται στο επίκεντρο προσοχής ενόψει και των απαιτητικών αλλαγών που φέρνει η νέα ΚΑΠ μετά το 2023 και το νέο περιβαλλοντικό και ψηφιακό μοντέλο. Για μερικούς, το επίκεντρο είναι στην «αρπαγή γης» και στην άνοδο των μεγάλης κλίμακας βιομηχανικών αγροτικών εκτάσεων. Για άλλους, στην προστασία της θέσης των οικογενειακών εκμεταλλεύσεων. Για μερικούς, επίσης είναι το ζήτημα στην ανανέωση γενεών, ενώ άλλοι επικεντρώνονται στη μείωση του συνολικού αριθμού των εκμεταλλεύσεων. Κοινή σε όλους είναι η άποψη ότι τα τρέχοντα πρότυπα της διαρθρωτικής αλλαγής των εκμεταλλεύσεων πρέπει να σταματήσουν ή ακόμα και να αντιστραφούν.
Άλλωστε, η άποψη ότι η διαρθρωτική αλλαγή είναι επιθυμητή επειδή βελτιώνει τη συνολική ανταγωνιστικότητα του αγροτικού τομέα και συμβάλλει στη μείωση του χάσματος μεταξύ αγροτικών και μη γεωργικών εισοδημάτων αμφισβητείται όλο και περισσότερο από εκείνους που ανησυχούν για την εμφάνιση μεγάλης κλίμακας («βιομηχανική») αγροκτήματων και στην εξαφάνιση των μικρότερων και αγροτών.
Οι μικρότερες εκμεταλλεύσεις επικεντρώνονται σε καλλιέργειες υψηλότερης αξίας
Πάντως, η διάρθρωση της αγροτικής παραγωγής ανά κατηγορία μεγέθους δεν είναι τόσο συγκεντρωμένη, γεγονός που αντικατοπτρίζει το γεγονός ότι οι μικρότερες εκμεταλλεύσεις τείνουν να χρησιμοποιούν τη γη τους πιο εντατικά, καθώς και να επικεντρώνονται σε καλλιέργειες υψηλότερης αξίας (φρούτα, λαχανικά, κρασί, ελιές) από τις μεγαλύτερες εκμεταλλεύσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι το μερίδιο της μεγαλύτερης κατηγορίας μεγέθους (100 εκτάρια και άνω) στη συνολική γεωργική παραγωγή το 2016 ήταν 37%, σε σύγκριση με το μερίδιό του σε έκταση 53%. Μάλιστα, το μερίδιο αυξήθηκε σταθερά με την πάροδο του χρόνου, από 28% το 2005 σε 37% το 2016.