Εστιάζοντας στην τρέχουσα κατάσταση της αγοράς και τις προοπτικές για την προμήθεια σόγιας (Q1 – Q4 2025), η έκθεση της Fefac αναλύει τους κινδύνους διακοπής της προμήθειας σόγιας λόγω του νέου κανονισμού. Βασισμένη σε έρευνες και αξιολογήσεις εμπειρογνωμόνων, η μελέτη αποκαλύπτει τις προκλήσεις που ενδέχεται να προκύψουν, όπως αυξημένα κόστη και αβεβαιότητες στην αγορά. Αναλυτικότερα:
- Οι ελάχιστες προσφορές της αγοράς για τις παραδόσεις του πρώτου τριμήνου του 2025 είναι ασυνήθιστα σύνθετες, αναδεικνύοντας τη δυσκολία στην κάλυψη της ζήτησης για περίπου 30 εκατ. τόνους σογιάλευρου. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη σαφών οδηγιών για την εισαγωγή και την καταγωγή της σόγιας της ΕΕ.
- Οι προμηθευτές προειδοποιούν για επιπλέον αύξηση του κόστους κατά 5-10% για την παροχή σογιάλευρου που θα πληροί τις προϋποθέσεις του EUDR, σε σχέση με τις κανονικές τιμές της αγοράς.
- Η προσφορά σόγιας στην ΕΕ ενδέχεται να επηρεαστεί αρνητικά από τις τρέχουσες νομικές αβεβαιότητες του EUDR, οδηγώντας σε πιθανή διακοπή της αλυσίδας εφοδιασμού λόγω της χαμηλής διαθεσιμότητας σόγιαλευρου που είναι συμβατό με τις απαιτήσεις του νόμου, που προσφέρεται επί του παρόντος και του υψηλότερου κόστους που συνδέεται με την εφοδιαστική μεταφορά και την αποθήκευση.
- Το άμεσο επιπλέον κόστος για προϊόντα σόγιας που πληρούν τις απαιτήσεις του EUDR και προορίζονται για ζωοτροφές στο πρώτο τρίμηνο του 2025 εκτιμάται μεταξύ 750 εκατ. και 1,5 δισ. ευρώ για τις προμήθειες σογιάλευρου στην ΕΕ, ανεξαρτήτως εάν είναι εισαγόμενα ή εγχώρια. Αυτή η αύξηση θα έχει επίσης αντίκτυπο στα κόστη εναλλακτικών πρωτεϊνών που συνδέονται με τις τιμές σογιάλευρου, όπως το κραμβέλαιο, το ηλιέλαιο και τα αμινοξέα. Ο συνολικός αντίκτυπος, συνυπολογίζοντας το επιπλέον κόστος για τις προμήθειες σόγιας και τα αυξημένα κόστη για άλλες εναλλακτικές πηγές πρωτεΐνης, μπορεί να φτάσει έως και 2,25 δισ. ευρώ. Αυτό αναμένεται να έχει σοβαρές δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις για τον κτηνοτροφικό τομέα της ΕΕ, υπονομεύοντας σημαντικά την ανταγωνιστικότητά του τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στις διεθνείς αγορές.
Η αρχική ποιοτική αξιολόγηση κινδύνου της FEFAC για την αλυσίδα εφοδιασμού ζωοτροφών στην ΕΕ αναφορικά με τις παραδόσεις σόγιας στο πρώτο τρίμηνο του 2025 κατατάσσει τους κινδύνους διαταραχής λόγω του κανονισμού EUDR ανά προέλευση ως εξής:
- χαμηλού – μεσαίου κινδύνου: Βόρεια Αμερική (ΗΠΑ και Καναδάς)
- μέτριου κινδύνου: Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη
- μέσου – υψηλού κινδύνου: Ουκρανία, Σερβία και καταγωγή από την ΕΕ
- υψηλού κινδύνου: Δυτική Αφρική (Νιγηρία), Ινδία, Κίνα (για ειδικότητες όπως μη ΓΤΟ και βιολογικά προϊόντα σόγιας)
Αξίζει να σημειωθεί, πως παρά τη διαθεσιμότητα πιστοποιημένων/επαληθευμένων προϊόντων σόγιας χωρίς αποψίλωση για την αγορά ζωοτροφών της ΕΕ, η καθυστέρηση στην παροχή πρακτικών οδηγιών από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την εφαρμογή του EUDR περιορίζει σημαντικά την προσβασιμότητα σε προϊόντα συμβατά με τον κανονισμό. Επίσης, το παγκόσμιο μερίδιο της ΕΕ στη χρήση σόγιας είναι μικρότερο από 15% και συνεχώς μειώνεται, υποδεικνύοντας ότι οι εξαγωγείς σόγιας διαθέτουν επαρκείς εναλλακτικές αγορές.