Αυξημένα ήταν τα περιστατικά της γρίπης των πτηνών κατά το τέλος του 2024, ωστόσο τα νούμερα παραμένουν λιγότερα σε σύγκριση με άλλες χρονιές, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA). Επιπλέον, έχουν εντοπιστεί περιστατικά στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπου έχουν μολυνθεί με τον ιό Η5Ν1 και βοοειδή, με το Υπουργείο Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA) να έχει προχωρήσει σε εκτενείς ελέγχους.
Στην Ευρώπη από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο είχαν εντοπιστεί 657 κρούσματα γρίπης των πτηνών, τόσο σε άγρια όσο και σε οικόσιτα πτηνά, αλλά κανένα περιστατικό δεν βρέθηκε σε θηλαστικά.
Η πιο πρόσφατη εστία γρίπης των πτηνών εντοπίστηκε στην Πορτογαλία, σε ένα πτηνοτροφείο ωοπαραγωγών ορνίθων κοντά στην πόλη Σίντρα, Δυτικά της Λισαβόνας. Σύμφωνα με τη Γενική Διεύθυνση Υγείας (DGS) της Πορτογαλίας, πρόκειται για μια εστία εξαιρετικά παθογόνου ιογενούς γρίπης των πτηνών μεταξύ πουλερικών, υποτύπου Η5Ν1.
Ο ιός H5N1 ανιχνεύθηκε σε κοπάδι 55.427 πουλερικών στο χωριό Σάο Ζοάο Ντας Λάμπας στην περιφέρεια της Λισαβόνας, προκαλώντας το θάνατο 279 πτηνών, σύμφωνα με τον WOAH, που επικαλείται αναφορά από τις πορτογαλικές αρχές. Όπως μάλιστα ανακοίνωσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός για την Υγεία των Ζώων (WOAH), η Ευρώπη αντιμετωπίζει αύξηση της θανατηφόρας αυτής ασθένειας λόγω της εποχής.
Η εξάπλωση της γρίπης των πτηνών έχει προκαλέσει ανησυχίες στις κυβερνήσεις και τη βιομηχανία των πουλερικών, μετά την καταστροφή κοπαδιών σε όλο τον κόσμο τα τελευταία χρόνια, προκαλώντας αναταραχή στην προσφορά, ενισχύοντας τις τιμές των τροφίμων και αυξάνοντας τον κίνδυνο μετάδοσης στον άνθρωπο. Μόλις αυτή τη βδομάδα βρήκε τραγικό θάνατο ένα άτομο στη Λουιζιάνα της Αμερικής, το οποίο είχε νοσηλευτεί με γρίπη των πτηνών (H5N1), αποτελώντας τον πρώτο ανθρώπινο θάνατο από γρίπη των πτηνών στις ΗΠΑ.
Οι υγειονομικές και οι κτηνιατρικές υπηρεσίες καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την εξάλειψη της εστίας αυτής εφαρμόζοντας αυστηρά μέτρα. Στο πλαίσιο αυτών των μέτρων, καθαρίζεται ο χώρος εκτροφής των πουλερικών, θα θανατωθούν όσα ασθένησαν και θα παρακολουθούνται τα πτηνά σε ακτίνα έως και 10 χιλιομέτρων γύρω από τις εγκαταστάσεις, εξήγησε η Γενική Διεύθυνση Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων (DGAV).
Πηγή: reuters.com