Πιο συγκεκριμένα, το δίκτυο φερομονικών παγίδων του Περιφερειακού Κέντρου Προστασίας Φυτών και Ποιοτικού Ελέγχου Ναυπλίου καταγράφει υψηλό αριθμό αρσενικών ενηλίκων του εντόμου Μύγα της Μεσογείου (Ceratitis capitata). Το έντομο αυτό προσβάλλει πληθώρα δενδροκομικών καλλιεργειών, εκ των οποιών συγκαταλέγονται πυρηνόκαρπα και εσπεριδοειδή, προκαλώντας καταστροφή των καρπών εξαιτίας ωοτοκίας των ενηλίκων και διατροφής των εκκολαπτόμενων προνυμφών από τη σάρκα των καρπών. Οι προσβολές αρχίζουν με την έναρξη ωρίμανσης των καρπών, η οποία σηματοδοτεί το λεγόμενο «σπάσιμο του χρώματος». Η σύλληψη, επομένως, ενηλίκων κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τα εσπεριδοειδή που παρακολουθεί το συγκεκριμένο Περιφερειακό Κέντρο Προστασίας Φυτών, καθώς διανύουμε την περίοδο έναρξης ωρίμανσης στις πρώιμες ποικιλίες και περιοχές εσπεριδοειδών.
Συνεπώς, επιτακτική είναι η άμεση έναρξη των δολωματικών ψεκασμών για τις πρώιμες ποικιλίες και περιοχές που θα επαναλαμβάνονται ανά 7 ημέρες, ενώ για τις υπόλοιπες ποικιλίες οι ψεκασμοί αυτοί μπορούν να αρχίσουν 10 με 15 ημέρες πριν την έναρξη ωρίμανσης των καρπών με εκδήλωση του «σπάσιμου του χρώματος». Το δόλωμα αποτελείται από νερό, υδρολυμένη πρωτεΐνη 2% και ένα κατάλληλο εγκεκριμένο εντομοκτόνο και το ψεκαστικό υγρό εφαρμόζεται συγκεντρωμένο με μορφή χονδρών σταγονιδίων, με χρήση μπεκ χωρίς βελόνα, σε κλαδιά και καρπούς, ενώ συνίσταται να ψεκάζεται και η τυχόν υπάρχουσα βλάστηση στην περίμετρο του κτήματος (θάμνοι ή φράκτες). Τα ιπτάμενα ενήλικα προσελκύονται από το δόλωμα στα σημεία εφαρμογής του δολωματικού ψεκασμού, έρχονται σε επαφή με το εντομοκτόνο και τελικά πεθαίνουν δίχως να έχουν προλάβει να ωοτοκήσουν στους καρπούς, οπότε οι τελευταίοι προστατεύονται. Η συνεργασία των παραγωγών για την εφαρμογή της μεθόδου σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη έκταση εγγυάται καλύτερα αποτελέσματα, διότι τα διάφορα είδη μυγών που προσβάλλουν καρπούς, όπως και η Μύγα της Μεσογείου, μπορούν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις.
Άλλες μέθοδοι αντιμετώπισης είναι η χρήση παγίδων με άμεση ανάρτηση στην πυκνότητα που προβλέπει ο κατασκευαστής και οι ψεκασμοί κάλυψης. Η τελευταία μέθοδος αρχίζει με την έναρξη ωρίμανσης των καρπών και επαναλαμβάνεται ανάλογα με την υπολειμματική διάρκεια του φυτοπροστατευτικού προϊόντος που θα χρησιμοποιηθεί. Συγκεκριμένα, εγκεκριμένα για τον εχθρό είναι τα βιολογικά σκευάσματα με βάση τα σπόρια του μύκητα Beauveria bassiana που έχουν το πλεονέκτημα δυνατότητας χρήσης μέχρι και την ημέρα της συγκομιδής, το Λάμντα-συαλοθρίν (Lambda-cyhalothrin) και το Μαλάθιον (Malathion) με απόσταση της επέμβασης από τη συγκομιδή τις 7 ημέρες, το Δελταμεθρίν (Deltamethrin) με 30 ημέρες από τη συγκομιδή και τέλος τα Ασεταμιπρίντ (Acetamiprid) και Φοσμέτ (Phosmet) με 14 ημέρες πριν τη συγκομιδή η τελευταία εφαρμογή.
Όσον αφορά τους τετρανύχους (Tetranychus sp.), επέμβαση χρειάζεται σε οπωρώνες που διαπιστώνεται η ύπαρξη κινητών μορφών στο 20-30% των φύλλων ή 3 κινητές μορφές ανά φύλλο νέας βλάστησης. Τα εγκεκριμένα για τα εσπεριδοειδή εντομοκτόνα είναι σκευάσματα που περιέχουν την δραστική ουσία Άλατα Καλίου Λιπαρών Οξέων (Fatty acid potassium salt), ενώ επιπλέον τα προσβεβλημένα δέντρα καλό πρέπει να ποτίζονται καλά δεδομένου ότι τα ακάρεα αυτά εξασθενούν τα φυτά.
Πέρα από τους παραπάνω εχθρούς, υπάρχουν ευνοϊκές καιρικές συνθήκες για τη διασπορά των μολυσμάτων της ασθένειας κορυφοξήρα, που προκαλείται από το μύκητα Deuterophoma ή Phoma tracheiphila. Η ασθένεια μεταδίδεται μέσω της βροχής ιδιαίτερα όταν η τελευταία συνοδεύεται με ανέμους και σε μεγάλες αποστάσεις με το μολυσμένο πολλαπλασιαστικό υλικό και τα πουλιά, συνήθως την καρακάξα. Τα συμπτώματα που εμφανίζονται μετά την μόλυνση και τον πολλαπλασιασμό του παθογόνου στο φυτό περιλαμβάνουν απότομο μαρασμό, χλώρωση (κιτρίνισμα) και ξήρανση φύλλων, αποξήρανση κλαδίσκων και βραχιόνων, αποπληξία και πορτοκαλόχρωμο έως και καστανό μεταχρωματισμό των αγγειών, ο οποίος -εάν υφίσταται- οδηγεί αβίαστα στη διάγνωση της ασθένειας.
Για την αντιμετώπιση της ασθένειας συνιστάται συνδυασμός καλλιεργητικών και χημικών μέτρων:
1. Καλλιεργητικά μέτρα:
• Αφαίρεση και κάψιμο ξερών βλαστών , κλαδίσκων, βραχιόνων και λαίμαργων βλαστών των δένδρων με σημαντικό μέρος και υγιούς τμήματος. Η εργασία αυτή πρέπει να γίνεται από Μάη έως Σεπτέμβρη.
• Αποφυγή δημιουργίας πληγών ιδίως στο ριζικό σύστημα των δέντρων.
• Αποφυγή καλλιεργητικών εργασιών από τον Οκτώβρη ως το Μάιο.
• Περιορισμός της αζωτούχου λίπανσης.
• Αποφυγή άρδευσης με τεχνητή βροχή.
• Καταστροφή των ζιζανίων επειδή έχει παρατηρηθεί ότι η παρουσία τους στον οπωρώνα, ευνοεί τον σχηματισμό καρποφοριών του παθογόνου.
2. Χημικά μέτρα:
• Σε οπωρώνες που υπάρχει δεδομένο προσβολών, να γίνει εφαρμογή 3-4 ψεκασμών με χαλκούχο σκεύασμα, σε μηνιαία διαστήματα.