Πρόκειται για ένα σχέδιο, με σκοπό να καθοριστεί ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας έναντι αυτών των πρακτικών σε ολόκληρη την Ένωση.
Καθορίζει επίσης ότι άλλες εμπορικές πρακτικές απαγορεύονται εάν δεν προβλέπονται ρητά στη συμφωνία μεταξύ πωλητή και αγοραστή.
Στην προτεινόμενη οδηγία στις εμπορικές πρακτικές θα υπόκεινται οι συναλλαγές μεταξύ φυσικών ή νομίμων παραγωγών, συμπεριλαμβανομένων των οργανώσεων παραγωγών και των ενώσεών τους που είναι μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις και ενός αγοραστή που δεν είναι.
Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να συστήσουν αρμόδια αρχή εποπτείας η οποία να μπορεί να λαμβάνει καταγγελίες τόσο από τους προμηθευτές όσο και από τις οργανώσεις παραγωγών ή τις ενώσεις τους, τηρώντας την εμπιστευτικότητα. Η οδηγία προβλέπει επίσης καθεστώς κυρώσεων.
Η προτεινόμενη οδηγία δεν θεσπίζει καμία υποχρέωση για την επισημοποίηση των συμβάσεων, διατηρώντας τον εθελοντικό της χαρακτήρα όπως καθορίζεται από την κοινή οργάνωση αγορών
Να σημειωθεί ότι αφού εγκριθεί, η οδηγία πρέπει να μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία κάθε κράτους μέλους σε μια κοινή μέγιστη περίοδο δύο ετών από τη δημοσίευσή της.
Το σχέδιο πρότασης
Άρθρο 3: Απαγόρευση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών
Τα Κ-Μ εξασφαλίζουν ότι οι ακόλουθες εμπορικές πρακτικές απαγορεύονται:
• αγοραστής που πληρώνει έναν προμηθευτή για τα φθαρτά τρόφιμα αργότερα από 30 ημερολογιακές ημέρες μετά την παραλαβή του τιμολογίου του προμηθευτή ή αργότερα από 30 ημερολογιακές ημέρες μετά την ημερομηνία παράδοσης των φθαρτών προϊόντων τροφίμων, όποια είναι μεταγενέστερη.
• αγοραστής που ακυρώνει παραγγελίες των ευαλλοίωτων τροφίμων σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα ώστε ο προμηθευτής δεν μπορεί ευλόγως να βρει εναλλακτική εμπορική διέξοδο για τα προϊόντα αυτά.
• αγοραστής που αλλάζει μονομερώς και αναδρομικά τους όρους της συμφωνίας προμήθειας σχετικά με τη συχνότητα, το χρονοδιάγραμμα ή τον όγκο της προμήθειας ή παράδοσης, την ποιότητα ή τις τιμές των προϊόντων διατροφής.
• προμηθευτής που πληρώνει για τις φθορές των τροφίμων που πραγματοποιήθηκαν στις εγκαταστάσεις του αγοραστή και που δεν οφείλεται σε αμέλεια ή την προεπιλογή του προμηθευτή.
Τα Κ-Μ εξασφαλίζουν επίσης ότι οι ακόλουθες εμπορικές πρακτικές απαγορεύονται, όταν δεν προβλέπονται κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο στους όρους κατά τη σύναψη της συμφωνίας προμήθειας.
• αγοραστής που προβαίνει σε επιστροφή αδιάθετων τροφίμων προϊόντα σε έναν προμηθευτή.
• αγοραστής που χρεώνει τον προμηθευτή για να εξασφαλίσει ή να διατηρήσει μια συμφωνία προμήθειας για προϊόντα τροφίμων.
• προμηθευτής που πληρώνει για την προώθηση των προϊόντων τροφίμων που πωλούνται από τον αγοραστή. Πριν από μια προώθηση ο αγοραστής θα πρέπει να καθορίσει τη διάρκεια και την συχνότητα της προώθησης και την ποσότητα των προϊόντων διατροφής που θα διατεθούν.
• προμηθευτής που πληρώνει για την εμπορία των προϊόντων διατροφής από τον αγοραστή.
Άρθρο 12: μεταφορά
Τα Κ-Μ θεσπίζουν την οδηγία όσο το δυνατόν συντομότερο και γενικά δεν θα υπερβαίνει τα 2 χρόνια.
Εκτροπή του εμπορίου
Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαβούλευσης, είχε κληθεί η Επιτροπή για σύνταξη μιας εναρμονισμένης ρυθμιστικής προσέγγισης σε επίπεδο ΕΕ και είχε προειδοποιηθεί ότι η τυχόν ρύθμιση της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων σε εθνικό επίπεδο και όχι σε ενωσιακό μπορεί να οδηγήσει σε εκτροπή του εμπορίου που να ευνοεί τις εισαγωγές από τρίτες χώρες . Όσον αφορά το τελευταίο αυτό σημείο, θεωρούμε ότι η νομοθεσία της Ε.Ε. θα πρέπει να καλύπτει όλους τους φορείς στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών σε τρίτες χώρες, και ιδίως στις τρίτες χώρες που έχουν συνάψει συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών με την ΕΕ. Ότι, θα εγγυώνται δηλ ισότιμους όρους εμπορίου για να αποφευχθούν στρεβλώσεις του.
Παρά το ότι το αίτημα αυτό έχει διατηρηθεί και αναφέρεται στο κείμενο του σχεδίου με τη φράση:
«Ώστε να αποφευχθούν οι ακούσιες στρεβλωτικές επιπτώσεις που προκύπτουν από την προστασία των γεωργών και των οργανώσεών τους στην Ένωση, που συμβαίνουν όταν κάποιος αγοράζει προϊόντα από προμηθευτές εγκατεστημένους εκτός της Ένωσης, θα πρέπει επίσης να μπορούν να υιοθετήσουν για την Ένωση κανόνες αν πωλούν σε αγοραστές που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση».
Εντούτοις ρητή δεσμευτική διάταξη στο σχέδιο προς υλοποίησή της δεν περιέχεται.
Είναι γνωστό ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη της ότι:
1) Η πλειονότητα των αγαθών και των υπηρεσιών παρέχονται στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς από οικονομικούς φορείς σε άλλους οικονομικούς φορείς και σε δημόσιες αρχές με προθεσμιακή πληρωμή, βάσει της οποίας ο προμηθευτής παρέχει στον πελάτη του χρόνο να πληρώσει το τιμολόγιο, όπως έχει συμφωνηθεί μεταξύ των μερών ή όπως καθορίζεται στο τιμολόγιο του προμηθευτή ή όπως ορίζεται από τη νομοθεσία, πολύ περισσότερο αν άλλες ημερομηνίες προβλέπει η νομοθεσίας τους Κ-Μ του αγοραστή απ αυτήν του Κ-Μ του προμηθευτή.
2) Θα πρέπει κατά συνέπεια να προβλεφθεί ότι οι συμβατικές προθεσμίες πληρωμής μεταξύ επιχειρήσεων δεν μπορούν, κατά γενικό κανόνα, να υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα στην προκειμένη περίπτωση 30 ημερολογιακές ημέρες. Μπορεί, ωστόσο, να υπάρξουν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι επιχειρήσεις χρειάζονται μεγαλύτερες προθεσμίες πληρωμής, για παράδειγμα όταν το προϊόν ως π.χ τα μήλα θα διατεθούν στην λιανική μετά από ένα 6μηνο και οι προμηθευτές επιθυμούν να παράσχουν εμπορική πίστη στους πελάτες τους. Θα πρέπει, επομένως, να διατηρηθεί η δυνατότητα των μερών να συμφωνούν ρητά για προθεσμίες πληρωμής μεγαλύτερες των 30 ημερών, εφόσον η παράταση αυτή δεν είναι κατάφωρα καταχρηστική για τον πιστωτή. Ειδικότερα δε για την χώρα μας που υπάρχει 1) Η ευαλλοιώτητα των προϊόντων και κατά συνέπεια η τήρηση των προθεσμιών πληρωμής σταματάει στην πρώτη μεταβίβαση και όχι σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού 2) της εξαίρεσης αντίστοιχης υποχρέωσης για τους Συνεταιριστικούς φορείς (εξοφλούν στο τέλος τους έτους) αλλά και των μεταποιητικών επιχειρήσεων από την τήρηση προθεσμιών πληρωμής και 3) υφίσταται υστέρηση τραπεζικής χρηματοδότησης του εμπορίου των φρούτων και λαχανικών λόγω των υφιστάμενων στην χώρα μας χρηματοδοτικών προβλημάτων.
Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενεργεί για την απαγόρευση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων
Η Επιτροπή στοχεύει στις πλέον επιβλαβείς αθέμιτες εμπορικές πρακτικές ώστε να προσφέρει στους γεωργούς και στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις μεγαλύτερη ασφάλεια και μικρότερη ανάγκη να διαχειρίζονται κινδύνους επί των οποίων έχουν ελάχιστο ή μηδενικό έλεγχο.
Η Επιτροπή προτείνει σήμερα να απαγορευτούν οι πιο επιβλαβείς αθέμιτες εμπορικές πρακτικές όσον αφορά την αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων ώστε να εξασφαλιστεί πιο δίκαιη αντιμετώπιση για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις τροφίμων και γεωργικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, η πρόταση περιλαμβάνει αποτελεσματικές διατάξεις επιβολής των κανόνων: οι εθνικές αρχές μπορούν να επιβάλουν κυρώσεις στην περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων.
Οι μικρότερες επιχειρήσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών, είναι ευάλωτες σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που ασκούνται από εταίρους τους στην αλυσίδα. Αυτές οι επιχειρήσεις συχνά δεν διαθέτουν διαπραγματευτική ισχύ και εναλλακτικές λύσεις ώστε να διοχετεύσουν τα προϊόντα τους στους καταναλωτές.
Ο αντιπρόεδρος κ. Γίρκι Κάταϊνεν, αρμόδιος για την απασχόληση, την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, δήλωσε τα εξής: «Υπάρχουν ανισορροπίες όσον αφορά τη διαπραγματευτική ισχύ στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων και με την παρούσα πρόταση η Επιτροπή αντιμετωπίζει τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές κατά μέτωπο. Ενεργούμε διότι η αθέμιτη επιχειρηματική συμπεριφορά υπονομεύει την οικονομική βιωσιμότητα των επιχειρηματικών φορέων της αλυσίδας. Με τον καθορισμό ελάχιστων προτύπων και την ενίσχυση της επιβολής των κανόνων, η πρόταση θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις θα είναι σε θέση να ανταγωνίζονται με δίκαιους όρους, συμβάλλοντας έτσι στη συνολική αποτελεσματικότητα της αλυσίδας. Πρόκειται για μια σαφή δήλωση υπέρ μιας πιο δίκαιης επιχειρηματικής συμπεριφοράς».
Ο επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Φιλ Χόγκαν, δήλωσε: «Την αντοχή μιας αλυσίδας καθορίζει ο πιο αδύναμος κρίκος. Αποτελεσματική και αποδοτική αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων είναι μια δίκαιη αλυσίδα. Η σημερινή πρόταση αφορά κυρίως τη δικαιοσύνη —δίνει φωνή σε όσους δεν έχουν—, ώστε να βοηθήσει εκείνους οι οποίοι, χωρίς δική τους υπαιτιότητα, γίνονται θύματα μιας αδύναμης διαπραγματευτικής θέσης. Η σημερινή πρωτοβουλία για την απαγόρευση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών αφορά την ενδυνάμωση της θέσης των παραγωγών και των ΜΜΕ στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων. Η πρωτοβουλία αφορά εξίσου την εξασφάλιση ισχυρής και αποτελεσματικής επιβολής των κανόνων. Θέλουμε να εξαλείψουμε τον «παράγοντα του φόβου» στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, μέσω μιας εμπιστευτικής διαδικασίας υποβολής καταγγελιών.»
Οι αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που πρόκειται να απαγορευτούν είναι οι εκπρόθεσμες πληρωμές όσον αφορά ευπαθή προϊόντα, οι ακυρώσεις παραγγελιών την τελευταία στιγμή, οι μονομερείς ή αναδρομικές αλλαγές σε συμβάσεις και ο εξαναγκασμός του προμηθευτή να πληρώνει για χαλασμένα προϊόντα. Άλλες πρακτικές θα επιτρέπονται μόνο εάν υπόκεινται σε σαφή και ακριβή εκ των προτέρων συμφωνία μεταξύ των μερών: ο αγοραστής επιστρέφει απούλητα τρόφιμα στον προμηθευτή· ο αγοραστής χρεώνει κάποιο ποσό στον προμηθευτή προκειμένου να εξασφαλίσει ή να διατηρήσει μια συμφωνία προμήθειας τροφίμων· ο προμηθευτής πληρώνει για την προώθηση ή το μάρκετινγκ των τροφίμων που πωλούνται από τον αγοραστή.
Η πρόταση της Επιτροπής απαιτεί τα κράτη μέλη να ορίσουν μια δημόσια αρχή ως αρμόδια για την επιβολή των νέων κανόνων. Σε περίπτωση αποδεδειγμένης παράβασης, ο αρμόδιος φορέας θα είναι αρμόδιος να επιβάλει μια αναλογική και αποτρεπτική κύρωση. Αυτή η αρχή επιβολής θα είναι σε θέση κινήσει διαδικασία έρευνας με δική της πρωτοβουλία ή με βάση μια καταγγελία. Στην περίπτωση αυτή, τα μέρη που υποβάλλουν καταγγελία θα έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν εμπιστευτικότητα και ανωνυμία προκειμένου να προστατεύσουν τη θέση τους έναντι των εμπορικών τους εταίρων. Η Επιτροπή θα δημιουργήσει έναν μηχανισμό συντονισμού μεταξύ των αρχών επιβολής, προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών.
Τα προτεινόμενα μέτρα είναι συμπληρωματικά προς τα μέτρα που υφίστανται στα κράτη μέλη και τον κώδικα δεοντολογίας της εθελοντικής πρωτοβουλίας για την αλυσίδα εφοδιασμού. Τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν περαιτέρω μέτρα κατά την κρίση τους.
Η πρόταση της Επιτροπής θα έχει τη μορφή ευρωπαϊκού νόμου (οδηγία) και θα υποβληθεί τώρα, μαζί με εκτίμηση επιπτώσεων, στους δύο συννομοθέτες, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, όπου εκπροσωπούνται οι κυβερνήσεις των κρατών μελών
Ιστορικό
Το πρόγραμμα εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2018 δηλώνει ότι «η Επιτροπή θα προτείνει μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων, ώστε να βοηθήσει τους γεωργούς να ενισχύσουν τη θέση τους στην αγορά και να συμβάλει στην προστασία τους από μελλοντικές κρίσεις».
Η παρούσα πρωτοβουλία συνάδει με τις αναφορές στην τροφική αλυσίδα κατά τις ομιλίες που εκφώνησε ο πρόεδρος Γιούνκερ για την κατάσταση της Ένωσης το 2015 και το 2016, και αποτελεί πολιτική απάντηση στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Ιουνίου 2016 με το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κλήθηκε να υποβάλει πρόταση για ένα πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Επιπλέον, τον Δεκέμβριο του 2016, το Συμβούλιο ζήτησε από την Επιτροπή να προβεί σε εκτίμηση επιπτώσεων με σκοπό να προτείνει νομοθετικό πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ ή άλλα μη νομοθετικά μέτρα για την αντιμετώπιση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών.
Η Επιτροπή εργάζεται προς την κατεύθυνση μιας πιο δίκαιης και πιο ισορροπημένης αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων από την αρχή της θητείας της. Το 2016 δημιουργήθηκε η ομάδα εργασίας για τις γεωργικές αγορές (AMTF) για την αξιολόγηση του ρόλου των γεωργών στην ευρύτερη αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων και την διατύπωση συστάσεων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να ενισχυθεί. Με βάση τις εν λόγω συστάσεις, η Επιτροπή δρομολόγησε μια αρχική εκτίμηση επιπτώσεων και δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη βελτίωση της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων το 2017, η οποία με τη σειρά της βοήθησε να προσδιοριστούν οι συγκεκριμένες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που καλύπτονται από την οδηγία. Μια πρόσφατη δημοσκόπηση σε επίπεδο ΕΕ, η οποία δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο του 2018, δείχνει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ερωτηθέντων (88 %) θεωρεί ότι η ενίσχυση του ρόλου των γεωργών στην αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων είναι σημαντική. Το 96 % όσων απάντησαν στη δημόσια διαβούλευση του 2017 για τον εκσυγχρονισμό της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ) συμφωνούν με την άποψη ότι η βελτίωση της θέσης των γεωργών στην αξιακή αλυσίδα, μεταξύ άλλων με την αντιμετώπιση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, πρέπει να αποτελεί στόχο της κοινής γεωργικής πολιτικής της ΕΕ.
Οι προτάσεις βασίζονται σε έναν υφιστάμενο προαιρετικό κώδικα ορθής πρακτικής στην αλυσίδα εφοδιασμού, γνωστό ως η πρωτοβουλία για την αλυσίδα εφοδιασμού (Supply Chain Initiative, SCI). Η πρωτοβουλία για την αλυσίδα εφοδιασμού αναλήφθηκε το 2013 από επτά οργανώσεις σε επίπεδο ΕΕ που καλύπτουν τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών, κατασκευαστές προϊόντων σήματος, τον κλάδο του λιανικού εμπορίου, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και κατόχους γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Η πρωτοβουλία αυτή αναπτύχθηκε ως αποτέλεσμα του υπό την καθοδήγηση της Επιτροπής φόρουμ υψηλού επιπέδου για τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων, που δημιουργήθηκε το 2010 για να συμβάλει στην ανάπτυξη πολιτικής στον τομέα των τροφίμων και των ποτών και να συνεισφέρει στη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων.
Δηλώσεις Incofruit
Ο σύνδεσμος Incofruit Hellas επισημαίνει ότι η Επιτροπή αποφάσισε, παρά τις εξαγγελίες του Νοεμβρίου 2017, ένα σχέδιο οδηγίας, και όχι ένα Κανονισμό-ρύθμισης, η οποία δίνει μεγαλύτερη ελευθερία στα κράτη μέλη για την εφαρμογή της, οι οδηγίες δεσμεύουν κάθε κράτος μέλος όσον αφορά το αποτέλεσμα που πρέπει να επιτευχθεί, αφήνοντας στις εθνικές αρχές την εξουσία να επιλέγουν τη μορφή και τα μέσα.
«Ζητούμε και αιτούμεθα ότι τα παραπάνω θα ληφθούν υπόψη κατά την συζήτηση στο Ευρωκοινοβούλιο και η Ελληνική πλευρά θα στηρίξει τις παραπάνω προτάσεις με κύρια αυτήν της υποχρεωτικότητας εφαρμογής της σε όλες τις Χώρες της ΕΕ» αναφέρει ο ειδικός σύμβουλος του συνδέσμου Γεώργιος Πολυχρονάκης.